Στη σεισμογενή Ελλάδα του 2023 συμβαίνει το εξής παράδοξο: φαίνεται πως έχουμε αποφασίσει να ανακαινίζουμε, να αναβαθμίζουμε ενεργειακά και να καλλωπίζουμε κτίρια, δημόσια και ιδιωτικά, χωρίς παρόλα αυτά να γνωρίζουμε πόσες και ποιες εσωτερικές φθορές έχουν, ούτε και πόσο ακόμα μπορούν να αντέξουν.
Είναι ένα θέμα για το οποίο οι ειδικοί φωνάζουν από χρόνια.
Προειδοποιήσεις
Ήταν το 2016 όταν ο Σταύρος Αναγνωστόπουλος, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών, πρώην πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ), ανησυχούσε «μήπως αποτύχουμε στους σεισμούς, όπως και στις πλημμύρες». Τότε διαπίστωνε την επιτακτική ανάγκη σεισμικής ενίσχυσης των οικοδομών που κατασκευάστηκαν πριν από την πρώτη αναβάθμιση των αντισεισμικών κανονισμών το 1984, φέρνοντας το εξής παράδειγμα: «Για να αντιληφθεί κανείς το πρόβλημα, αρκεί να αναφέρουμε ότι η σεισμική αντοχή των οικοδομών αυτών μπορεί να είναι πολύ μικρότερη (π.χ. 3, 5 φορές ή περισσότερο) από την αντοχή σύγχρονων οικοδομών». Σήμερα ο προβληματισμός του μοιάζει πιο επίκαιρος από ποτέ.
Τα κτίρια στα οποία αναφερόταν ο Αναγνωστόπουλος δεν είναι σε καμία περίπτωση λίγα. Το 70% των κτιρίων της χώρας μας έχει χτιστεί