
Η σύνταξη της ουκρανικής ιστοσελίδας svoi.global δεν μπορούσε να επικοινωνήσει με τη δημοσιογράφο της, Κάτια Καλιούζνα, για πάνω από δύο εβδομάδες· χάρηκαν όταν η συνάδελφός τους και η οικογένειά της κατάφεραν να διαφύγουν. Αλλά η μαρτυρία της είναι συγκλονιστική.
Οδηγούσαμε στους δρόμους της κατεστραμμένης Μαριούπολης. Ήμουν στο αυτοκίνητο με τον σύζυγό μου, τον μικρό μου γιο, τη μητέρα μου, τις δύο γιαγιάδες και τρεις γάτες. Η τέταρτη γάτα το είχε σκάσει κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών. Ήταν 15 Μαρτίου, η εικοστή μέρα της πολιορκίας της Μαριούπολης, η εικοστή μέρα της δολοφονίας των αμάχων. Ήταν η πρώτη φορά που είδα με τα ίδια μου τα μάτια πόσο είχε υποφέρει η πόλη. Ένα βομβαρδισμένο και καμένο σούπερ μάρκετ, τα φλεγόμενα κτίρια κατοικιών και τα πτώματα των νεκρών πολιτών που κείτονταν στις αυλές. Στην περιοχή Πριμόρσκι, στο λιμάνι, τα σπίτια ήταν ακόμα άθικτα, αλλά και πάνω από αυτά πετούσαν ήδη πύραυλοι. Ακούγονταν να χτυπούν κάπου κοντά.
Εκεί, στην λεωφόρο Λουνίνα, σχηματίστηκε μια γραμμή όσων έφευγαν από τη Μαριούπολη. Σταθήκαμε σε αυτήν για τρεις ώρες πριν μετακινηθούμε σε ασφαλές μέρος. Λίγο πιο πέρα, στο οικιστικό τμήμα της ίδιας συνοικίας, σχεδόν όλα τα σπίτια είχαν καταστραφεί. Κάπου έλειπε μια στέγη, άλλες στέγες είχαν καεί, και κάποιοι πύραυλοι που δεν είχαν εκραγεί είχαν κολλήσει στο έδαφος σε κοντινή απόσταση.