Tον Δεκέμβριο του 2023 το συμβούλιο των υπουργών Γεωργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκτίμησε τα αποτελέσματα από την εφαρμογή της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ). Η ΚΑΠ είναι η πιο σημαντική και η πιο ακριβή κοινή πολιτική της ΕΕ.
Οι στόχοι της ΚΑΠ 2023-2027 είναι οι παρακάτω:
- Να παράσχει πιο στοχευμένη στήριξη σε μικρότερες γεωργικές εκμεταλλεύσεις.
- Να ενισχύσει τη συμβολή της γεωργίας στην επίτευξη των στόχων της ΕΕ για το περιβάλλον και το κλίμα.
- Να προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία στα κράτη μέλη ώστε να προσαρμόσουν τα μέτρα στις τοπικές συνθήκες.
Οι κυριότερες πτυχές της πολιτικής είναι οι εξής:
- Νέα «πράσινη αρχιτεκτονική», βασιζόμενη στα περιβαλλοντικά πρότυπα που πρέπει να τηρούν οι γεωργοί και πρόσθετα εθελοντικά μέτρα.
- Πιο στοχευμένες άμεσες ενισχύσεις και παρεμβάσεις υπέρ της αγροτικής ανάπτυξης, υποκείμενες σε στρατηγικό σχεδιασμό.
- Προσέγγιση με βάση τις επιδόσεις, σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη υποβάλλουν ετήσιες εκθέσεις για τις επιδόσεις τους.
Μίνι ιστορία της ΚΑΠ
Η Ευρώπη είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας τροφίμων στον κόσμο, με εξαγωγές που φθάνουν τα 184 δισ. ευρώ το 2020, έναντι 136 των ΗΠΑ και 77 της Βραζιλίας. Η γεωργική πολιτική της Ένωσης δεν είχε πάντα την ίδια στόχευση. Αν στα πρώτα της βήματα μετά το 1962 –οπότε εγκαινιάσθηκε– στόχος ήταν η αύξηση της παραγωγικότητας και η εντατικοποίηση των καλλιεργειών, αυτό μετά το 2000 άλλαξε με δειλά και ανασφαλή βήματα, προς μια γεωργία και μια κτηνοτροφία που να «στέκεται ουδέτερα» απέναντι στην κλιματική αλλαγή, χωρίς να μειώνεται το εισόδημα των παραγωγών και διασφαλίζοντας, ιδιαίτερα στην περίοδο μετά την πανδημία κόβιντ, την επάρκεια της Ευρώπης σε τρόφιμα.
Οι πρώτες πιέσεις
Η «πράσινη» ΚΑΠ αυξάνει τα κόστη για τους αγρότες. Αυτοί όμως, από την αρχή της εφαρμογής της είχαν να αντιμετωπίσουν μία ακόμα πρόκληση: τις φθηνές εισαγωγές από χώρες που δεν είναι υποχρεωμένες να τηρήσουν τα ευρωπαϊκά στάνταρ.
Ο πρώτος χρόνος εφαρμογής της νέας ΚΑΠ συνέπεσε με μία έκρηξη των εισαγωγών ουκρανικών γεωργικών προϊόντων, καθώς αποφασίσθηκε πως αυτά θα ήταν ελεύθερα δασμών, αρχικά σε πέντε χώρες της Ένωσης που συνορεύουν με την Ουκρανία και μετά σε όλες τις χώρες της Ένωσης. Παρά το γεγονός ότι η ΕΕ το έκανε για να υποστηρίξει την Ουκρανία στον πόλεμο, οι γειτονικές με την Ουκρανία χώρες αναγκάσθηκαν να κλείσουν προσωρινά τα σύνορά τους στα ουκρανικά προϊόντα, διότι οι φθηνές εισαγωγές υπονόμευαν την ακριβότερη ντόπια φυτική παραγωγή (σιτηρά, καλαμπόκι). Μάλιστα το αρχικό «ελεύθερο» για τις εισαγωγές αγροτικών προϊόντων στις γειτονικές με την Ουκρανία χώρες της ΕΕ, περιορίσθηκε στο δικαίωμα των εμπόρων να χρησιμοποιούν τις χώρες αυτές ως τράνζιτ, με ρητή πρόβλεψη να μην πωλούνται τα προϊόντα σε αυτές, αλλά στις άλλες χώρες της Ένωσης.
Στο τέλος του δεύτερου χρόνου του ρωσο-ουκρανικού πολέμου οι εξαγωγές ουκρανικών αγροτικών προϊόντων στην ΕΕ προσέγγιζαν τα 12,9 δισ. δολάρια, καθιστώντας την τον μεγαλύτερο εξαγωγέα τροφίμων προς την ΕΕ μετά τη Βραζιλία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Αξία εξαγωγών γεωργικών προϊόντων από την Ουκρανία προς την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ-27) από το 2015 έως το 2022 (σε δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ). [Statista]
Παρόλα αυτά για πολιτικούς λόγους, ακόμα και μέσα στην τωρινή κρίση του αγροτικού κόσμου στην Ευρώπη, η ΕΕ αποφάσισε να παρατείνει για έναν χρόνο το ελεύθερο δασμών καθεστώς για τα αγροτικά προϊόντα από την Ουκρανία και τη Μολδαβία για πολιτικούς λόγους. Πάντως η Ένωση αποφάσισε αν σε κάποια ευαίσθητα προϊόντα οι ποσότητες των εισαγωγών από την Ουκρανία ξεπεράσουν κάποιο όριο, να επαναφέρει τους δασμούς.
Την ίδια ώρα που λαμβανόταν η απόφαση αυτή, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε στη Βόνιτσα μία δήλωση που έδινε την εντύπωση ότι η Ελλάδα τουλάχιστον θα είχε επιφυλάξεις στην διαιώνιση του καθεστώτος χωρίς δασμούς για τα ουκρανικά αγροτικά προϊόντα – όπως για παράδειγμα έκανε η Γαλλία, στοχεύοντας τα δημητριακά και τα κοτόπουλα.
Είπε ο πρωθυπουργός στο μπλόκο των αγροτών της Βόνιτσας: «Δεν γίνεται εμείς να επιβάλουμε στους αγρότες και τους κτηνοτρόφους μας ένα κόστος για την προσαρμογή για την κλιματική αλλαγή και ταυτόχρονα να εισάγουμε προϊόντα από χώρες που δεν έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις και δεν έχουν τα ίδια υψηλά στάνταρ στα προϊόντα τους». Την ίδια ώρα ο πρόεδρος Μακρόν, που διαφωνεί με την εμπορική συμφωνία της ΕΕ με τη Λατινική Αμερική (Mercosur) ακριβώς για τους λόγους που επικαλείται ο Μητσοτάκης, ζήτησε από την ΕΕ να μπλοκάρει τις διαπραγματεύσεις αυτές.
Το αργό «πρασίνισμα»
Στην προχθεσινή έκτακτη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, οι 27 αποφάσισαν να μην εφαρμοστεί τον επόμενο χρόνο ένα από τα δέκα «οικολογικά σχέδια» για το «πρασίνισμα» της ευρωπαϊκής γεωργίας, αυτό που αφορά την αγρανάπαυση του 4% της αγροτικής γης. Η αναβολή της εφαρμογής του μέτρου χαιρετίστηκε από τους 27.
Θα ήταν όμως λάθος, παραδέχεται Έλληνας αξιωματούχος με γνώση των συζητήσεων στις Βρυξέλλες που θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία του, αν οι φθηνές εισαγωγές θεωρούνταν αποκλειστικά υπεύθυνες για το πισωγύρισμα της νέας πολιτικής γεωργίας της ΕΕ. Τα λεγόμενα δέκα οικολογικά σχέδια της νέας ΚΑΠ –που δεσμεύουν το 30% των επιδοτήσεων στη γεωργία (κάπου 420 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο για την Ελλάδα), που θα δοθούν μόνο στις χώρες που θα τα εφαρμόσουν– περιλαμβάνουν μια πανσπερμία μέτρων, για τα οποία δεν φαίνεται πως ήταν προετοιμασμένες ούτε οι διοικήσεις, ούτε οι αγρότες. Εκτός από την αγρανάπαυση της γης, τα μέτρα περιλαμβάνουν μεγαλύτερη ποικιλία καλλιεργειών με λιγότερα λιπάσματα ή λιπάσματα νέας γενιάς (με αναστολέα νιτροποίησης, λιπάσματα βραδείας αποδέσμευσης ή με βιοδιεγέρτες).
Ένας ακόμα λόγος που δυσκόλεψε τη μετάβαση των αγροτών την περσινή χρονιά στο νέο μοντέλο, ήταν οι μεγάλες καταστροφές που προκάλεσε η υπερβολικά ζεστή χρονιά.
Τα λιπάσματα νέας γενιάς
Η διάρκεια αναστολής παραγωγής της νιτρικής μορφής του αζώτου, βασικού συστατικού των λιπασμάτων, μπορεί να ανέλθει στην περίπτωση χρήσης λιπασμάτων με αναστολείς νιτροποίησης έως και στις 10 εβδομάδες. Κάτι τέτοιο είναι μεγάλης σημασίας, διότι με αυτόν τον τρόπο ελαχιστοποιούνται οι απώλειες του αζώτου, έτσι ώστε το φυτό να προλαβαίνει την απορρόφησή του πριν αυτό εκπλυθεί ή απονιτροποιηθεί.
Τα λιπάσματα βραδείας αποδέσμευσης (SRF) προσφέρουν σταθερή παροχή θρεπτικών στοιχείων στα φυτά για μεγάλο χρονικό διάστημα. Περιέχουν θρεπτικά στοιχεία (κυρίως άζωτο), σε μορφή που καθυστερεί την αρχική τους διαθεσιμότητα. Λόγω αυτού του γεγονότος, τα λιπάσματα πραγματικά βραδείας απελευθέρωσης παρέχουν βιώσιμη και συνεχή παροχή αζώτου για έως και τέσσερις μήνες, ακόμη και σε αβέβαιες καιρικές συνθήκες.
Οι βιοδιεγερτικές ουσίες επιδρούν και διευκολύνουν διαδικασίες όπως την πρόσληψη θρεπτικών στοιχείων και την ανοχή στο στρες (π.χ. από ανομβρία, μυκητολογικές ασθένειες). Μέσω της δραστηριότητας των μικροοργανισμών βελτιώνουν φυσικοχημικές ιδιότητες του εδάφους και ευνοούν την ανάπτυξη του ριζικού συστήματος.
Με τη νέα ΚΑΠ ο περιορισμός των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου θα κυμαινόταν από 1% εως 5%. Πιο επιβαρυντικοί παράγοντες για τις εκπομπές είναι η κτηνοτροφία βοοειδών, εξαιτίας των εκπομπών μεθανίου και όχι μόνο, η καλλιέργεια δημητριακών εκτός ρυζιού αλλά ακόμα και το ρύζι και η αιγοπροβατοτροφία. «Συνολικά με πολύ μικρές εξαιρέσεις το σημερινό μοντέλο της γεωργικής παραγωγής επιβαρύνει το αρνητικό ισοζύγιο στον πόλεμο των εκπομπών», μου είπε αξιωματούχος της ΕΕ που είχε πάρει μέρος στη σύνταξη της ΚΑΠ της περιόδου 2015-2019, όπου προβλέπονταν περιβαλλοντικοί στόχοι λιγότερο φιλόδοξοι, από τους οποίους η ευρωπαϊκή γεωργία έμεινε πολύ μακριά.
Η νέα ΚΑΠ όμως έχει αντιφατικούς μεταξύ τους στόχους: Να γίνει πιο πράσινη, να μοιρασθούν οι πόροι πιο δίκαια, να αυξηθεί η παραγωγικότητα και όλα αυτά σε συνθήκες ελεύθερου εμπορίου με τις άλλες περιοχές του κόσμου. Ο Γάλλος πρόεδρος, που έχει «πίσω του» το 18,9% του ευρωπαϊκού αγροτικού εισοδήματος, κατάλαβε ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει. Και τώρα φαίνεται ότι το αντιλαμβάνεται και η Κομισιόν, που κάνει μικρά βήματα προς τα πίσω.
Όμως η νέα ΚΑΠ εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά πολύπλοκη και ευάλωτη μεταξύ άλλων σε απάτες εις βάρος των ευρωπαϊκών ταμείων, κάτι για το οποίο έχουν ήδη προειδοποιήσει οι ευρωπαϊκές αρχές. Μάλιστα ένας Έλληνας υπάλληλος κάλεσε την ΕΕ να «σκάψει βαθύτερα στους ελέγχους».