Η συλλογή Αλέξανδρου Ιόλα, η συλλογή Γιώργου Κωστάκη και η συλλογή Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή ήταν όλες διεθνούς διαμετρήματος. Αν και ήταν σε ιδιωτικά χέρια, η ευεργετική εμβέλειά για το κράτος ήταν φανερή: έμμεσα ή άμεσα, τέτοια αποκτήματα φέρνουν χρήμα, ακτινοβολία και ευχέρεια πολιτιστικής διπλωματίας για την πόλη που αποτελεί την μόνιμή τους στέγη. Σε μια εποχή που οι ταξιδιωτικοί προορισμοί κονταροχτυπιούνται για τουρίστες, η τέχνη είναι μια ανθεκτική επένδυση παντός καιρού, πέρα από τον ήλιο, την θάλασσα και τα μνημεία.
Για να συνειδητοποιήσει κανείς πόσο καίρια είναι ακόμα και σε χώρες που διαθέτουν μεγάλο αποθεματικό πολιτιστικού πλούτου, η συνεννόηση ανάμεσα σε έναν μεγάλο συλλέκτη και το δημόσιο, αρκεί να δει το παράδειγμα του βαθύπλουτου Φρανσουά Πινό. O ιδιοκτήτης οίκων ειδών πολυτελείας, απογοητευμένος από τις επαφές του με το γαλλικό δημόσιο, αγόρασε δύο παλάτσι στη Βενετία, την οποία έκανε “βάση” της συλλογής του το 2006 και 2009. Έτσι, το Παρίσι έχασε ένα δυνατό χαρτί στην τέχνη και το κέρδισε η Γαληνότατη. Θα πει κανείς πως η απώλεια δεν ήταν τόσο σημαντική. Κι όμως, ο ιδιότροπος Πινό στέρησε από την Γαλλία κύρος και ρευστό.
Τι συνέβη στις τρεις δικές μας