Η οικογένειά του είχε το καφενείο πίσω από τον μύλο που πρωτοσυναντάς όταν βγαίνεις στο λιμάνι της Παροικιάς. Ο πατέρας του ήταν αγρότης. Αυτός του «κληροδότησε» τη δουλειά στον πρωτογενή τομέα, τη δεκαετία του 1990. Φυσικά, όπως και στα άλλα νησιά του Αιγαίου, το νερό δεν περίσσευε και οι αγρότες είχαν μάθει να κάνουν τα κουμάντα τους. «Είχαμε κτήμα με πηγάδι· εξήντα στρέμματα ποτίζαμε και έπαιρνε και η Παροικία νερό, που ερχόταν από φλέβες του Έλητα (σ.σ.: ένα από τα ποτάμια του νησιού). Το πουλήσαμε όμως το 1993, διότι το νερό έγινε υφάλμυρο. Είχαν αρχίσει ήδη να τρυπάνε το νησί (σ.σ.: με γεωτρήσεις) και οι παλιές πιο ανθεκτικές ποικιλίες χάνονταν. Φέραμε καινούργιες που δεν μπόρεσαν να προσαρμοσθούν, διότι μετά η ξηρασία και η έλλειψη νερού έγινε ραγδαία».
Ο πατέρας του 45χρονου αγρότη από την Πάρο που μας μιλάει, του Νίκου Αποστολόπουλου, πέθανε το 1998· δεν πρόλαβε να δει την πλήρη καταστροφή του νησιού. Οι Παριανοί έγιναν πλουσιότεροι τα επόμενα χρόνια, αλλά οπωροκηπευτικά παίρνουν από τη Νάξο, την υπόλοιπη Ελλάδα και το εξωτερικό. Τα περιβόλια άρχισαν να εξαφανίζονται το ένα πίσω από το άλλο και η υφαλμύρωση κάλυψε όλο το νησί σαν πέπλο θανάτου. Δεν είναι δύσκολο να