
Λίγες μόνο ημέρες μένουν για τις βουλευτικές εκλογές της Γαλλίας, από τις οποίες θα προκύψουν οι 577 εκπρόσωποι που θα καλύψουν τις έδρες της Εθνοσυνέλευσης. Αυτές οι εκλογές τείνουν να ωχριούν δίπλα στην κούρσα για το Μέγαρο των Ηλυσίων, που κλέβει τα φώτα της δημοσιότητας, όμως τα αποτελέσματά τους δεν είναι λιγότερο κρίσιμα για την καθημερινή ζωή των Γάλλων.
Δύο λόγια για την ιεραρχία στο γαλλικό πολιτικό σύστημα. Ενώ ο πρόεδρος είναι συνταγματικά ελεύθερος να διορίσει όποιον θέλει ως πρωθυπουργό, στην πράξη πρέπει να διορίσει έναν υποψήφιο που να αντικατοπτρίζει τη βούληση της πλειοψηφίας της Εθνοσυνέλευσης, καθώς η κυβέρνηση είναι υπεύθυνη έναντι του γαλλικού κοινοβουλίου. Άρα η πλειοψηφία που προκύπτει από τις βουλευτικές εκλογές κρίνει και τον πρωθυπουργό. Αυτός με τη σειρά του θα προτείνει στον πρόεδρο τα μέλη της κυβέρνησής του. Ο πρόεδρος μπορεί είτε να αποδεχθεί είτε να απορρίψει τους υπουργούς που θα του προτείνει ο πρωθυπουργός.
Αυτή τη φορά, πολλοί στη Γαλλία αναρωτιούνται αν η χώρα οδεύει προς μία συγκατοίκηση, δηλαδή την πολιτική κατάσταση στην οποία πρόεδρος και κυβέρνηση προέρχονται από διαφορετικά κόμματα. Κι αυτό γιατί η ενωμένη αριστερά υπό τον Ζαν Λυκ Μελανσόν τα πηγαίνει αρκετά καλά στις δημοσκοπήσεις. Αν αποτύχει, θα παραμείνει στη θέση της η –νεοδιορισθείσα από τον Εμανουέλ Μακρόν μετά την επανεκλογή του στην προεδρία και την παραίτηση του προηγούμενου πρωθυπουργού– κυβέρνηση της Ελιζαμπέτ Μπορν.
Με απλά λόγια, η «συγκατοίκηση» είναι ένα σενάριο διαμοιρασμού της εξουσίας στο οποίο ο πρόεδρος και ο πρωθυπουργός της Γαλλίας προέρχονται από διαφορετικές πλευρές του πολιτικού φάσματος. Συμβαίνει όταν, μετά τις βουλευτικές εκλογές, η Εθνοσυνέλευση κυριαρχείται από ένα κόμμα διαφορετικό από το κόμμα του προέδρου. |