Αν ήταν ατομική συμπεριφορά, θα τη χαρακτηρίζαμε παθητικο-επιθετική. Πρόκειται όμως για κρατική πολιτική, η οποία θέτει σε οιονεί ομηρία ένα μνημείο της παγκόσμιας κληρονομιάς. Η Τουρκία του Ταγίπ Έρντογαν δεν παύει να συντηρεί με διάφορους τρόπους, χωρίς ωστόσο να αποτολμά να υλοποιήσει, την προοπτική της εκ νέου μετατροπής σε ισλαμικό τέμενος της Αγίας Σοφίας της Κωνσταντινούπολης (που από το 1934 λειτουργεί ως μουσείο). Με το βλέμμα άλλοτε στραμμένο στο στενό εγχώριο ακροατήριό της, προς το οποίο καλλιεργούνται προσδοκίες, και άλλοτε προς τον διεθνή χώρο, κινείται με τέτοιον τρόπο ώστε οι αντιδράσεις, κάποτε ακόμη και ευπρόσδεκτες, να μην ξεφεύγουν πέρα από ένα επιθυμητό όριο.
Η ειρωνεία της Ιστορίας θέλησε το παιχνίδι αυτό να αφορά ένα μνημείο κατεξοχήν ταυτισμένο με τα ερωτήματα της πολιτικής εξουσίας, εφόσον η ίδια η ανέγερσή του από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό μετά τη Στάση του Νίκα το 537 μ.Χ., αλλά και το διόλου τυπικό εικονογραφικό του πρόγραμμα, παραπέμπουν στην αυτοκρατορική ιδέα του Βυζαντίου. Ο ναός της Ύπατης του Θεού Σοφίας, δηλ. του Υιού και Λόγου του Θεού, υπήρξε πάνω από όλα ο ναός των κυριάρχων της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας που διέσχιζαν τη «Βασίλειο