Στην Ελλάδα σήμερα, δεν είναι πολλοί εκείνοι που ασχολούνται με το lettering. Βέβαια, όταν λέμε ελληνικό lettering θα πρέπει να σκεφτόμαστε αρχικά την ελληνική καλλιγραφία. Οι λόγοι έχουν τις ρίζες τους στην ιστορία. Συγκεκριμένα, ο σχεδιασμός γραμμάτων στο χέρι και η καλλιγραφία δεν ήταν ποτέ σημαντικό μέρος της ελληνικής ιστορικής παράδοσης, όπως ήταν στην Ευρώπη του Διαφωτισμού και ειδικότερα στην Αγγλία του 18ου αιώνα.
Στην Ευρώπη, ο σχεδιασμός γραμμάτων υφίσταται για πολλά χρόνια και έχουμε δείγματα εικονογράφησης με γράμματα σε παλιά χειρόγραφα, ήδη από τα μεσαιωνικά χρόνια, αλλά και μεταγενέστερα εντυπωσιακά δείγματα καλλιγραφίας, βασικά για χρήση καταγραφής και λογιστικής.
Το ίδιο δεν συμβαίνει στην Ελλάδα όπου, και λόγω Τουρκοκρατίας, η χώρα μένει απομονωμένη από τις καλλιγραφικές εξελίξεις. Επιπλέον, το ελληνικό αλφάβητο δεν βοηθάει, όντας διαφορετικό από το λατινικό. Η κλασική καλλιγραφία στην Ευρώπη εξελίσσεται, τελειοποιείται και αποκτά κανόνες σύμφωνα με τους οποίους τα γράμματα ενώνονται, ενώ η ελληνική καλλιγραφία μένει πιο στάσιμη, με αποτέλεσμα κάποια από τα γράμματα να ενώνονται “αμήχανα” μεταξύ τους. Ο ξένος καλλιγράφος ακόμα και σήμερα, ασκεί ένα επάγγελμα που είναι σεβαστό, ενώ στην Ελλάδα δεν υπάρχει αυτό που θα λέγαμε υπόβαθρο για την εφαρμοσμένη καλλιγραφία.
Στα παλαιότερα χρόνια, η καλλιγραφία αποτελούσε μάθημα ορθογραφίας στο ελληνικό δημοτικό σχολείο, όπου οι μαθητές διδάσκονταν πώς να γράφουν όμορφα, καθαρά και ευανάγνωστα αλλά πλέον, η τέχνη της καλλιγραφίας έχει εγκαταλειφθεί εδώ και πολλά χρόνια.
Μια αξιόλογη και πολύ ενδιαφέρουσα προσπάθεια καταγραφής της ελληνικής καλλιγραφίας αυτής της εποχής, κάνει το ΣΤΕΛΛΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ - Calligraphy à la Greka. Εμπνευστής της προσπάθειας ο Γιάννη Καρλόπουλος, με αναφορές από τη γιγαντοαφίσα κινηματογράφου που πρόλαβε να δουλέψει στα τέλη της δεκαετίας του 1980 κοντά σε έναν από τους τελευταίους μάστορες του είδους. Πλαισιωμένος από τους σχεδιαστές Βασίλη Γεωργίου και Παναγιώτη Χαρατζόπουλο, το πρότζεκτ εντάσσεται στη διαχείριση της Ελληνικής Ψηφιακής Τυποθήκης.
Χρόνια συνεργάτες οι τρεις τους και με εμπειρία στο σχεδιασμό γραμμάτων, εταιρικής ταυτότητας, περιοδικών, βιβλίων και εκδόσεων, πολιτιστικών εκδηλώσεων, εικονογράφησης, websites (όπως της Lifo.gr, ενώ πριν λίγες μέρες ανέβηκε το ανανεωμένο sgt.gr), αλλά και συνεργασίες με άλλους καλλιτέχνες και ομάδες (City Prints, τους μεταξοτύπες Tind.gr, Zorbas is missing. Ο Καρλόπουλος είναι συνιδρυτής της Fosphotos και της Popaganda.
Οι ίδιοι εξηγούν: «Οι καλλιτέχνες αυτής της περιόδου, αναπτύσσουν ιδιαίτερες δεξιότητες σχεδιασμού γραμμάτων για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους. Μέσα από την παρακολούθηση της δουλειάς τους, καταγράφουμε κάποια πολύ ενδιαφέροντα καλλιγραφικά στιλ, τα οποία έχουν την καταπληκτική ιδιότητα να προσδίδουν στην εικόνα της εποχής ένα αυθεντικό ελληνικό ύφος. Το ύφος συνίσταται στο γεγονός, πως ενώ η επαφή και η επικοινωνία την εποχή εκείνη με τον υπόλοιπο κόσμο ήταν παραπάνω από δύσκολη, εντούτοις, συμβάδιζαν με τους συναδέλφους τους είτε στην Ευρώπη είτε στην Αμερική. Η περίπτωση δε του δημιουργού της αφίσας της «Στέλλας», Γ. Βακιρτζή (με μια ασπρόμαυρη φωτογραφία 10 εκ. για πρωτότυπο και με κανένα μηχανικό μέσο παρά μόνο με ελεύθερο χέρι και πινέλο), είναι ενδεικτική για το πόσο “pop” ήταν ο ίδιος, όταν στα 1955 απεικονίζει την πρωταγωνίστρια της ταινίας, Μελίνα Μερκούρη με λιλά πρόσωπο, χρόνια πριν παρουσιαστεί η Μονρόε από τον Γουόρχολ –και μάλιστα μεταξοτυπικά.
Θα λέγαμε ότι το Στέλλα πρότζεκτ είναι ένας φόρος τιμής στο λαϊκό σχέδιο –το οποίο τείνει να σβηστεί από τη συλλογική μνήμη. Κι αυτό όχι από νοσταλγική διάθεση ή επιθυμία εξωραϊσμού του παρελθόντος λόγω ενός δυστοπικού σήμερα σύμφωνα με μερικούς (εντελώς λάθος και αυτό), αλλά, από ανάγκη παρακολούθησης της ιστορικής εξέλιξης, του εντοπισμού της έμπνευσης που προκύπτει από την παρατήρηση της κληρονομιάς της ελληνικής καλλιγραφίας, μέσα από κάποιες επιγραφές, παλιά τετράδια, διαφημίσεις στα περιοδικά του ’60 και συσκευασίες της ίδιας εποχής».
Ο γραφίστας Πάρις Κούτσικος (parisko) υπήρξε συνιδρυτής και καλλιτεχνικός υπεύθυνος των εκδόσεων ΟΞΥ. Η δουλειά του καλύπτει ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων, κυρίως σχεδιασμό βιβλίων, branding, μεταξοτυπίες, καλλιτεχνική επιμέλεια σε έντυπα, αλλά και τοιχογραφίες, κολάζ, εικαστικά, εικονογράφηση και, παλιότερα, street art. Η χρήση του lettering στη δουλειά του είναι χαρακτηριστικό στοιχείο. Χρησιμοποιεί λέξεις ή φράσεις σχεδιασμένες στο χέρι, όπου οι ίδιες οι λέξεις επικοινωνούν το μήνυμα, αλλά λειτουργούν και μόνες τους σαν εικαστικό στοιχείο.
Ο Κοέν χαρακτηρίζει την τυπογραφία δεύτερη φύση του και συνθέτει σουρεαλιστικά αλφάβητα από εκατοντάδες μικρότερες εικόνες, αναμειγνύοντας φωτογραφία, ψηφιακή επεξεργασία και σύνθεση στον υπολογιστή, δημιουργώντας έτσι νέες οντότητες που παίζουν συχνά με το φανταστικό και το γκροτέσκο. Οι συλλογές Metamorphabets με πειραματικά αλφάβητα συμπεριλαμβάνουν το Toyphabet, όπου αντικείμενα μεταμορφώνονται σε γράμματα και τα γράμματα σε παιχνίδια, αλλά και το Warphabet, όπου τα γράμματα δημιουργούνται από όπλα και στρατιωτικά στοιχεία.
O Vladimir Radibratovic, μισός Σέρβος και μισός Κροάτης, ήρθε στην Ελλάδα πριν 25 χρόνια. Με σπουδές αρχιτεκτονικής και εφαρμοσμένων τεχνών στο Βελιγράδι, εργάστηκε στην Ελλάδα ως εικονογράφος σε περιοδικά και εφημερίδες, αλλά και στο χώρο της διαφήμισης. Παράλληλα αφιερώθηκε στην καλλιγραφία και στο σχεδιασμό γραμματοσειρών και επιπλέον διδάσκει σεμινάρια καλλιγραφίας.
Συχνά με το όνομα Blakq συνεργάζεται με τον Chris Tzaferos (aka Simek) για να δημιουργήσουν έργα graffiti με έντονες γεωμετρικές φόρμες σε συνδυασμό με τυπογραφία-καλλιγραφία.
Παρά το γεγονός ότι μπορεί να θεωρηθεί τυπογραφία και όχι lettering, είναι πολύ αξιόλογη η προσπάθεια της Αναστασίας Δημητριάδη, η οποία έχει σχεδιάσει τρεις πολύ όμορφες καλλιγραφικές γραμματοσειρές βασισμένες στην δική της καλλιγραφική γραφή και σε στιλ modern calligraphy. Οι γραμματοσειρές αυτές υποστηρίζουν και ελληνικά, κάτι που δεν είναι καθόλου εύκολο σχεδιαστικά, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν αρκετά παλαιότερα δείγματα σε αυτό το στιλ καλλιγραφίας.
O Μανώλης Αγγελάκης (aka TIND) μετέφερε ολόκληρη την «Ιθάκη» του Καβάφη με lettering πάνω στην πρόσοψη του νέου σουβλατζίδικου Suvlaki στο Soho του Λονδίνου.
To ελληνικό lettering σηματοδοτεί και στη χώρα μας μια επιστροφή στην τέχνη του χειροποίητου, είτε σε μορφή ρετρό γραμματοσειρών με αυθεντική ελληνική ταυτότητα, είτε σε πειραματική μορφή παίζοντας με τις ιδιαιτερότητές των γραμμάτων της ελληνικής αλφαβήτου.
Πρόσκληση-αφίσα για γάμο από τον Γιάννη Μαμαλούκο.
O Ντίμη Γιαννακούλιας (aka Studio Ampersand) ειδικεύεται στην τυπογραφία και τον σχεδιασμό αφίσας με έδρα την Πάτρα, και έχει σαν σλόγκαν «Πάντα παλιάς σχολής, αλλά ποτέ παλιομοδίτικο» (always old-school, but never old-fashioned).
Η πιο μοντέρνα μορφή lettering που πλέον συναντάμε από πολλούς νέους σχεδιαστές φλερτάρει με τις ξένες τάσεις και στιλ, αλλά παράλληλα βοηθάει στην εξωστρέφεια και την απενοχοποίηση της ελληνικής γλώσσας απέναντι στην επικράτηση της αγγλικής σε σχέση με την χρήση της σε νέες εφαρμογές με lettering. Συνήθως οι σχεδιαστές χρησιμοποιούν αγγλικούς τίτλους στις εφαρμογές τους, είτε γιατί το ζητάει ο πελάτης, είτε γιατί θεωρούν ότι στα ελληνικά δεν είναι αρκετά μοντέρνο ή δεν θα «μοιάζει καλό». Τελικά όμως, δεν είναι πιο cool και μοναδική, μια καλοσχεδιασμένη επιγραφή μαγαζιού, η οποία χρησιμοποιεί τα ελληνικά στοιχεία της αλφαβήτου όχι περιοριστικά, αλλά σαν πλεονέκτημα;