![Από την αφίσα του ντοκιμαντέρ To Kid Or Not To Kid. [Helpman Productions]](https://insidestory.gr/sites/default/files/styles/article-main/public/field/image/cetokid1-superjumbo.jpg?itok=pJtnAXbW)
«Κανείς δεν θα ρωτήσει ποτέ μια γυναίκα γιατί θέλει να κάνει παιδί», παρατηρεί η Στέλλα στην αρχή της συζήτησής μας. «Θεωρείται απολύτως αυτονόητο». Βλέποντας μια γυναίκα χωρίς παιδιά, δύσκολα θα σκεφτεί κάποιος πως ήταν απόφασή της να μη γίνει μητέρα. «Στην Ελλάδα είναι ακόμη διαδεδομένη η αντίληψη ότι η μητρότητα είναι ο προορισμός της γυναίκας. Ναι, υπάρχουν χίλια στερεότυπα και χίλιες λέξεις που περιγράφουν τις γυναίκες που δεν έχουν παιδιά. Οι οποίες είναι πολύ υποτιμητικές και πάντα υπονοούν ότι μια γυναίκα δεν ξέρει τι της γίνεται. Ότι αυτό δεν είναι ποτέ επιλογή, ότι κάτι έχει πάει λάθος με εκείνη. Κάτι πάει στραβά. Συχνότατα υπάρχει επίσης μια καχυποψία απέναντι σε μια γυναίκα που δηλώνει ότι είναι ικανοποιημένη με την επιλογή της. Είσαι καλά ή το παίζεις ότι είσαι καλά;», λέει η 50χρονη ψυχοθεραπεύτρια, μιλώντας εκ πείρας. Κι έχει δίκιο, αν και σε ένα σημείο κάνει λάθος. Δεν είναι μόνο η κοινωνία της Ελλάδας που αντιμετωπίζει με δυσπιστία, ή ακόμη και οίκτο, γυναίκες σαν αυτήν, που έκαναν την επιλογή να μην βιώσουν τη μητρότητα.
«Σχεδόν από την ώρα που γεννιόμαστε, μας μαθαίνουν ότι το να γίνει κανείς γονιός είναι ένας από τους σημαντικότερους σταθμούς της ενηλικίωσης. Δεν είναι, λοιπόν, καθόλου περίεργο που οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν σχεδόν αναπόφευκτο ότι θα αποκτήσουν παιδιά. Κι ενώ οι αντιλήψεις σιγά σιγά αλλάζουν, εκείνο που παρατηρούμε να επιμένει είναι η δυσπιστία με την οποία η κοινωνία βλέπει ειδικά τις γυναίκες που λένε ότι δεν επιθυμούν να γίνουν μητέρες», μας λέει η Έιμι Μπλάκστοουν, καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μέιν και συγγραφέας του βιβλίου Childfree by choice (Άτεκνος/η από επιλογή). Για τις ανάγκες της έρευνάς της, η Μπλάκστοουν μίλησε με εκατοντάδες γυναίκες και άντρες, που όπως η ίδια και ο σύζυγός της, πήραν την απόφαση να μην γίνουν γονείς. Κι έχει η ίδια πολύ συχνά χρειαστεί να απαντήσει σε δηλητηριώδη υπονοούμενα, βλέμματα οίκτου, ακόμη και έντονα επικριτικά σχόλια.
«Ο λόγος για τον οποίο δεν θέλω να δημοσιεύσεις το πραγματικό μου όνομα έχει να κάνει με το γεγονός ότι βρίσκομαι σε μια θέση όπου καλούμαι να πάρω διάφορες αποφάσεις που συχνά μπορεί να ενοχλούν. Και δεν θα ήθελα να ερμηνεύονται με βάση τις προσωπικές μου επιλογές. Διότι μη γελιόμαστε, αυτό συμβαίνει σε μεγάλο βαθμό στη χώρα μας», θα μας πει άλλη μια από τις γυναίκες με τις οποίες μιλήσαμε. «Δεν θα ξεχάσω έναν πολιτικό ο οποίος, στη διάρκεια τηλεοπτικής αντιπαράθεσης με γυναίκα πολιτικό άλλης παράταξης, της είπε “τα λέτε αυτά επειδή δεν έχετε άντρα και παιδιά”. Εκείνη, παρεμπιπτόντως, και άντρα είχε και παιδιά». Η 60χρονη καθηγήτρια πανεπιστημίου ομολογεί ότι προτιμάει να κάνει τη δουλειά της χωρίς να χρειάζεται να έρθει αντιμέτωπη με προκαταλήψεις που ακόμη επιμένουν.
Η μητρότητα θεωρείται ακόμη πάντα ιερή, πράγμα που ενδεχομένως εξηγεί την εχθρότητα που μπορεί να ξυπνά σε πολλούς η δήλωση μιας γυναίκας ότι δεν τη βρίσκει δελεαστική προοπτική. Η Βρετανίδα φωτογράφος μόδας Ζόι Νομπλ, δημιουργός της πλατφόρμας «We are childfree», λέει ότι έφτιαξε το σάιτ της προκειμένου να δώσει χώρο σε γυναίκες που μοιράζονται την επιθυμία της να ζήσουν μια ζωή χωρίς παιδιά να πουν τις ιστορίες τους. Διότι είχε, όπως γράφει, κουραστεί να ακούει να περιγράφουν γυναίκες σαν κι αυτήν ως εγωίστριες, ψυχρές καριερίστες. Μέχρι στιγμής, στα σόσιαλ μίντια η πλατφόρμα της Νομπλ μετράει 45.000 followers. Οι ίδιοι λόγοι είχαν πριν λίγα χρόνια κινητοποιήσει την επίσης Βρετανίδα σκηνοθέτρια Μαξίν Τραμπ να γυρίσει το ντοκιμαντέρ «To kid or not to kid».Με άλλα λόγια, η βεβαιότητα ότι το μητρικό ένστικτο είναι κάτι με το οποίο οι γυναίκες γεννιούνται, δεν έχει σύνορα. «Αυτό που έχει αποδειχτεί στο εργαστήριο είναι ότι η οξυτοκίνη μπορεί να κάνει τα θηλυκά ποντίκια να εκδηλώσουν μεγαλύτερη στοργή προς τα μικρά τους. Την ίδια στιγμή, όμως, γνωρίζουμε ότι η οξυτοκίνη εκκρίνεται αφού μια γυναίκα μείνει έγκυος και όταν γεννήσει. Δεν υπάρχει, λοιπόν, καμιά απόδειξη ότι οι γυναίκες έχουν την τάση να γίνουν μητέρες. Ναι, έχουμε σεξουαλική ορμή, αλλά αυτό δεν ταυτίζεται με κάποια ορμή να αποκτήσουμε, να φροντίσουμε και να μεγαλώσουμε ένα παιδί», λέει η Μπλάκστοουν. «Η επιθυμία για τη μητρότητα, που πολλές γυναίκες περιγράφουν ως σωματική ανάγκη, είναι προϊόν της κοινωνικοποίησής μας, όχι της βιολογίας».
Από την έρευνα της Μπλάκστοουν προκύπτει ότι οι βασικότεροι λόγοι για τους οποίους οι άνθρωποι επιλέγουν να μην αποκτήσουν παιδιά έχουν να κάνουν με την επιθυμία τους να διατηρήσουν την αυτονομία τους. «Αυτός είναι ο πιο συνηθισμένος λόγος. Θέλουν να είναι ελεύθεροι να αλλάξουν γνώμη, να πάρουν αποφάσεις της στιγμής και να καλλιεργήσουν περισσότερο τις άλλες σχέσεις της ζωής τους», μας λέει. «Όλο και συχνότερα, όμως, έχουμε ανθρώπους που εξηγούν ότι τους απασχολεί η κλιματική αλλαγή, ότι η επιλογή τους συνδέεται με την επιθυμία τους να κάνουν κάτι καλό για το περιβάλλον, αλλά και με την αγωνία τους για την πορεία του κόσμου στον οποίο θα έφερναν ένα παιδί».
Εκείνο που επίσης μοιράζονται όσοι μίλησαν στην Μπλάκστοουν, είναι η βεβαιότητα ότι πήραν την σωστή απόφαση. «Κανονικά το θέμα του παιδιού δεν πρέπει να συζητιέται καθόλου, δεν θα έπρεπε να απασχολεί κανέναν. Πρόκειται για θέμα αυστηρά προσωπικό», μας λέει η Μαριάννα. Αλλά επειδή συζητιέται και το γνωρίζουμε, ζητήσαμε από πέντε γυναίκες να μας αφηγηθούν τις ιστορίες τους.
Ήδη από πολύ μικρή με θυμάμαι να λέω στους γονείς μου ότι δεν θα κάνω παιδιά. «Καλά, τώρα είσαι πολύ μικρή για να ξέρεις τι θα επιθυμείς στα 40 σου», μου έλεγε ο πατέρας μου. «Εγώ στα 40 μου θέλω να είμαι ελεύθερη και να ταξιδεύω», του απαντούσα. Αυτά ενώ ήμουν ακόμη παιδί. Στα 14, όμως, βεβαιώθηκα. Συνέβη τότε κάτι που με καθόρισε. Γεννήθηκε η μικρή μου αδελφή, το τρίτο παιδί της οικογένειας, με μεγάλη διαφορά από τον αδελφό μου κι εμένα. Και τότε κατάλαβα τι σημαίνει μητρότητα. Ξέρω ότι ακούγεται περίεργο.
Κι όμως, εγώ δέθηκα πάρα πολύ με τη μικρή, σε σημείο που δεν ήταν φυσιολογικό. Τι εννοώ; Έβγαινε, για παράδειγμα, η μητέρα μου με το μωρό στο μπαλκόνι κι έτρεχα από πίσω της τρομοκρατημένη μήπως της πέσει. Φοβόμουν ότι δεν την κρατάει καλά, την έπαιρνα από τα χέρια της. Είχα ένα διαρκές αίσθημα ότι πρέπει να την προστατεύσω. Και στο μεταξύ, η μητέρα μας ήταν η κλασική προσεκτική, προστατευτική, στοργική μαμά. Δεν είχα κανένα λόγο, δηλαδή, να ανησυχώ. Ευτυχώς οι γονείς μου αντιλήφθηκαν το πρόβλημα, ότι πήγαινα να υποκαταστήσω τη μητέρα μου, και το χειρίστηκαν καλά. Μου πέρασε, μετά από λίγα χρόνια έφυγα κι από το σπίτι για να σπουδάσω.
Στο μεταξύ, όμως, είχα αισθανθεί τι σημαίνει να μην ελέγχεις τον εαυτό σου, την αγωνία σου. Συνειδητοποίησα τι σημαίνει να έχεις παιδί. Αυτό σε συνδυασμό με το πολύ ανεπτυγμένο αίσθημα της ελευθερίας, της ανάγκης μου να νιώθω ότι έχω επιλογές, είχε ως αποτέλεσμα να βεβαιωθώ. Είχα επίσης πολύ νωρίς ξεκαθαρίσει μέσα μου ότι οι φράσεις «αποκτώ παιδί» και «γίνομαι μητέρα» περιγράφουν διαφορετικά πράγματα. Το ένα περιγράφει μια κοινωνική συνθήκη, αποκτάω κάτι που θεωρητικά πρέπει να αποκτήσουν όλοι – όπως ένα εξοχικό, ένα σπίτι, ένα αυτοκίνητο… Το «γίνομαι μητέρα» είναι άλλο πράγμα. Είναι μια δέσμευση που σε εμένα έμοιαζε πάντα σαν κάτι που θα μου στερούσε όλες τις άλλες επιλογές, μια δέσμευση που θα μου προκαλούσε ένα αίσθημα ασφυξίας. Οφείλω να ομολογήσω ότι δεν υπάρχει πιο δύσκολο πράγμα από το να είσαι γονιός. Το αίσθημα της ευθύνης είναι φοβερό. Αυτό με τρόμαζε. Δεν θυμάμαι πια ποιος το έχει πει, αλλά είναι αυτό: όταν γίνεσαι γονιός, πρέπει να συμβιβαστείς με την ιδέα ότι η καρδιά σου ζει έξω από το σώμα σου.
Στα επόμενα χρόνια, στην ωριμότητα πια, αυτά συμπυκνώθηκαν σε αυτό που έμελλε να γίνει το μότο μου: Από παντού μπορείς να φύγεις – μπορείς να φύγεις από μια δουλειά, μπορείς να φύγεις από μια πόλη γιατί δεν σου αρέσει, από μια χώρα, από μια ερωτική σχέση, από μια φιλία. Ακόμη κι από την οικογένειά σου μπορείς να πάρεις αποστάσεις, αν δεν σου ταιριάζει. Αλλά όταν έχεις ένα παιδί, δεν μπορείς να φύγεις. Εκεί πρέπει να μείνεις. Αυτό το «πρέπει να μείνεις» εμένα μου ήταν εφιαλτικό. Θυμάμαι έναν πολύ αγαπημένο μου άνθρωπο που όταν του το είπα, μου απάντησε, «μα, Έλλη, όταν έχεις παιδί θέλεις να μείνεις». Ναι, σε σένα συμβαίνει αυτό. Εμένα ποιος μου διασφαλίζει ότι δεν θα θέλω να φύγω, του είπα.
Γιατί δεν ήθελα ποτέ να ξυπνήσω ένα πρωί και να μην μπορώ να ανταποκριθώ με τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να ανταποκριθείς σε ένα παιδί. Επειδή είμαι κουρασμένη, γιατί είμαι εξοντωμένη από τη δουλειά, γιατί δεν έχω τα χρήματα, γιατί ο μπαμπάς του δεν βγήκε αυτό που εγώ πίστευα… Για όλους τους λόγους που οι άνθρωποι μπαίνουν στη διαδικασία και αμφισβητούν την επιλογή τους να γίνουν γονιοί – κι υπάρχουν πάρα πολλοί που το κάνουν. Ναι, υπάρχουν άνθρωποι που το έχουν μετανιώσει, το πιστεύω. Μπορεί να μη στο πουν ποτέ έτσι, αλλά ο τρόπος με τον οποίο συμπεριφέρονται στα παιδιά τους το καθιστά πάρα πολύ πιθανό. Έχω συναντήσει ελάχιστους που είχαν την ειλικρίνεια να το πουν – όχι ότι μετάνιωσαν, αλλά ότι «καλύτερα θα ήταν να μην…»
Θεωρώ ότι υπάρχουν πολλές γυναίκες που δεν έχουν επιθυμία να γίνουν μητέρες, αλλά υπάρχει ένα περιβάλλον, συνήθως το στενό οικογενειακό, που με διάφορους τρόπους ασκεί ψυχολογική πίεση. Εγώ ήμουν τυχερή ως προς αυτό, οι γονείς μου ουδέποτε με πίεσαν. Από πολύ νωρίς αισθάνονταν σίγουροι για τις επιλογές μου, με έβλεπαν να τις υπερασπίζομαι, έβλεπαν έναν άνθρωπο πλήρη, ικανοποιημένο. Και ξέρεις, είναι ενδιαφέρον, διότι μεγάλωσα σε μια επαρχιακή πόλη, σε μια κλειστή κοινωνία, οι γονείς μου θα μπορούσαν να το βλέπουν διαφορετικά. Αλλά μας έλεγαν πάντα, και στους τρεις, ότι αυτό που θέλουν είναι να είμαστε ευτυχισμένοι. Και τον τρόπο θα τον βρούμε εμείς, ο καθένας για τον εαυτό του.
Πρέπει, πάντως, να σου πω ότι η απόφαση να μην κάνω παιδί δεν μπήκε στη ζυγαριά με το κυνήγι της καριέρας. Δεν σκέφτηκα, δηλαδή, ποτέ ότι θέλω να κάνω καριέρα γι’ αυτό δεν θα κάνω παιδί, όχι, καμία σχέση. Αυτό που ήθελα πάντα από τη ζωή μου ήταν να υπάρχει αρμονία. Να κάνω το επάγγελμα που έχω επιλέξει, να το κάνω καλά, να αντλώ ικανοποίηση. Και υπό αυτήν την έννοια, το γεγονός ότι δεν είμαι μητέρα μου έδινε μια ελευθερία επιλογών. Διότι μου επέτρεπε να μην κάνω πράγματα που δεν μου ταιριάζουν. Είχα μεγαλύτερη ευελιξία στο να απορρίψω δουλειές, διότι δεν είχα την αγωνία ότι εξαρτώνται από εμένα δυο παιδιά.
Κάποια στιγμή έκανα έναν γάμο, που μέσα μου ήξερα από την αρχή ότι δεν θα κρατήσει πολύ. Και τότε, πάλι, δεν αναθεώρησα. Ο πρώην άντρας μου ήθελε να κάνουμε παιδιά, το γνωρίζω, αλλά επειδή ο γάμος κράτησε δυο χρόνια μόνο, δεν μας δόθηκε η ευκαιρία να το συζητήσουμε. Έχω πειστεί, στο μεταξύ, ότι το γεγονός πως δεν επιθυμούσα ποτέ να κάνω παιδί, με έναν τρόπο επέδρασε απελευθερωτικά και σε ό,τι αφορά την επιλογή συντρόφου. Θέλω να πω ότι όταν γνώριζα κάποιον που με ενδιέφερε, δεν με απασχολούσε αν θα μπορούσε να γίνει καλός πατέρας.
Βέβαια, κατέληξα να συνδέσω τη ζωή μου με έναν άντρα που έχει παιδί από τον προηγούμενο γάμο του και τυχαίνει να είναι πολύ καλός πατέρας, ο καλύτερος πατέρας του κόσμου. Και αυτό είναι που εκτίμησα πολύ σε αυτόν, είναι κάτι που μέτρησε πολύ. Και βέβαια έχω συνδεθεί πολύ με το παιδί του, είναι μέρος της ζωής μου. Αυτό έγινε με τον καιρό, φυσιολογικά. Αλλά αμφιβολίες για τη δική μου επιλογή, δεν είχα ποτέ. Ίσα ίσα, με την ωριμότητα εδραιώθηκε μέσα μου η απόφαση, με τρόπο απολύτως συνειδητοποιημένο. Δεν σκέφτηκα ποτέ, βλέποντας ένα παιδάκι, πώς θα ήταν να έχω κι εγώ ένα.
Για μένα το φυσιολογικό είναι ότι κάποιες από εμάς είναι φτιαγμένες για να είναι μαμάδες, και πρέπει να γίνονται μαμάδες, ενώ κάποιες άλλες δεν είναι. Και έχω την ακλόνητη βεβαιότητα ότι κάποιες έγιναν μαμάδες και δεν έπρεπε να έχουν γίνει ποτέ. Τώρα σε ό,τι αφορά το μητρικό φίλτρο, νομίζω ότι κάποιες γυναίκες το έχουν πολύ έντονο, άλλες δεν το έχουν. Κι υποψιάζομαι ότι κάποιες προσπαθούν να το αφυπνίσουν με το ζόρι. Γενικώς δεν πιστεύω ότι υπάρχει κανόνας. Γιατί αν υπήρχε εμείς θα κάναμε άλλη συζήτηση τώρα.
Από τότε που κατάλαβα τον εαυτό μου, δεν ήθελα παιδί και γάμο. Ήθελα να είμαι με έναν σύντροφο, αλλά χωρίς παιδί. Ως εκεί. Ήταν σαν να το ήξερα από την πιο τρυφερή ηλικία.
Μεγάλωσα σε μια επαρχιακή πόλη, που ήταν αφόρητα, ασφυκτικά συντηρητική. Ήθελα πάντα να φύγω. Από πολύ μικρή ήξερα ότι θέλω να κάνω χορό. Βλέπαμε ταινίες, στον θερινό κινηματογράφο, κι όπου έβλεπα κίνηση και χορό τρελαινόμουν. Έλεγα εγώ θα κάνω χορό. Πιστεύω ότι αυτή η έντονη επιθυμία μου να γίνω χορεύτρια συνετέλεσε στην απόφασή μου. Δεν ήθελα να κάνω παιδί και για να μην χαλάσει το σώμα μου. Φυσικά πολλές χορεύτριες κάνουν παιδί, αλλά εγώ το έβλεπα σαν ένα ρίσκο για το σώμα μου. Οπότε δεν υπήρχε περίπτωση, δεν μου περνούσε από το μυαλό να το κάνω.
Μπορεί να έφταιξε και το ότι δεν είχα ευτυχισμένη παιδική ζωή; Δεν ξέρω, κάποτε το σκεφτόμουν, αλλά τώρα πια δεν νομίζω ότι αυτό έφταιξε. Γιατί κάποια εποχή, στα χρόνια της νεότητας, θα μπορούσα να το έχω κάνει, σχεδόν ασυνείδητα, όπως το έκανε για παράδειγμα η αδελφή μου. Και ξέρεις, τα λατρεύω τα παιδιά, δούλευα με τα παιδιά, δίδασκα χορό σε παιδιά. Αλλά δεν ήθελα να κάνω δικό μου. Ίσως να μην ήθελα να διαιωνίσω τη δική μου ύπαρξη; Να ήταν ότι δεν ήθελα να χαλάσω το σώμα μου;
Σε κάθε περίπτωση, ήταν κάτι που ήξερα από πολύ νέα με απόλυτη βεβαιότητα. Τις φορές που έμεινα έγκυος, στα 22 μου και ξανά στα 25 μου, δεν τέθηκε μέσα μου κανένα δίλημμα. Είχα πρόβλημα με τον τότε σύντροφό μου, διότι εκείνος ήθελε παιδί. Ήθελε, ή νόμιζε ότι ήθελε. Θύμωσε πάρα πολύ, νόμιζε ότι δεν ήθελα ειδικά μαζί του, ενώ εγώ δεν ήθελα γενικώς. Ο καθένας προβάλλει τα δικά του. Δεν ξέρω, μπορεί να έπαιξε ρόλο το γεγονός ότι δεν τον είχα και σε τεράστια εκτίμηση. Μου είχε περάσει ο έρωτας. Ήμουν στην Αθήνα τότε, χόρευα ήδη σε ομάδα, εργαζόμουν πολύ, ζούσα έντονα. Μου φαινόταν αδιανόητο να κάνω παύση για να αποκτήσω παιδί. Έπειτα είχα σχέδια, ήθελα να φύγω από την Ελλάδα. Όπως κι έγινε. Πήγα στο εξωτερικό να συνεχίσω τις σπουδές μου. Οπότε ένα παιδί θα είχε σταθεί εμπόδιο. Δεν θα μπορούσα να φύγω και να το αφήσω. Δεν θα το έκανα αυτό, ποτέ.
Η αφοσίωσή μου στον χορό υπήρξε πάντα καθοριστική για τις επιλογές μου. Αλλά και το γεγονός ότι ήμουν πάντα εναντίον του γάμου. Νομίζω ότι ήμουν παιδί της εποχής μου. Γιατί από τον κύκλο μου πολλές γυναίκες δεν έχουν παιδιά από επιλογή. Βάλαμε άλλες προτεραιότητες. Κάτι από το κίνημα της γυναικείας και σεξουαλικής απελευθέρωσης έφτασε και σε εμάς, παρόλο που έζησα την εφηβεία μου κι ενηλικιώθηκα τα χρόνια που είχαμε δικτατορία. Με την αποκατάσταση της δημοκρατίας, το βιώσαμε πια κι εμείς έντονα, μας συνεπήρε. Ή τουλάχιστον συνεπήρε εμένα και το περιβάλλον στο οποίο ζούσα. Διψούσα για οτιδήποτε νέο, για μια ελεύθερη ζωή. Και νιώθω τυχερή που ως νέα ζούσα σε μια εποχή που ήταν όλα ανοιχτά.
Και στα χρόνια που ακολούθησαν, στην ωριμότητά μου, ουδέποτε με απασχόλησε το θέμα του παιδιού και της οικογένειας. Δεν με απασχολούσε, δεν με βασάνιζε το γεγονός ότι δεν είχα την επιθυμία του παιδιού. Δεν έχει τύχει ούτε μια φορά να δω ένα παιδάκι και να ζηλέψω, να σκεφτώ αχ να είχα κι εγώ ένα – κι έχω ζήσει πολύ με παιδιά, στη δουλειά.
Ξέρεις, για πολλές από τις γυναίκες που γνωρίζω, συνομήλικές μου, ήρθε πολύ φυσικά η επιλογή να μην γίνουμε μητέρες. Εμείς ζούσαμε έντονα, δεν είχαμε στο νου μας να αποκατασταθούμε. Κάναμε καριέρα, δεν μας ένοιαζε ότι περνούσαν τα χρόνια, δεν είχαμε την αγωνία να βιαστούμε να παντρευτούμε. Δεν ήμασταν εναντίον των σχέσεων, αλίμονο. Αλλά στον δικό μου κύκλο δεν μας απασχολούσε το θέμα. Διαπιστώνω, όμως, ότι η κοινωνία μας έχει γίνει πιο συντηρητική. Το βλέπω στις νέες γυναίκες και με εκπλήσσει.
Το να θέλει μια γυναίκα να κάνει παιδί θεωρείται απολύτως αυτονόητο. Κανείς δεν ρωτάει «γιατί θέλεις να κάνεις παιδί;» Δεν θα την ακούσεις ποτέ αυτήν την ερώτηση, δεν υπάρχει. Αν με ρωτάς, θα έπρεπε να υπάρχει. Από την άλλη το θεωρώ και κάπως αναμενόμενο. Διότι τα περισσότερα πράγματα που κάνουμε, τα κάνουμε για να τα κάνουμε.
Ήμουν λίγο πριν τα 30 όταν βρέθηκα αντιμέτωπη με το ερώτημα αν θα κάνω παιδί. Ήμουν τότε με έναν άνθρωπο, ο οποίος το ήθελε πολύ. Κι ήταν τόσο έντονο το όχι που μου βγήκε, ακόμη και σε σωματικό επίπεδο, που δεν μπορούσα να το αγνοήσω. Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι σε στιγμές μεγάλου έρωτα, είχα σκεφτεί ότι ναι, με αυτόν τον άντρα θα ήθελα κάποτε να κάνω παιδί. Αλλά όπως έμελλε να αποδειχτεί, δεν ήταν κάτι που πραγματικά με δελέαζε ως προοπτική.
Δεν ήξερα πάντα ότι δεν θέλω παιδί. Εκ των υστέρων το σκέφτηκα, υπό την έννοια ότι σε κομβικά σημεία της ζωής μου, σε συγκυρίες κατά τις οποίες θα ήταν ίσως η στιγμή για να κάνω παιδί, έκανα άλλες επιλογές. Κάτι άλλο με τράβηξε περισσότερο, κάτι άλλο με έκαιγε, κάπου αλλού με οδηγούσαν οι επιλογές μου. Κι όταν διαπίστωνα ότι αυτό επαναλαμβανόταν μέσα στα χρόνια, συνειδητοποίησα ότι η μητρότητα δεν είναι κάτι που επιθυμώ να βιώσω.
Δεν υπάρχει τίποτε στη μητρότητα που να με δελεάζει, δεν μπορώ να το πω πιο καθαρά. Η συνεχής φροντίδα ενός παιδιού, η διαρκής έγνοια, η ευθύνη, η αγωνία, η σκέψη αν το έκανα ή δεν το έκανα καλά, τι θα γίνει, πονάει, δεν πονάει. Όλο αυτό μου φαίνεται ένα φοβερό βάρος, το οποίο νομίζω δεν θα μπορούσα να το σηκώσω και να πληρώνω το ψυχικό κόστος που συνεπάγεται. Επίσης είναι και κάτι άλλο. Κοιτώντας γύρω μου, και μέσω της δουλειάς μου, βλέπω διαρκώς γονείς που δεν μπορούν να αποφύγουν τις προσδοκίες που έχουν για τα παιδιά τους και παιδιά που πολύ συχνά προσπαθούν να εκπληρώσουν αυτές τις προσδοκίες. Και αν δεν το κάνουν, αυτό πάντα έχει ένα κομμάτι τύψεων και ενοχών.
Δεν ξέρω κανέναν ενήλικα που δεν κουβαλάει κάποιο είδος ενοχής απέναντι στους γονείς του. Ξέρω, ξέρω, γενικεύω. Αλλά πιστεύω ότι εγώ δεν θα είχα ξεφύγει από αυτό το πράγμα. Και μου φαίνεται πολύ βαρύ να επιλέγεις να το προκαλέσεις αυτό σε έναν άνθρωπο. Ένα παιδί είναι τόσο πολύ εξαρτημένο από εσένα, που ουσιαστικά είναι στο έλεός σου. Πάντα με τις καλύτερες προθέσεις, ακόμη και στην καλύτερη περίπτωση, είναι πάρα πολλές οι βλάβες που προκαλείς. Άθελά σου, βεβαίως, και αναπόφευκτα. Διότι κι εσύ το έχεις βιώσει ως παιδί, διότι πας ψάχνοντας, διότι πειραματίζεσαι. Και δεν ήθελα να μπω σε αυτή τη διαδικασία.
Με τα χρόνια αυτό άρχισε να μου γίνεται πολύ ξεκάθαρο. Όχι ότι δεν υπήρξαν στιγμές που αμφέβαλα. Ενώ ένιωθα ότι δεν το ήθελα, είχα ταυτόχρονα μια αγωνία, εκεί κοντά στα 40, μήπως κάποτε το μετανιώσω. Σκεφτόμουν ότι εντάξει, τώρα δεν το θέλω, αλλά αν στην πορεία το μετανιώσω κι είναι πια αργά; Τώρα σκέφτομαι ότι η αγωνία αυτή είχε σχέση μάλλον με τις προειδοποιήσεις των άλλων. Έχουν υπάρξει άνθρωποι που μου το έχουν πει, όχι με κακία ή επικριτική διάθεση, αλλά έτσι όπως κανείς συμβουλεύει τους φίλους του σε καθοριστικές στιγμές της ζωής τους.
Τώρα πια, στα 50 μου, νιώθω πολύ καλά, ξέρω ότι δεν ήταν κάτι για μένα. Δεν το μετανιώνω καθόλου, δεν το νιώθω σαν έλλειψη. Έπειτα, για να είμαι κι ειλικρινής, σπανίως βλέπω σχέσεις παιδιών-γονιών που ζηλεύω. Βλέπω τις περισσότερες γυναίκες που ξέρω να έχουν μεγάλη δυσκολία με την αυτονομία των παιδιών τους. Και υποπτεύομαι πως ούτε εγώ θα είχα ξεφύγει από αυτό. Προφανώς έχει χαρές, αλλά οι χαρές μάλλον δεν με τράβηξαν ποτέ. Μου είναι πιο εύκολο να τις εντοπίσω όταν ένα παιδάκι είναι μικρό, αλλά καθώς μεγαλώνει δεν ξέρω πού πάνε αυτές οι χαρές γιατί οι περισσότεροι γονείς έχουν ένα αχ κι ένα βαχ. Κι όλο μια ιστορία φρίκης έχουν να σου διηγηθούν, παρά μια ιστορία χαράς.
Το να μην κάνεις παιδιά, να μην έχεις τη συνεχή και διαρκή έγνοια ενός ανθρώπου, σου αφήνει ένα πολύ ανοιχτό πεδίο με τον εαυτό σου. Τι εννοώ; Πρώτον ότι έχεις περισσότερο χρόνο να κοιτάξεις μέσα σου. Κι αν η ματιά πέσει από ενδιαφέρον στο πώς συμπεριφέρεσαι, πώς σκέφτεσαι, τι νιώθεις, τι επιλέγεις στη ζωή, αν σε ενδιαφέρει να το καταλάβεις αυτό το πράγμα, τότε έχεις ένα πάρα πολύ ανοιχτό πεδίο. Δεν εννοώ ότι οι γονείς δεν είναι σκεπτόμενοι άνθρωποι, αλλά εκ των πραγμάτων όταν είσαι γονιός είσαι δεσμευμένος πάρα πολλές ώρες της ημέρας για πάρα πολλά χρόνια. Όταν είσαι πολύ απασχολημένος με το μεγάλωμα του παιδιού, πολλά πράγματα διοχετεύονται εκεί.
Το γεγονός ότι δεν είχα την επιθυμία να κάνω παιδί μου έδωσε μια ελευθερία, μου άνοιξε έναν ορίζοντα, να εξερευνήσω όσα πραγματικά επιθυμώ. Και πολλαπλασίασε τις επαγγελματικές μου επιλογές. Διότι κάποια στιγμή πήρα την απόφαση να φύγω από την Ελλάδα και να εργαστώ σε περιοχές και συνθήκες δύσκολες αλλά συναρπαστικές, όπου δεν θα είχα πάει με ένα παιδί. Δεν λέω ότι με το παιδί τελειώνει η ζωή σου, αλλά οπωσδήποτε περιορίζονται τα περιθώρια κίνησης. Τουλάχιστον εγώ δεν είμαι η γυναίκα που θα μπορούσα να συνδυάσω το παιδί με την ελευθερία που πάντα επιδίωκα να έχω.
Η κοινωνία δεν έχει κανένα περιθώριο σκέψης για κάποια πράγματα – αναφέρομαι στη βεβαιότητα ότι αν κάνεις παιδί, δεν θα έχει μεγάλη σημασία η ελευθερία σου, λες κι είναι ένα γεγονός που σου αλλάζει τα πάντα, οριστικά και αμετάκλητα. Και σε πολλούς τα αλλάζει, δεν λέω. Αλλά δεν τα αλλάζει σε όλους. Γι’ αυτό είναι ένα ρίσκο όταν γίνεται κανείς γονιός. Αν θα σε συνεπάρει τόσο πολύ, όσο σου λένε όλοι. Και αν δεν σε συνεπάρει –ειδικά αν είσαι γυναίκα– τότε αυτομάτως μπαίνει ένα ερωτηματικό.
Σε ό,τι με αφορά, πιστεύω ότι θα είχα την υπευθυνότητα να μην παρατήσω ένα παιδί, έχω την εντύπωση όμως ότι η δέσμευση που θα ένιωθα κάπως θα μου έβγαινε. Η πικρία που θα ένιωθα κάπως θα μου έβγαινε. Και αυτό θα μου φαινόταν πάρα πολύ δυσβάσταχτο και για μένα και για ένα παιδί. Κανένα παιδί δεν χρωστάει να νιώθει ότι περιορίζει τον γονιό του. Επίσης, η εμπειρία η δική μου έχει ενισχυθεί κι από το πώς ήταν ο πατέρας μου. Ήταν ένας άνθρωπος που δεν έπρεπε να κάνει παιδιά. Έλεγε ότι τα ήθελε και μας αγαπούσε πάντα, το ξέρω. Αλλά ένιωθα το στρίμωγμά του. Κι αυτό κάπως μου πέρασε, ότι μπορεί να βρεθείς σε αυτήν τη θέση που είναι πάρα πολύ δυσάρεστη. Υπάρχουν άνθρωποι που το έχουν μετανιώσει, είμαι απολύτως βέβαιη, το γνωρίζω. Αλλά δεν θα το πουν, είναι τεράστιο ταμπού.
Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις μου, η απόφαση να μην κάνω παιδιά μάλλον με απελευθέρωσε. Βεβαίως, πρέπει να σου πω ότι υπήρξαν φορές που ένιωθα ότι κάποιος είχε στο νου του ότι εγώ ίσως να θέλω παιδί, ενώ είχα ξεκαθαρίσει ότι δεν ήθελα, κι αυτό με ενοχλούσε. Γιατί υπάρχει κι αυτό – σαν να μην μπορεί ένας άντρας να το πιστέψει ότι το θέμα πραγματικά δεν σε ενδιαφέρει. Είναι και κάπως αστείο, γιατί φαίνεται όλοι θεωρούν ότι μαζί τους μπορεί και να ήθελες. Επίσης –άλλο κωμικό πράγμα– υπάρχουν άντρες που βλέπουν με καχυποψία μια γυναίκα που λέει ότι δεν θέλει παιδί. Το καταλαβαίνεις από το ύφος τους, διαβάζεις τα ερωτήματα που δεν διατυπώνονται: «Τώρα αυτή γιατί δεν θέλει να γίνει μάνα; Τι δεν έχει αυτή; Τι πάει στραβά με αυτήν; Μήπως είναι μια σκύλα κατά βάθος; Μήπως δεν είναι αρκετά μητρική;»
Στην Ελλάδα είναι ακόμη διαδεδομένη η αντίληψη ότι η μητρότητα είναι ο προορισμός της γυναίκας. Ναι, υπάρχουν χίλια στερεότυπα και χίλιες λέξεις που περιγράφουν τις γυναίκες που δεν έχουν παιδιά. Οι οποίες είναι πολύ υποτιμητικές και πάντα υπονοούν ότι μια γυναίκα δεν ξέρει τι της γίνεται. Ότι αυτό δεν είναι ποτέ επιλογή, ότι κάτι έχει πάει λάθος με εκείνη. Συχνότατα υπάρχει επίσης μια καχυποψία απέναντι σε μια γυναίκα που δηλώνει ότι είναι ικανοποιημένη με την επιλογή της. Είσαι καλά ή το παίζεις ότι είσαι καλά;
Νομίζω, πάντως, ότι περισσότερο από όλα αυτό που με ενοχλεί σαν σχόλιο είναι το πόσο εγωιστική στάση είναι να μη θέλεις να κάνεις παιδιά. Λες και το να θέλεις να κάνεις παιδιά είναι μια στάση αλτρουιστική. Μην έχοντας παιδιά, δεν μπορώ να καταλάβω την πρόταση «τα παιδιά μου είναι το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή μου». Δεν ξέρω, δεν έχω την εμπειρία. Είναι λόγω αγάπης άνευ όρων; Μα εγώ δεν βλέπω αυτήν την άνευ όρων αγάπη. Αυτή η αγάπη έχει πάρα πολλούς όρους, ομολογημένους ή όχι. Και τα παιδιά τους πιάνουν, από πολύ μικρή ηλικία.
Πίεση από την οικογένειά μου δεν αισθάνθηκα ποτέ. Ξέρω, όμως, ότι είναι κάτι που απασχολεί τους γονείς μου. Ο πατέρας μου το έχει εκφράσει, μάλιστα πολύ φορτισμένος. Πράγμα που δεν ταιριάζει καθόλου με το πώς μεγάλωσε εμένα και τον αδελφό μου. Τα λόγια που χρησιμοποίησε είχαν κάτι από ελληνική ταινία του 1950. Η μητέρα μου νομίζω ότι έχει ένα ερωτηματικό, δεν μπορεί να το καταλάβει καθόλου σαν επιλογή, ξέρω ότι την απασχολεί. Το έχω συζητήσει μαζί της, αλλά αισθάνομαι ότι δεν της είναι τόσο άνετο να το ακούει. Νιώθει ότι κάτι έχω χάσει.
Εγώ δεν αισθάνομαι ότι έχω χάσει. Από την άλλη, με κάθε επιλογή που κάνουμε, κάτι πάντα χάνουμε. Κι αυτός που έχει κάνει παιδί έχει χάσει κάτι άλλο. Κάθε όχι που λες στη ζωή σου σημαίνει ένα ναι, κάθε ναι συνεπάγεται ένα όχι. Αυτό που μετράει, τελικά, είναι πόσο βαραίνει αυτό που έχεις επιλέξει να χάσεις. Για μένα ήταν πολύ ανακουφιστική η στιγμή που κατάλαβα ότι δεν θέλω, δεν με ενδιαφέρει, έκλεισα με αυτό το πράγμα, τελείωσε. Έχω άλλα πράγματα να ασχοληθώ. Ήταν μεγάλη ανακούφιση.
Θυμάμαι όταν ήμουν μικρή και φανταζόμουν το μέλλον μου, έλεγα ότι στα 28 μου χρόνια θα έχω παντρευτεί και θα έχω δυο παιδιά. Νόμιζα ότι στα 28 είσαι ώριμη γυναίκα. Όταν τα έφτασα και θυμόμουν τις σκέψεις μου, με έπιαναν τα γέλια. Διότι τα 28 ήρθαν και πέρασαν κι εγώ δεν ένιωθα ούτε μεγάλη και ώριμη, ούτε καμιά απολύτως επιθυμία να κάνω παιδιά.
Η εικόνα που είχα για το μέλλον μου, ότι θα έκανα παιδιά, ήταν προφανώς αυτό που είχα μάθει ότι είναι το φυσικό κι αναμενόμενο. Διότι στο μεταξύ, ποτέ δεν το είχα ονειρευτεί. Όπως βλέπω πολλές φίλες μου να το ονειρεύονται. Μου αρέσει μεν η ιδέα της οικογένειας, της κλασικής, πυρηνικής οικογένειας, αλλά δεν είναι για μένα. Και δεν το λέω ως φεμινίστρια, που δεν είμαι άλλωστε. Εγώ είμαι πεπεισμένη ότι τα παιδιά ως τα πέντε πρέπει να τα μεγαλώνει η μαμά, όχι οι γιαγιάδες και οι νταντάδες. Εάν κάνεις παιδί, πρέπει για ένα διάστημα να θυσιάσεις τη δουλειά και να του αφοσιωθείς, έτσι το βλέπω. Ούτε μου αρέσει η ιδέα των παιδιών που γεννιούνται εκτός σχέσης και μεγαλώνουν από μια μητέρα μόνη.
Δεν μου έχει τύχει να μείνω έγκυος και δεν θα μου τύχει, διότι προσέχω πολύ. Γιατί αν μου τύχαινε, θα το κρατούσα. Παρόλο που δεν θέλω. Δεν είμαι υπέρ του να αποτρέψω μια ζωή να έρθει στον κόσμο, νιώθω ότι δεν είναι δικαίωμά μου. Θα αναρωτηθεί κανείς πώς θα μεγάλωνα ένα παιδί από τη στιγμή που δεν θέλω να γίνω μητέρα. Ναι, δεν είναι η επιθυμία μου κι οι επιλογές μου το αντανακλούν. Από εκεί και πέρα, λέω ότι αν ποτέ συνέβαινε, θα το αποδεχόμουν. Αλλά αυτό είναι θεωρητική συζήτηση, γιατί δεν θα συμβεί. Διότι ξέρω ότι εφόσον δεν το θέλω, πρέπει να προσέξω ώστε να μην φτάσω να μείνω έγκυος.
Προφανώς κάνουμε παιδιά για να μην εξαλειφθούμε σαν είδος, αλλά εγώ είμαι πεπεισμένη ότι δεν είμαστε εδώ για να ακολουθούμε αυτό το σχήμα σχολείο–δουλειά–οικογένεια–σύνταξη και ξαφνικά να φτάνεις στο τέλος και να μην ξέρεις ποιος είσαι. Να σου έχει φύγει η ζωή μέσα από τα χέρια. Βέβαια, αν ήταν όλοι σαν εμένα το είδος θα εξαφανιζόταν. Αλλά η οικογένεια, όσο κι αν μου φαίνεται ότι είναι το σωστό πλαίσιο για τα παιδιά, βάζει τους γονείς στον αυτόματο πιλότο. Αν θέλουν να μεγαλώσουν σωστά το παιδί τους, τουλάχιστον. Εγώ δεν έχω τέτοια αποθέματα ενέργειας για να αφιερώσω σε ένα παιδί.
Δεν μου έχει τύχει σύντροφος ο οποίος να θέλει παιδί. Είχα πολλά χρόνια σχέση με έναν άνθρωπο ο οποίος επίσης δεν ήθελε παιδιά. Δεν ξέρω τι θα γίνει στο μέλλον, αλλά αν συναντήσω έναν άντρα για τον οποίο η απόκτηση παιδιού είναι προτεραιότητα τότε δεν θα έχουμε και σε άλλους τομείς πολλά κοινά. Οπότε οι διαφορές θα μας συναντήσουν πριν φτάσουμε να συζητήσουμε για παιδιά. Γενικά δεν είμαι ούτε υπέρ της συγκατοίκησης. Επιζητώ και τη μοναχικότητα.
Δεν θεωρώ ότι ένα παιδί σε ολοκληρώνει ως γυναίκα ή ότι βοηθάει έστω σε αυτήν την κατεύθυνση. Έχω δει ορισμένες από τις φίλες μου που έγιναν μητέρες να αλλάζουν προς το καλύτερο, εννοώ ότι το νιώθεις ότι έκαναν το σωστό, ότι το παιδί τούς προσέφερε κάτι που είχαν ανάγκη. Έχω δει και άλλες όμως, οι οποίες παντρεύτηκαν κι έκαναν παιδιά, επειδή ένιωθαν ότι έτσι έπρεπε. Κι αυτές δεν τις βλέπω καθόλου ευτυχισμένες. Αλλά δεν έχουν και χρόνο να σκεφτούν, ζουν στον αυτόματο πιλότο, δεν έχουν επιλογή.
Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που κάνουν παιδιά για να τους προσέξουν στα γεράματα. Δεν το ομολογούν, δεν θα στο πουν ποτέ. Αλλά είναι στο νου τους. Τα κάνουν από ανασφάλεια, για να μην είναι μόνοι. Θυμάμαι που είχα ακούσει τη μητέρα μου να λέει ότι πρέπει να κάνεις δυο παιδιά γιατί αν χάσεις το ένα να σου μείνει το άλλο. Μου είχε φανεί τρομακτικό. Αλλά τα σκέφτεται αυτά ο κόσμος, μπορεί να μην τα λέει… Κι εγώ θέλω να είμαι ελεύθερη από αυτά τα πράγματα, τα γαντζωτικά. Γιατί κάθε παιδί είναι ένας άλλος άνθρωπος, ένα ξεχωριστό ον με δικές του επιθυμίες, που έχει τη δική του πορεία εξέλιξης. Και σίγουρα δεν έρχεται στη ζωή για να σε γηροκομήσει ή να το βαμπιρίζεις συναισθηματικά.
Πιστεύω ότι αυτό ονομάζουν βιολογικό ρολόι, υπάρχει, ναι. Αλλά δεν το έχουμε όλες. Και περισσότερο από το ρολόι, υπάρχει μια κοινωνική πίεση ότι έρχεται μια ηλικία που πρέπει να παντρευτείς και να κάνεις παιδιά. Γιατί αλλιώς δεν είσαι νορμάλ, είσαι κάτι περίεργο κι ο περίγυρός σου θεωρεί ότι κάτι δεν πάει καλά με σένα. Το έχω νιώσει αυτό, βεβαίως υπάρχει προκατάληψη. Αν και συχνά τη γλιτώνω, επειδή λόγω ηλικίας σκέφτονται ότι θα αλλάξω γνώμη. Δεν το διατυμπανίζω ότι δεν θέλω να κάνω παιδιά, αλλά δεν το κρύβω κιόλας.
Καμιά φορά, όταν μια φίλη γίνει μητέρα αρχίζουν όλοι να μου εύχονται «και στα δικά σου». Συνήθως λέω ευχαριστώ, από ευγένεια, αλλά και για να μην δώσω συνέχεια. Διότι μου έχει τύχει να το αναφέρω και να με κοιτάζουν σαν να είμαι εξωγήινη. Λοιπόν, δεν μου αρέσει να δίνω εξηγήσεις, να με φέρνουν στη θέση να απολογούμαι. Με νοιάζει αν ο άλλος θα καταλάβει; Όχι. Οπότε όταν αρχίζουν οι ερωτήσεις λέω ναι, όταν θα έχω καλή δουλειά, θα το κάνω. Και ξεμπερδεύω. Κάποιες φορές έχω σκεφτεί ότι πιο εύκολα θα υιοθετούσα, σε μεγαλύτερη ηλικία και αν είχα την οικονομική δυνατότητα, όχι για να καλύψω μια δική μου ανάγκη, ένα μητρικό ένστικτο, αλλά για να δώσω σε έναν άλλο άνθρωπο μια δεύτερη ευκαιρία. Για να προσφέρω.
Τώρα πια το έχω σκεφτεί το θέμα. Πιστεύω ότι η επιλογή να αποφύγω να κάνω παιδιά συνδέεται και με την αγωγή που πήρα. Μεγάλωσα σε ένα σπίτι που δεν υπήρχε η συζήτηση για γάμους, νυφικά και μωρά. Ούτε ως κούκλες, ανάμεσα στα παιχνίδια μου, δεν υπήρχαν μωρά, μπιμπερό και καροτσάκια. Είχα άπειρες κούκλες που τους έραβε μάλιστα ρουχαλάκια η μοδίστρα της μητέρας μου – τότε οι γυναίκες έραβαν 2-3 φορές το χρόνο ρούχα. Τις έντυνα, τους έβαφα τα μάτια, τα χείλη… Αλλά κούκλα-μωρό με μπιμπερό, δεν είχα ποτέ. Μπορεί επειδή δεν είχα αδέλφια και δεν είχα δει τη μαμά μου να φροντίζει μωρό.
Πάντως και η μητέρα μου, δεν θυμάμαι ποτέ να μου είπε «θέλω να δω εγγονάκι». Νομίζω ότι κι εκείνη δεν ήταν των παιδιών. Απλώς ήταν η εποχή της τέτοια. Παντρεύτηκε τον πατέρα μου ο οποίος ήταν αξιωματικός και τότε οι αξιωματικοί έπρεπε να παντρεύονται γυναίκες που δεν εργάζονταν. Γιατί αν εργαζόταν η σύζυγος, επειδή είχαν πολλές μεταθέσεις, χώριζαν οι οικογένειες. Οπότε η μάνα μου, παρότι ήθελε να δουλέψει, δεν μπόρεσε να το κάνει, και ίσως γι’ αυτό μου εμφύσησε την προτεραιότητα της εργασίας και της οικονομικής ανεξαρτησίας..
Από πολύ μικρή, λοιπόν, ονειρευόμουν να κάνω καριέρα, να είμαι ανεξάρτητη. Όχι ότι θα με εμπόδιζε το παιδί, αλλά μεγαλώνοντας είδα καθαρά ότι τα αγόρια στην Ελλάδα μεγαλώνουν με έναν τρόπο που δεν είναι υποστηρικτικός για τις γυναίκες.
Το είδα πολύ στη γενιά μου. Και με τρόμαξε. Οι άντρες τους οποίους συναντούσα εγώ, όσο κι αν κινούνταν σε κύκλους προοδευτικών ανθρώπων, δεν έβλεπα να εφαρμόζουν την ισότητα στις σχέσεις. Με κανέναν από τους συντρόφους που κατά καιρούς είχα δεν ένιωσα ότι θα γινόταν ένας υποστηρικτικός πατέρας. Όχι ότι δεν θα ήταν καλός μπαμπάς. Έβλεπα όμως ότι δεν θα ήταν αρκετά δυνατός και υποστηρικτικός σε βάθος χρόνου, ως προς τα βάρη και τις ευθύνες που συνεπάγεται το μεγάλωμα ενός παιδιού. Καλοί άνθρωποι, μεν, αλλά δεν μου έδωσαν ποτέ καμία ασφάλεια ότι εγώ θα μπορούσα να συνεχίσω απρόσκοπτα την καριέρα μου έχοντας ένα παιδί. Το έβλεπα γενικώς στους άντρες της γενιάς μου, το έβλεπα γύρω μου – οι γυναίκες δούλευαν, έκαναν καριέρα και σήκωναν και το μεγαλύτερο βάρος στην οικογένεια. Μπορεί να γνώρισα τους λάθος άντρες, δεν λέω. Από την άλλη, φαντάζομαι ότι οι άντρες που ήθελαν να κάνουν οικογένεια έβλεπαν σε εμένα μια γυναίκα πάρα πολύ αφοσιωμένη στη δουλειά και τις επιλογές της. Δεν τους δημιουργούσα κι εγώ ασφάλεια για γάμους και παιδιά.
Για να είμαι απολύτως ειλικρινής, η καριέρα ήταν πάντα προτεραιότητα. Με αυτό μεγάλωσα. Ότι πρέπει να είμαι πάντα ανεξάρτητη, πάντα λαμπερή, γι’ αυτό και ήθελα πρωτιές. Δούλευα πολύ και σκληρά για αυτό. Αλλά το χαιρόμουν, περνούσα καλά δουλεύοντας. Έβαζα στόχους, εργαζόμουν εντατικά κι όταν τους κατακτούσα ήταν τέτοια η ικανοποίησή μου που ούτε είχα διανοηθεί ότι για να πραγματωθώ ως γυναίκα θα έπρεπε να γίνω μητέρα. Δεν το ένιωσα ποτέ αυτό. Ακόμη και τώρα αυτό που μου δίνει τεράστια ικανοποίηση είναι να βάζω επαγγελματικούς στόχους και να τους κατακτώ.
Έτσι κι αλλιώς, όμως, ποτέ δεν επιθυμούσα να αποκτήσω παιδιά. Στην πορεία της ζωής μου βρέθηκα δυο-τρεις φορές μπροστά στο ερώτημα «το κρατώ ή όχι», αλλά δίλημμα δεν υπήρξε ούτε κατά διάνοια. Δεν υπάρχει αυτό που λένε βιολογικό ρολόι, είναι μύθος. Αισθάνομαι μια πολύ μεγάλη τρυφερότητα για τα μωρά και τα παιδάκια. Περνάω τέλεια μαζί τους και διαπιστώνω ότι και αυτά περνάνε ωραία μαζί μου. Το απολαμβάνω, για δυο-τρεις ώρες, για ένα απόγευμα. Ως εκεί. Μετά αυτό με κουράζει. Και το βαριέμαι. Βλέπω όμως γυναίκες οι οποίες είναι αφοσιωμένες σε αυτό. Άρα κάποιες το έχουμε και κάποιες δεν το έχουμε το μητρικό ένστικτο. Δεν πειράζει.
Πιστεύω ότι έχει μεγαλύτερη σημασία, αν βέβαια είσαι συμφιλιωμένος με τον εαυτό σου, αυτό το γεγονός να το συνειδητοποιήσεις και το αποδεχτείς. Γιατί γνωρίζω πολύ καλά γυναίκες που ενώ δεν ήθελαν να κάνουν παιδί υιοθέτησαν ή και έκαναν δικό τους έχοντας έναν εγωιστικό στόχο, είτε να κρατήσουν έναν άντρα σε γάμο (ή και να τον υποχρεώσουν «να τις πάρει», πολύ κλισέ αλλά δυστυχώς πολύ αληθινό ακόμη), είτε γιατί ένα παιδί θα συμπλήρωνε το ίματζ μιας ισχυρής οικογένειας. Και η τραγωδία για όλους, τις ίδιες και το παιδί, είναι ότι ουδέποτε αισθάνθηκαν το «μητρικό ένστικτο», έμειναν πάντα ψυχρές και υπολογιστικές απέναντι στα παιδιά που μεγάλωσαν. Φρικτό!
Κάνοντας αυτές τις επιλογές, δεν σημαίνει ότι κοινωνικά η ζωή σου είναι ζάχαρη. Παρόλο που επαγγελματικά και κοινωνικά είχα πάντα ένα περιβάλλον ανοιχτόμυαλο, προοδευτικό, για ένα διάστημα αισθανόμουν ότι η δική μου ελευθερία και αυτοδιάθεση ήταν έως και ενοχλητική, ακόμη και σε πολύ αγαπημένες φίλες. Δεν θα μου το λέγανε ποτέ, αλλά νιώθω ότι είναι μια επιλογή που δεν διευκόλυνε την παρέα. Ήταν σαν να έλεγαν, με τη στάση τους, ότι αφού επέλεξες να είσαι μόνη, δεν θα είσαι στη σκέψη μας για τις παρέες, για τις εξόδους. Κοινωνικά – ως μόνη. Γυναίκες μόνες με παιδιά, όμως, ήταν πιο αποδεκτές. Ήταν ότι «κάνουμε κάτι καλό για τη γυναίκα που μεγαλώνει μόνη ένα παιδί», από την πλευρά τους. Ενώ εγώ είμαι λίγο ένα ξένο σώμα, λίγο εξωγήινη. Στην πορεία των χρόνων ανακάλυψα ότι με έναν τρόπο αυτό ισχύει και για τους μόνους άντρες.
Δεν υπήρξε στη ζωή μου ούτε μια στιγμή, ούτε ένα δευτερόλεπτο που να ένιωσα ότι κάτι έχασα, ότι μετάνιωσα για την επιλογή μου. Μας έχουν κάνει να πιστέψουμε ότι αυτό που νιώθουμε είναι στρέβλωση. Δεν είναι στρέβλωση. Δεν είναι υποχρέωσή μας, δεν είναι η αποστολή μας να γεννάμε παιδιά γιατί ο κόσμος θα τελειώσει. Δεν τελειώνει η ανθρωπότητα ποτέ. Έχουμε και υπερπληθυσμό. Η φύση ξέρει. Η φύση αποφάσισε ότι σε μένα θα τελειώσει το κλαδί της οικογένειάς μου. Ύστερα, η φύση αποφάσισε ότι στις δυτικές κοινωνίες το μητρικό ένστικτο δεν είναι απαραίτητο σε όλες τις γυναίκες. Διότι πρέπει να μειωθεί ο πληθυσμός.
Με θυμώνει πάρα πολύ κι όλη αυτή η συζήτηση για τεχνητή γονιμοποίηση σε γυναίκες 50 ετών, ή ακόμη και πάνω από 50. Αυτό είναι καθαρός μισογυνισμός, που δεν αναγνωρίζει στη γυναίκα τίποτε άλλο πέρα από μια μήτρα. Δεν της αναγνωρίζει τίποτε άλλο, τη σοφία, την εμπειρία… Δεν πιστεύω ούτε μια στο δισεκατομμύριο ότι μια γυναίκα στα 50 της θέλει πραγματικά να κάνει μωρό. Μόνο κοινωνική πίεση είναι αυτό. Και πιστεύω ότι ακόμη ζούμε σε βαθύτατα μισογυνικές κοινωνίες. Όχι μόνο στην Ελλάδα, εννοείται. Θυμάμαι αυτήν την ιστορία με το συνέδριο για την τεχνητή γονιμοποίηση, που διαφήμιζαν ότι το θέμα ήταν τάχα να ενημερώσουν τις γυναίκες για τις επιλογές τους. Σιγά, λες και δεν τις ξέρουμε τις επιλογές μας.
Αυτά είναι συγκαλυμμένος μισογυνισμός, είναι καμουφλαρισμένη ευθανασία της γυναίκας. Πάνω στην πλάτη των γυναικών έχει στηθεί και η μπίζνα των μαιευτήρων – από τις καισαρικές μέχρι την υποτιθέμενη συντήρηση της γονιμότητας, η οποία είναι μόνο βιομηχανία κοπής χρημάτων. Δεν έχει καμία σχέση με τη γυναικεία ψυχοσύνθεση, τις γυναικείες ανάγκες, ούτε καν με τις κοινωνικές ανάγκες. Γιατί ένα παιδί που το μεγαλώνουν 60άρηδες έχει άλλα ζητήματα μετά. Τίποτε από αυτά δεν υπολογίζουν και προσπαθούν ακόμη να βγάλουν από τη γυναίκα όσο περισσότερα χρήματα μπορούν. Κανονικά το θέμα του παιδιού δεν πρέπει να συζητιέται καθόλου, δεν θα έπρεπε να απασχολεί κανέναν. Πρόκειται για θέμα αυστηρά προσωπικό. Κάθε γυναίκα κάνει ό,τι θέλει.
Σχόλια