Ανοιχτά ή κλειστά σχολεία στην πανδημία: Νεότερες έρευνες και τα δεδομένα (που λείπουν)

Τα σχολεία στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης παραμένουν ανοιχτά, ενώ η χώρα μας διεκδικεί χρονικό ρεκόρ περιορισμών στην εκπαίδευση με φυσική παρουσία. Ποια είναι τα νεότερα επιδημιολογικά και ιατρικά δεδομένα, αλλά και γιατί δεν αρκούν για να δώσουν όλες τις απαντήσεις.
Χρόνος ανάγνωσης: 
15
'
Ναύπλιο, 3 Φεβρουαρίου 2021. [Βασίλης Παπαδόπουλος]

Η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας αναμένεται να συνεδριάσει αυτήν την εβδομάδα προκειμένου να γνωμοδοτήσει για το άνοιγμα ή μη των σχολείων στις «κόκκινες» (και τις «βαθυκόκκινες») περιοχές. H απάντηση που αναζητούν οι επιστήμονες, για ακόμη μια φορά δεν (θα) είναι εύκολη και προφανής. Σύμφωνα με πληροφορίες του inside story, οι αντίρροπες απόψεις δεν είναι εύκολο να συγκεραστούν. Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας θέλει τα σχολεία ανοιχτά, την ώρα που ορισμένοι λοιμωξιολόγοι και επιδημιολόγοι παραμένουν επιφυλακτικοί. Παράλληλα, στελέχη των «παραγωγικών» υπουργείων (αν και μεταξύ μας, το Παιδείας θα έπρεπε να θεωρείται το πλέον παραγωγικό) πιέζουν προς την κατεύθυνση της επαναλειτουργίας άλλων κλάδων της οικονομίας, με το επιχείρημα ότι η τηλεκπαίδευση καλύπτει έστω και μερικώς τις εκπαιδευτικές ανάγκες.

Με δυο λόγια

Τα στέρεα και λεπτομερή δεδομένα σχετικά με τα κρούσματα και τις συρροές σε σχολεία πρέπει να αποτελούν, σύμφωνα με τους επιστήμονες, οδηγό για την επαναλειτουργία ή το κλείσιμο των σχολικών μονάδων, κάτι που συμβαίνει στις περισσότερες προηγμένες χώρες. Ιχνηλάτηση, επιστημονική παρατήρηση και διαγνωστικοί έλεγχοι είναι οι τρεις πυλώνες πάνω στους οποίους βασίζονται οι σχετικές αποφάσεις. Στη χώρα μας όμως, τα σχετικά στοιχεία δεν δημοσιοποιούνται και είναι παντελώς άγνωστο εάν υπάρχουν (πέρα από τον αριθμό των τμημάτων και των σχολείων που ανέστειλαν τη λειτουργία τους λόγω θετικών διαγνώσεων), παρότι η ύπαρξή τους θα βοηθούσε τόσο στην ορθότερη λήψη των αποφάσεων, όσο και στη συμμόρφωση των πολιτών με τα εκάστοτε μέτρα. Παρόλα αυτά, συγκριτικά με τις άλλες χώρες της ΕΕ, τα ελληνικά σχολεία έχουν μείνει περισσότερες εβδομάδες κλειστά: Ο μέσος όρος στην Ελλάδα είναι 23 εβδομάδες, όσες ακριβώς και στην Ιταλία, που χτυπήθηκε δριμύτατα από τον ιό. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι α) οι περισσότεροι επιστήμονες συναινούν πως οι μαθητές (τουλάχιστον του δημοτικού) δεν «οδηγούν» την επιδημία, απλώς ακολουθούν τις τάσεις στην κοινότητα, β) είναι επιστημονικά διαπιστωμένο ότι τα παιδιά μεταδίδουν τον SARS-CoV-2 σπανιότερα συγκριτικά με τους ενήλικες, και το ίδιο ισχύει για τις μεταλλάξεις του ιού και γ) η γενική συναίνεση στους οργανισμούς υγείας είναι πως η απόφαση για κλείσιμο των σχολείων πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως «έσχατη λύση», λόγω αρνητικών επιπτώσεων στη σωματική και ψυχική υγεία των μαθητών, στην εκπαιδευτική διαδικασία και στην οικονομία.

Αυτές τις μέρες που υπάρχει ανάγκη για ξεκάθαρη ενημέρωση κι ανάλυση, το inside story προσφέρει όλα τα άρθρα γύρω από τον Covid-19 ελεύθερα σε όλους τους αναγνώστες.

#ΜένουμεΑσφαλείς: Ανακαλύψτε πάνω από 2.500 ρεπορτάζ και ιστορίες του inside story. Γραφτείτε για έναν μήνα δωρεάν EΔΩ.

Ανεξαρτήτως της έκβασης των συγκεκριμένων διαπραγματεύσεων στην Επιτροπή, σχεδόν όλοι συμφωνούν ότι οι μαθητές πρέπει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο να επιστρέψουν στο φυσικό τους περιβάλλον, που δεν είναι άλλο από το σχολείο. Σε αυτό το πλαίσιο, η πολιτεία καλείται να μεριμνήσει ώστε να επαναλειτουργήσουν οι εκπαιδευτικές μονάδες με φυσική παρουσία, χωρίς να επιδεινωθεί σημαντικά η επιδημία. Και όπως αποδεικνύει η διεθνής εμπειρία και τα πιο πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα, αυτό είναι εφικτό.

Η ανάγκη για δεδομένα

Αφού εμπεδώσουμε ότι το ρίσκο μετάδοσης του ιού στα σχολεία δεν είναι σημαντικό, αλλά δεν μπορεί να είναι μηδενικό –κάτι που άλλωστε ισχύει για όλες τις δραστηριότητες που επανεκκινούν– θα ήταν ωφέλιμο να εστιάσει ο διάλογος στις κοινωνικές και ψυχολογικές πτυχές της απουσίας των παιδιών από το σχολείο, να διερευνηθεί τι συνεπάγεται η προσκόλλησή τους σε μία ή περισσότερες οθόνες, και ανεξαρτήτως της εύρυθμης ή μη λειτουργίας της τηλεκπαίδευσης, να προσδιοριστεί πόσο μεγάλη θα είναι η ζημιά σε μαθησιακό και ακαδημαϊκό επίπεδο. Επίσης θα πρέπει να αναδειχτεί το πόσο διευρύνεται η «ψαλίδα» των εκπαιδευτικών ανισοτήτων, καθώς διαπιστωμένα πλήττονται τα παιδιά των φτωχότερων οικογενειών, των μειονοτήτων κ.λπ.

Ουδείς επίσης μπορεί να αγνοήσει τις οικονομικές συνέπειες των κλειστών σχολείων, αλλά και τη συνεπόμενη μελλοντική απώλεια εισοδημάτων (τουλάχιστον 8%, εφόσον τα σχολεία κλείσουν για συνολικά τέσσερις μήνες, όπως εκτιμά επιστημονική ομάδα υπό τον Γεώργιο Ψαχαρόπουλο). Από την ίδια μελέτη προκύπτει ότι οι μαθητές από χώρες χαμηλού εισοδήματος θα επηρεαστούν περισσότερο και οι απώλειες θα είναι «καταστροφικές».

Αντί λοιπόν να διατυπώνονται δημοσίως αφορισμοί (αφενός ότι τα παιδιά δεν νοσούν, αφετέρου ότι τα παιδιά είναι «βόμβες κορονοϊού»), αντί να αναπαράγονται αντικρουόμενα στοιχεία (είτε ότι δεν καταγράφεται ενδοσχολική μετάδοση είτε ότι αυξάνονται εκθετικά οι σχολικές συρροές κρουσμάτων), και αστήριχτοι ισχυρισμοί («ο ιός μεταδίδεται από τους γονείς που πίνουν καφέ περιμένοντας τα παιδιά» ή «οι έφηβοι κολλάνε ο ένας τον άλλο στις πλατείες φεύγοντας από το Λύκειο), θα ήταν πιο γόνιμο οι αποφάσεις να βασίζονται σε στέρεα και τεκμηριωμένα δεδομένα. Όπως άλλωστε γίνεται διεθνώς, καθώς στις περισσότερες προηγμένες χώρες οι αποφάσεις για τη λειτουργία της εκπαίδευσης εν μέσω πανδημίας θεμελιώνονται όχι από θεωρητικές εκτιμήσεις, αλλά από συγκεκριμένα στοιχεία, που προκύπτουν από την επιστημονική παρατήρηση, την ιχνηλάτηση και τους διαγνωστικούς ελέγχους.

Στη χώρα μας, τα σχετικά δεδομένα δεν δημοσιοποιούνται παρότι θα βοηθούσαν τόσο στην ορθότερη λήψη των αποφάσεων, όσο και στη συμμόρφωση των πολιτών με τα εκάστοτε μέτρα. Παρότι για παράδειγμα η πλατφόρμα edu.testing λειτουργεί από τις 7 Ιανουαρίου, τα στοιχεία από τους ελέγχους σε εκπαιδευτικούς και μαθητές δεν γίνονται γνωστά. [*Για πολλοστή φορά, οι αρμόδιοι του ΕΟΔΥ δεν απάντησαν στα αιτήματά μας για την παροχή των (δημόσιων) δεδομένων που ζητήσαμε για τις ανάγκες του ρεπορτάζ.]

Το μόνο που γνωρίζουμε με ασφάλεια είναι ο αριθμός των τμημάτων και των σχολείων που ανέστειλαν τη λειτουργία τους λόγω θετικών διαγνώσεων. Αυτό που δεν γνωρίζουμε είναι πόσοι από τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς μετέδωσαν σε άλλους τον ιό εντός κι εκτός σχολικού περιβάλλοντος.

Πώς αξιοποιούνται τα δεδομένα διεθνώς

Στις ΗΠΑ, όπου υπάρχει λεπτομερής καταγραφή των κρουσμάτων σε σχολεία, τα δεδομένα αποτελούν οδηγό για την επαναλειτουργία ή το κλείσιμο των σχολικών μονάδων, ενώ επιστημονικές μελέτες αναδεικνύουν τη χρησιμότητά τους.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η περίπτωση της πολιτείας του Rhode Island, όπου καταγράφονται λεπτομερώς όλα τα επιδημικά δεδομένα στις εκπαιδευτικές μονάδες παράλληλα με την κοινότητα. Σε συνδυασμό με άλλα μέτρα, οι αρχές του Rhode Island κατόρθωσαν να κρατήσουν ανοιχτά τα σχολεία, σε αντίθεση με άλλες πολιτείες των ΗΠΑ.

Οι οδηγίες του αμερικανικού CDC, που επιβεβαιώνονται και από τους ειδικούς του Χάρβαρντ, συγκλίνουν σε συγκεκριμένα όρια: Με βασικό δείκτη τα κρούσματα ανά 100.000 πληθυσμού και τη θετικότητα (ποσοστό θετικών δειγμάτων στο σύνολο των διαγνωστικών ελέγχων), προτείνουν συγκεκριμένες ενέργειες σε σχέση με το άνοιγμα ή κλείσιμο των σχολείων.

Βασικός άξονας στην πορεία προς την επανέναρξη των μαθημάτων στον φυσικό τους χώρο, είναι οι εκτεταμένοι και καλά σχεδιασμένοι διαγνωστικοί έλεγχοι, όπως προκύπτει και από πειραματική εφαρμογή που έγινε σε έξι δημοτικά σχολεία, με την υποστήριξη του Rockefeller Foundation.

Παρά ταύτα, στις ΗΠΑ η επαναλειτουργία των σχολείων με φυσική παρουσία πυροδοτεί μια έντονη αντιπαράθεση με πολιτικό υπόστρωμα – οι συνδικαλιστικές ενώσεις των εκπαιδευτικών που κατά κανόνα κλίνουν προς το Δημοκρατικό κόμμα αντιτίθενται στην επαναλειτουργία, τουλάχιστον έως ότου εμβολιαστούν όλοι, ενώ στις πολιτείες που πλειοψηφούν οι Ρεπουμπλικάνοι τα περισσότερα σχολεία λειτουργούν κανονικά.

Ρίχνοντας μια ματιά στον υπόλοιπο κόσμο, τα λεπτομερή δεδομένα αποτελούν οδηγό και για τη λειτουργία και τα επιμέρους μέτρα που λαμβάνονται στα σχολεία της Αυστραλίας. Υπάρχει για παράδειγμα συγκεκριμένο όριο, πάνω από το οποίο συστήνεται η λήψη μέτρων όπως η υποχρεωτικότητα της μάσκας, η εκ περιτροπής λειτουργία των τάξεων κ.λπ.

Στη Νότια Κορέα, οι αποφάσεις για τη λειτουργία των σχολείων εν μέσω πανδημίας λαμβάνονται μεν σε εθνικό επίπεδο, αλλά οι επιμέρους αποφάσεις λαμβάνονται σε δημοτικό ή τοπικό, ενώ σε αρκετές πόλεις το κάθε σχολείο αποφασίζει αυτόνομα, βασισμένο όμως σε συγκεκριμένους δείκτες (ποσοστά νέων λοιμώξεων, δείκτη θετικότητας, τόσο στους μαθητές όσο και στους εκπαιδευτικούς, αλλά και τοπικό δείκτη Rt κ.ά.).

Στη Γαλλία, εκτός των άλλων μέτρων υπάρχει συστηματική καταγραφή όλων των κρουσμάτων, με παράλληλη γονιδιωματική επιτήρηση για τον έγκαιρο εντοπισμό παραλλαγμένων στελεχών. Το ίδιο συμβαίνει και στη Δανία, όπου αλληλουχούνται όλα τα θετικά δείγματα μαθητών και εκπαιδευτικών, προκειμένου να εμποδιστεί η ευρύτερη διάδοση των μεταλλαγμένων στελεχών του ιού.

Τα μαθήματα της Βρετανίας

Στο Ην. Βασίλειο, παρά την πολιτική της κυβέρνησης για ανοιχτά σχολεία, μετά το πρώτο επιδημικό κύμα, τα σχολεία έκλεισαν εσπευσμένα τον Δεκέμβριο λόγω (και) της επικράτησης της παραλλαγής Β.1.1.7. Οι μοναδικές εξαιρέσεις ήταν οι μαθητές των ειδικών σχολείων και τα παιδιά, οι γονείς των οποίων εργάζονται σε κρίσιμες θέσεις (για την αντιμετώπιση της πανδημίας και την ολοκλήρωση του Brexit).

Τα εκατομμύρια των μαθητών που έμειναν στα σπίτια τους όλο αυτό το διάστημα αναμένεται να επιστρέψουν στις αίθουσες με φυσική παρουσία στις 8 Μαρτίου. Ο Μπόρις Τζόνσον έχει κατ’ επανάληψη δηλώσει ότι το άνοιγμα των σχολείων στην Αγγλία είναι «προτεραιότητα» και ότι είναι προτιμότερο να λειτουργήσουν οι εκπαιδευτικές μονάδες, παρά τα καταστήματα λιανικής. Από αυτήν την εβδομάδα ξεκίνησε η σταδιακή επαναλειτουργία σχολείων στη Σκωτία και την Ουαλία. Στις δύο αυτές χώρες παρακολουθούνται καθημερινά οι δείκτες θετικότητας και αναπαραγωγής, ενώ στο ίδιο πλαίσιο έχει προβλεφθεί εκτεταμένο πρόγραμμα διαγνωστικών ελέγχων τόσο για τους διδάσκοντες (τουλάχιστον δύο φορές εβδομαδιαίως) όσο και για τους μαθητές. Και στην Αγγλία, τα σωματεία των καθηγητών αντιδρούν και πιέζουν για μαζικούς διαγνωστικούς ελέγχους, τόσο των διδασκόντων όσο και των μαθητών εν όψει της επανέναρξης.

Παράλληλα, μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, προεξάρχοντος του καθηγητή Επιδημιολογίας Τζον Έντμουντς, θεωρούν ότι η κυβερνητική απόφαση θα μπορούσε να αιτιολογηθεί μόνον εφόσον τα δεδομένα καταδείξουν ότι το άνοιγμα των σχολείων δεν θα οδηγήσει τον ρυθμό αναπαραγωγής R σε αύξηση άνω της μονάδας, όπως ανησυχεί η επιστημονική ομάδα που συμβουλεύει την κυβέρνηση για έκτακτες ανάγκες (SAGE).

Τουλάχιστον δέκα συνδικαλιστικές ενώσεις δασκάλων και διευθυντών σχολείων χαρακτήρισαν το κυβερνητικό σχέδιο «απερίσκεπτο» και ζήτησαν πιο σαφή επιστημονικά δεδομένα που να τεκμηριώνουν την ασφαλή επιστροφή των μαθητών στα θρανία. Το ίδιο απαιτεί και το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (EPI), εκπρόσωπος του οποίου ζήτησε επίσης τις επιστημονικές αποδείξεις και τα αδιάσειστα στοιχεία που τεκμηριώνουν ότι η επιστροφή των μαθητών θα πληροί τις βασικές προϋποθέσεις ασφάλειας.

Η ιδιαίτερη έμφαση που δίνεται στα δεδομένα υπερτονίζεται από τον Βρετανό Συνήγορο του Παιδιού, που με ανακοίνωση επισημαίνει ότι εφόσον δεν είναι εφικτή η επαναλειτουργία των σχολείων σε όλες τις περιοχές της χώρας, είναι επιβεβλημένος ο καθορισμός της επαναλειτουργίας ανά περιοχή, βάσει των τοπικών ποσοστών μόλυνσης και της εξέλιξης του δείκτη R ανά περιοχή. Προτείνεται μάλιστα η αναλογική αύξηση των ημερών που παρακολουθούν τα παιδιά μαθήματα δια ζώσης, σε συνάρτηση με την ποσοστιαία μείωση του αναπαραγωγικού ρυθμού R και του αριθμού των λοιμώξεων στην περιοχή τους (και μάλιστα διαφορετική, ανάλογα με την ηλικιακή ομάδα των μαθητών). Στο προσεχές μέλλον θεωρείται επιβεβλημένο να συνυπολογίζεται και το ποσοστό εμβολιασμών ανά περιοχή και ηλικιακή ομάδα, αλλά και το ποσοστό των εκπαιδευτικών που έχει εμβολιαστεί.

Εκτός όμως από τα στοιχεία για την πορεία της επιδημίας, υπάρχουν και τα «σκληρά δεδομένα». Το SAGE για παράδειγμα έχει εκτιμήσει ότι, αν οι τάξεις λειτουργήσουν με μισή χωρητικότητα (είτε με διαμοιρασμό των μαθητών είτε μέσω εβδομαδιαίας εναλλαγής σε δια ζώσης και ηλεκτρονική διδασκαλία), η επίδραση στον ρυθμό αναπαραγωγής R είναι τουλάχιστον 0,1-0,2 (ποσοστό που φαντάζει μικρό αλλά είναι εξαιρετικά κρίσιμο για την πορεία της επιδημίας).

Ρεκόρ χαμένων διδακτικών ωρών στην Ελλάδα

Οι μαθητές, οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς βιώνουν τη μεγαλύτερη διαταραχή του εκπαιδευτικού συστήματος μεταπολεμικά. Όπως μάλιστα σημειώνουν αρκετοί αναλυτές, είναι σαφώς περισσότερα τα σχολεία που έμειναν κλειστά κατά τη διάρκεια της πανδημίας, παρά κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Σε πολλές περιοχές του πλανήτη, τα σχολεία όλων των βαθμίδων έχουν μείνει κλειστά από τον περασμένο Μάρτιο, και οι μαθητές είτε παρακολουθούν μαθήματα μέσω διαδικτύου, είτε απέχουν εντελώς της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Ακόμη και στις χώρες που τα κράτησαν ανοιχτά, τα προβλήματα είναι πρωτοφανή.

Από τα δεδομένα που συγκεντρώνει η UNESCO, προκύπτει ότι συγκριτικά με τον Απρίλιο του 2020, όταν 190 χώρες κρατούσαν κλειστά τα σχολεία, σήμερα είναι μόλις 30 οι χώρες διεθνώς που δεν παρέχουν δια ζώσης εκπαίδευση. Πλέον, τα σχολεία είναι πλήρως ανοιχτά σε 101 χώρες.

Ενδιαφέρον όμως έχει η διάρκεια των περιοριστικών μέτρων. Ο παγκόσμιος μέσος όρος εκτιμάται στους 5,5 μήνες (22 εβδομάδες), ενώ πάνω από επτά μήνες (29 εβδομάδες) κατά μέσο όρο έμειναν κλειστά τα σχολεία μόνο σε ορισμένες χώρες στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική.

Συγκριτικά με τις άλλες χώρες της ΕΕ, τα ελληνικά σχολεία έχουν μείνει περισσότερες εβδομάδες κλειστά: Ο μέσος όρος στην Ελλάδα είναι 23 εβδομάδες (21-30 ανάλογα με τη βαθμίδα εκπαίδευσης), όσες ακριβώς και στην Ιταλία που χτυπήθηκε δριμύτατα από τα επιδημικά κύματα. Στην Ισπανία όμως τα σχολεία έμειναν κλειστά 15 εβδομάδες, στην Πορτογαλία 14 και στη Γαλλία μόλις 10. 13 και 15 εβδομάδες αντίστοιχα έμειναν κλειστά τα σχολεία στην Ολλανδία και το Βέλγιο, ενώ στην Αυστρία έφτασαν τις 18. Αυξημένες, και κοντά στα ελληνικά επίπεδα, ήταν οι μέρες που έμειναν οι μαθητές εκτός σχολείων στη Σλοβακία, τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία, την Ουγγαρία και την Πολωνία, χωρίς πάντως τα μέτρα να εφαρμόζονται κάθετα σε όλες τις βαθμίδες.

Τι δείχνουν οι μελέτες

Σε έκθεση του βρετανικού SAGE έπειτα από την επισκόπηση των επιδημιολογικών δεδομένων από το δεύτερο κύμα της επιδημίας το περασμένο φθινόπωρο, καταγράφεται ότι τα σχολεία έχουν «μέτριο» αντίκτυπο στη μετάδοση του ιού. Σημειώνεται πάντως ότι η αύξηση των κρουσμάτων μεταξύ παιδιών ήτα πράγματι υψηλότερη όταν τα σχολεία επαναλειτούργησαν τον Σεπτέμβριο του 2020. «Είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθεί το μέγεθος αυτού του φαινομένου και παραμένει δύσκολο να προσδιοριστεί το επίπεδο μετάδοσης που λαμβάνει χώρα ειδικά στα σχολεία σε σύγκριση με άλλους χώρους» αναφέρει χαρακτηριστικά.

Παρόλ’ αυτά, επισημαίνεται ότι το κλείσιμο των σχολείων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ήταν πιο αποτελεσματικό για τη συγκράτηση της επιδημίας σε σύγκριση με το κλείσιμο των δημοτικών σχολείων.

Αντίστοιχα είναι τα συμπεράσματα ερευνητών από το Πανεπιστήμιο του Warwick, που κατέληξαν ότι τα υπάρχοντα δεδομένα δεν τεκμηριώνουν ότι οι μαθητές των δημοτικών σχολείων διαδίδουν τον ιό περισσότερο από άλλες ηλικιακές ομάδες.

Στην Αυστραλία, όπου η ιχνηλάτηση λειτουργεί υποδειγματικά και οι διαγνωστικοί έλεγχοι είναι επίσης μαζικοί μετά από κάθε κρούσμα του ιού, δεν προκύπτει εκτεταμένη μετάδοση ούτε καταγράφονται σημαντικές συρροές σε σχολικά περιβάλλοντα.

Σε ταυτόσημα συμπεράσματα καταλήγει και η ανάλυση των σχετικών δεδομένων από δημοτικά σχολεία της Ιταλίας, της Γερμανίας και της Νορβηγίας το περασμένο φθινόπωρο. Από τη συστηματική ανάλυση 24 σχετικών επιστημονικών άρθρων προκύπτει ότι ο κίνδυνος μόλυνσης μέσω ενδοοικογενειακών επαφών είναι δεκαπλάσιος συγκριτικά με άλλες επαφές, με βασικότερη την ενδοσχολική. Από την ίδια μελέτη προκύπτει ότι ο κίνδυνος μετάδοσης εντός του νοικοκυριού σε ενήλικες είναι τριπλάσιος συγκριτικά με τον κίνδυνο μετάδοσης στα παιδιά.

Ενδιαφέρον έχει και μία μελέτη στα σουηδικά σχολεία – όπου σημειωτέον τα δημοτικά δεν έκλεισαν, ενώ τα γυμνάσια λειτούργησαν υβριδικά. Όπως καταγράφεται, η έκθεση εκπαιδευτικών που συνέχισαν να παραδίδουν μαθήματα με φυσική παρουσία ήταν περίπου διπλάσια, ενώ αύξηση παρατηρήθηκε και στους γονείς των μαθητών που συνέχισαν να πηγαίνουν στο σχολείο. Όπως όμως συμπεραίνουν οι ερευνητές, η διατήρηση ανοικτών σχολείων «είχε μικρές συνέπειες στη συνολική μετάδοση του SARS-CoV-2 στην κοινότητα», ενώ για τους εκπαιδευτικούς αναφέρουν ότι θα πρέπει να ληφθούν υπόψη μέτρα για την προστασία τους. Σε άλλο επιστημονικό άρθρο επισημαίνεται ότι μεταξύ των 1,95 εκατομμυρίων παιδιών ηλικίας έως 16 ετών στη Σουηδία, μόλις 15 νοσηλεύτηκαν σε ΜΕΘ (είτε με Covid-19, είτε με επιπλοκές του υπερφλεγμονώδους συνδρόμου MIS-C): ήτοι 1 παιδί στις 130.000.

Τέλος, από μια συστηματική ανασκόπηση σχετικών μελετών δεν μπορεί να προκύψει με ασφάλεια ότι το κλείσιμο των σχολείων είχε ουσιαστικό και ορατό αντίκτυπο στον έλεγχο της πανδημίας, χωρίς πάντως τα στοιχεία να είναι απολύτως σαφή.

Τα ελληνικά δεδομένα

Σε μία μελέτη Ελλήνων ερευνητών, με βασική συγγραφέα τη λοιμωξιολόγο του ΕΟΔΥ Έλενα Μαλτέζου, μελετήθηκαν 23 περιπτώσεις ενδοοικογενειακών συρροών στη χώρα μας. Το αν μη τι άλλο εντυπωσιακό εύρημα είναι ότι στις 21 περιπτώσεις (91,3%) η «εισαγωγή» του ιού έγινε μέσω των ενήλικων μελών, ενώ δεν καταγράφηκαν ενδείξεις μετάδοσης από παιδί σε ενήλικα ή από παιδί σε άλλο παιδί. Σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις, τα παιδιά ήταν είτε ασυμπτωματικά είτε εμφάνισαν ήπια ασθένεια σε σύγκριση με τους ενήλικες.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει και η προσέγγιση του επιδημιολόγου και καθηγητή Δημόσιας Υγείας, Θεόδωρου Λύτρα, που κατέγραψε την επιδημική καμπύλη σε παιδιά ηλικίας έως 12 ετών μετά το άνοιγμα των σχολείων.

Τι γίνεται με τις παραλλαγές του ιού;

Ένας νέος, άγνωστος παράγοντας στη δύσκολη εξίσωση είναι οι παραλλαγές του ιού. Αν και δεν μπορεί να προσδιοριστεί με σαφήνεια η συμβολή τους στην ενδοσχολική μετάδοση και στη νόηση των ανηλίκων, από τις πρώτες μελέτες φαίνεται ότι οι διαφορές δεν είναι σημαντικές.

Αναφορικά με τη βρετανική παραλλαγή (B.1.1.7), που σταδιακά υπερτερεί των άλλων και στην Ελλάδα, αρχικά εκφράστηκε η ανησυχία ότι τα παιδιά μολύνονταν ευκολότερα και ταχύτερα συγκριτικά με άλλες ηλικιακές ομάδες. Aλλά μια μεταγενέστερη επισκόπηση του βρετανικού Κέντρου Δημόσιας Υγείας κατέληξε πως η μετάδοση της νέας παραλλαγής γίνεται εξίσου εύκολα σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Στο ίδιο συμπέρασμα κλίνει και νεότερη μελέτη. Ειδικά για τα παιδιά κάτω των δέκα ετών, τα στοιχεία καταδεικνύουν ότι έχουν περίπου τις μισές πιθανότητες να μεταδώσουν την παραλλαγή σε άλλους. Όσο για το νοτιοαφρικανικό στέλεχος του ιού, επίσης δεν συνδέεται με αυξημένη μετάδοση σε (και από) ανηλίκους, συγκριτικά με τους ενηλίκους.

Όπως βάσιμα πιθανολογούν ειδικοί επιστήμονες, ο αυξημένος δείκτης μεταδόσεων σε παιδιά που διαπιστώθηκε αρχικά, συνδέεται με το γεγονός ότι τα σχολεία στο Ην. Βασίλειο έμειναν ανοιχτά όταν κάποιοι χώροι εργασίας και καταστήματα λιανικής πώλησης έκλεισαν, επομένως η σύγκριση δεν είναι στατιστικά ορθή.

Έσχατη λύση το κλείσιμο των σχολείων

Μεμονωμένες μελέτες σε διάφορες χώρες ενδέχεται να αναδεικνύουν περιστατικά ενδοσχολικής μετάδοσης ή και συρροές κρουσμάτων σε σχολικά περιβάλλοντα. Η μετάδοση του SARS-CoV-2 μπορεί πράγματι να συμβεί εντός των σχολείων και έχουν αναφερθεί συρροές σε προσχολικά, δημοτικά και σχολεία της δευτεροβάθμιας. Από πρόσφατη έκθεση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων, η οποία περιελάμβανε ευρήματα από 17 τοπικές έρευνες σε κράτη-μέλη, διαπιστώθηκε ότι 12 χώρες ανέφεραν από 1 (Λετονία) έως 400 (Ισπανία) περιστατικά συρροών, αλλά σχεδόν σε όλες τα μεγέθη ήταν μικρά (στις περισσότερες λιγότερα από 10 κρούσματα), χωρίς να τεκμηριώνεται υψηλότερο ποσοστό μετάδοσης σε σύγκριση με την κοινότητα, ούτε συσχέτιση με την επιτάχυνση της κοινοτικής μετάδοσης.

Οι περισσότεροι επιστήμονες άλλωστε συναινούν ότι οι μαθητές (τουλάχιστον του δημοτικού) δεν «οδηγούν» την επιδημία, απλώς ακολουθούν τις τάσεις στην κοινότητα. Εν ολίγοις, αν σε μία περιοχή υπάρχει επιδημική έξαρση, το ίδιο θα συμβεί και στα σχολεία.

Αυτό που επίσης γνωρίζουμε με σχετική βεβαιότητα είναι ότι τα παιδιά νοσούν μεν, αλλά στη συντριπτική τους πλειονότητα με πολύ ελαφρά ή και καθόλου συμπτώματα. Είναι επίσης επιστημονικά διαπιστωμένο ότι μεταδίδουν τον SARS-CoV-2 σπανιότερα, συγκριτικά με τους ενήλικες. [Όπως έχουμε γράψει αναλυτικά.]

Γεγονός είναι πάντως ότι τα καταγεγραμμένα περιστατικά σε παιδιά ηλικίας 16-18 ετών ακολουθούν τις τάσεις των ενηλίκων ηλικίας 19-39 ετών.

Τα δεδομένα των μελετών όμως δεν αλλάζουν τη γενική εικόνα, που συνοψίζεται στις οδηγίες όλων των υπερεθνικών οργανισμών υγείας. Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων τονίζει τη γενική συναίνεση, ότι η απόφαση για κλείσιμο των σχολείων πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως «έσχατη λύση», καθώς οι αρνητικές επιπτώσεις στη σωματική και ψυχική υγεία των μαθητών, αλλά και οι συνέπειες στην εκπαιδευτική διαδικασία, όπως και στην οικονομία και το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο πιθανότατα υπερτερούν συγκριτικά με τα οφέλη από το κλείσιμο.

Εξάλλου, οι ειδικοί του ECDC σημειώνουν ότι το κλείσιμο των σχολείων πράγματι συμβάλλει στη μείωση της μετάδοσης του SARS-CoV-2, αλλά από μόνο του «δεν επαρκεί για να αποτρέψει την κοινοτική μετάδοση του COVID-19 ελλείψει άλλων μη φαρμακευτικών παρεμβάσεων». Είναι εξάλλου αξιοσημείωτο ότι, παρότι παρατηρήθηκε αύξηση των ενδοσχολικών μεταδόσεων το περασμένο φθινόπωρο, από καμία μελέτη δεν προκύπτει ότι αυτή ήταν η κινητήρια δύναμη για την εξάπλωση της επιδημίας στην κοινότητα. Εκτός των άλλων, σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες το άνοιγμα των σχολείων συνέπεσε με το άνοιγμα άλλων δραστηριοτήτων και με τη χαλάρωση άλλων μέτρων.

Πού μένουν κλειστά τα σχολεία

Γερμανία Σε 10 γερμανικά κρατίδια από αυτή τη Δευτέρα επαναλειτουργούν τα δημοτικά σχολεία, οι βρεφονηπιακοί σταθμοί και τα νηπιαγωγεία. Σε όλη τη χώρα με λίγες εξαιρέσεις, όπως η Σαξονία και η Κάτω Σαξονία, όλες οι εκπαιδευτικές βαθμίδες είχαν μείνει κλειστές εδώ και δύο μήνες. Πλέον, μόνο τέσσερα κρατίδια δεν έχουν συναινέσει στη δια ζώσης λειτουργία, έστω των δημοτικών. Στα περισσότερα σχολεία ισχύουν νέα μέτρα, όπως ο διαχωρισμός των παιδιών (κάποιες τάξεις λειτουργούν με τους μισούς μαθητές, άλλες με το ένα τρίτο), η απαγόρευση επαφών μαθητών από άλλες κοινωνικές «φούσκες» και βέβαια τα αυστηρά μέτρα υγιεινής και αερισμού των τάξεων. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται και στην προτεραιοποίηση των εκπαιδευτικών στο εμβολιαστικό πρόγραμμα.

Γαλλία Η κυβέρνηση ήδη από τον Οκτώβριο, όταν ανακοίνωσε το δεύτερο λόκνταουν, είχε αποφασίσει να κρατήσει ανοιχτά τα σχολεία, ακόμη κι αν χρειαζόταν να «θυσιάζει» κλάδους της οικονομίας ή να επιβάλλει τοπικά λόκνταουν. Και τα κατάφερε, έστω με μικρούς συμβιβασμούς, όπως η παράταση των χειμερινών διακοπών. Πλην των αυστηρών πρωτοκόλλων που εφαρμόζονται, πρόσφατα ανακοίνωσε ότι δεν επιτρέπει τη χρήση υφασμάτινης μάσκας αλλά και ότι θα προχωρά σε τακτικούς διαγνωστικούς ελέγχους μαθητών και εκπαιδευτικών (άνω του ενός εκατ. τεστ μηνιαίως). Οι τάξεις κλείνουν όταν εντοπιστούν τρία κρούσματα.

Ιταλία Τα σχολεία παραμένουν ανοιχτά στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας από το φθινόπωρο, τουλάχιστον για τους μαθητές κάτω των 16 ετών. Εξαιρέσεις καταγράφονται σε πορτοκαλί ή κόκκινες περιοχές με επιδημική έξαρση, ενώ εκτεταμένα είναι τα τεστ αντιγόνου σε μαθητές και εκπαιδευτικούς.

Ισπανία Ανοιχτά παραμένουν τα σχολεία στις περισσότερες περιοχές της χώρας. Παρά τις πρόσφατες ειδήσεις ότι οι σημαντικότερες και περισσότερες συρροές εντοπίζονται πλέον σε εκπαιδευτικές δομές, οι τοπικές κυβερνήσεις δηλώνουν αποφασισμένες να μην κλείσουν τα σχολεία.

Πορτογαλία Παρά την πρόσφατη εκθετική αύξηση των κρουσμάτων στη χώρα της Ιβηρικής (η χειρότερη και πλέον θανατηφόρα σε όλη την Ευρώπη σε αυτό το κύμα), τα σχολεία έκλεισαν για μόλις δύο εβδομάδες στο τέλος Ιανουαρίου. Πλέον επαναλειτουργούν με μειωμένη χωρητικότητα και αυστηρά μέτρα υγιεινής και αερισμού των χώρων.

Ολλανδία Αν και στις Κάτω Χώρες εφαρμόζονται οι αυστηρότεροι περιορισμοί από το ξεκίνημα της πανδημίας, τα δημοτικά σχολεία παραμένουν ανοιχτά. Η κυβέρνηση εξετάζει και το άνοιγμα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, την ώρα που οι περισσότεροι κλάδοι της οικονομίας παραμένουν κλειστοί και οι περιορισμοί κυκλοφορίας είναι δρακόντειοι.

Όλα τα σχολεία είναι ανοιχτά στο Βέλγιο, την Αυστρία, την Ελβετία, τη Νορβηγία, τη Φινλανδία, τη Σουηδία, την Εσθονία, τη Λετονία, τη Λευκορωσία, την Κροατία, την Αλβανία κ.ά. Σχεδόν όλες οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες κρατούν ανοιχτά τα δημοτικά. Μοναδική εξαίρεση αυτήν την περίοδο η Λιθουανία.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε τα μέτρα

Στις περισσότερες περιπτώσεις που παρατηρήθηκε ενδοσχολική μετάδοση, το πιθανότερο αίτιο ήταν η μη τήρηση των μη φαρμακευτικών παρεμβάσεων, με βασικότερες τη σωστή χρήση μάσκας, τη φυσική αποστασιοποίηση και τα μέτρα υγιεινής. Εξίσου καίριο μέτρο είναι ο εξαερισμός των τάξεων και των άλλων κοινόχρηστων χώρων, και ει δυνατόν η μεταφορά μαθημάτων και άλλων δραστηριοτήτων σε υπαίθριους χώρους.

Τι προτείνει το ECDC
  • Διασφάλιση φυσικής αποστασιοποίησης, μέσω π.χ. του διαχωρισμού μαθητών και της αύξησης των αιθουσών
  • Μείωση αριθμού μαθητών ανά τάξη
  • Διαφορετικές ώρες άφιξης στις εκπαιδευτικές εγκαταστάσεις
  • Ακύρωση δραστηριοτήτων σε εσωτερικούς χώρους (π.χ. γυμναστική, χορός, εκδηλώσεις σε κλειστές αίθουσες)
  • Σύστημα «φυσαλίδων» / σταθερών μικρών ομάδων μαθητών
  • Διαφορετικά διαλείμματα και ώρες γευμάτων
  • Κλείσιμο κοινόχρηστων χώρων παιχνιδιού και άθλησης

Όσον αφορά τα μέτρα υγιεινής:

  • Υποχρεωτική χρήση μάσκας
  • Προώθηση της υγιεινής των χεριών
  • Τακτικός αερισμός των τάξεων
  • Απολύμανση αιθουσών, κοινόχρηστων χώρων
  • Οδηγία για παραμονή στο σπίτι για όσους είναι άρρωστοι

Συστήνονται επίσης τα πρόσθετα μέτρα:

  • Έγκαιρη ιχνηλάτηση και εντοπισμός επαφών των θετικών κρουσμάτων που σχετίζονται με την εκπαίδευση
  • «Σύστημα φωτεινού σηματοδότη» που συνδέεται με την επιδημιολογική κατάσταση της κοινότητας
  • Διαγνωστικοί έλεγχοι μαθητών αλλά και παρακολούθηση συμπτωμάτων που παραπέμπουν σε λοιμώξεις του αναπνευστικού
  • Έγκαιρη απομόνωση θετικών μαθητών
  • Παροχή δυνατότητας στους γονείς να κρατήσουν τα παιδιά στο σπίτι για εξ αποστάσεως μάθηση
  • Έλεγχος θερμοκρασίας

 

Εικόνα goranitis
Γράφει για τεχνολογία, επιστήμη και ψηφιακή κουλτούρα σε περιοδικά, εφημερίδες και websites. Σπούδασε στο τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ και πρόσφατα ξεκίνησε ένα εντελώς άσχετο μεταπτυχιακό. Η συλλογή διηγημάτων «24» (Εκδόσεις Πατάκη) είναι το πρώτο του βιβλίο.

Διαβάστε ακόμα

Σχόλια

Εικόνα Anonymous

Σας πείσαμε; Εμείς σας θέλουμε μαζί μας!
Χωρίς τους υποστηρικτές μας
δεν μπορούμε να υπάρχουμε.