Λιμάνι της Θεσπρωτίας, ξημερώματα. Είναι η ώρα που δένουν τα πρώτα πλοία που φθάνουν από την Ιταλία. Εκτός από τους λιγοστούς επιβάτες, τα πλοία ξεφορτώνουν καθημερινά νταλίκες με 15-20 βυτία αιγοπρόβειο και αγελαδινό γάλα.
Η σκηνή επαναλαμβάνεται στο λιμάνι της Πάτρας, αλλά και στα βόρεια σύνορα της χώρας. Καθημερινά καταφθάνουν στην Ελλάδα βυτία με γάλα, αγελαδινό ή πρόβειο, το οποίο διοχετεύεται στις εγχώριες γαλακτοβιομηχανίες και από εκεί στα ράφια των σουπερμάρκετ. Μόνο το 2016 η χώρα εισήγαγε 277.335.253 κιλά γάλα και κρέμα γάλακτος, συνολικής αξίας 240 εκατ. ευρώ (αντίστοιχες ποσότητες εισήχθησαν και το 2015).
Η Ελλάδα αναγκάζεται να εισάγει γάλα για να καλύψει τις ανάγκες της καθώς η χώρα παραμένει ελλειμματική στην παραγωγή αγελαδινού γάλακτος. Το παράδοξο όμως είναι ότι την τελευταία διετία η κατανάλωση γαλακτοκομικών προϊόντων έχει υποχωρήσει σωρευτικά πάνω από 30%, τάση η οποία διατηρείται και τους πρώτους μήνες της φετινής χρονιάς.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, η Ελλάδα θα έπρεπε να μειώσει τις εισαγωγές στις απολύτως απαραίτητες. Να απορροφήσει δηλαδή μέχρι την τελευταία σταγόνα την εγχώρια παραγωγή –κυρίως αιγοπρόβειου γάλακτος, στο οποίο παραμένει πλεονασματική– και