«Στην έξοδο της πόλης, δεξιά από τον δρόμο, απλώνεται ένα γυμνό πλάτωμα που το έδαφός του είναι ένα είδος φυσικό σκυρόστρωμα. Το μόνο στολίδι αυτής της πλατείας είναι μια μικρή ξύλινη ροτόντα που μπορεί να στεγάσει είκοσι άτομα. Κάτω από τη στέγη αυτού του ταπεινού μνημείου εγκαθίσταται η μουσική τις Κυριακές. Ο κόσμος κάνει κύκλο γύρω της για να ακούσει. Ο βασιλιάς και η βασίλισσα πάνε στο μέσο του κύκλου για να γίνουν θέαμα των υπηκόων τους».
Έτσι περιέγραφε, στα μέσα του 19ου αιώνα, την περιοχή του Πεδίου του Άρεως ο Γάλλος αρχαιολόγος και περιηγητής, Εντμόντ Αμπού, στο βιβλίο του «Η Ελλάδα του Όθωνος» (σ. 268).
Πράγματι το μεγαλύτερο σήμερα πάρκο της Αθήνας –με έκταση 230 στρέμματα– που έλαβε το όνομά του επειδή κατά την οθωνική περίοδο πραγματοποιούνταν εκεί τα γυμνάσια της Φρουράς των Αθηνών και βρίσκονταν οι στρατώνες του ιππικού (από το λατινικό Campus Martius), τις πρώτες δεκαετίες του νεοελληνικού κράτους ήταν μια εξοχική περιοχή, η οποία αναπτυσσόταν ανάμεσα σε δύο χειμάρρους στις παρυφές της πρωτεύουσας (βλ. εδώ χάρτη της Αθήνας του 1837, από τη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Harvard). Ωστόσο, αποτελούσε τον προσφιλή τόπο για τον κυριακάτικο περίπατο των Αθηναίων και τη