Οι συναυλίες ως ιλλιγγιώδη καλειδοσκόπια
Δεν ήταν ο Χάντερ Τόμσον αυτός που επινόησε την «γκόνζο δημοσιογραφία», αλλά σίγουρα ήταν αυτός που της έδωσε τον ορισμό: «Δημοσιογραφία όπου τα γεγονότα παρουσιάζονται σε πρώτο πρόσωπο διογκωμένα στην φαντασία του παρατηρητή. Ένα μείγμα δημοσιογραφίας και μυθιστορίας με ακραίο εξπρεσιονιστικό ύφος». Με λίγα λόγια, να πιστεύεις ότι είναι πιο σημαντικό, για όποιον κάνει τον κόπο να σε διαβάσει, το να διηγείσαι πώς αισθάνθηκες και πώς αντιμετώπισες τα γεγονότα που εξελίσσονταν γύρω σου, παρά να αρκείσαι σε μια ξερή περιγραφή.
Δεν την επινόησε ο Τόμσον απλά την εκτόξευσε σε δυσθεώρητα ύψη, όπως είχαν κάνει πριν από αυτόν ο Χέμινγουεϊ και ο Μπάροουζ –ειδικά στο περιβόητο Τζάνκι– ή ακόμα κι ο Νόρμαν Μέιλερ όταν διηγόταν τις περιπέτειές του στην πορεία ειρήνης προς το Πεντάγωνο. Τι ένωνε όλους αυτούς; Η ικανότητά τους να ξεγυμνώνονται και να αυτοσαρκάζονται δημιουργώντας ένα μείγμα όπου η πραγματικότητα –είτε πρόκειται για την πρέζα είτε για το κλομπ του μπάτσου– ανακατευόταν με ό,τι ένιωσαν στο πετσί τους. Ήταν ακριβώς το είδος της δημοσιογραφίας που ξεμύτισε δειλά στα χρόνια του ’80 και βαφτίστηκε lifestyle για να φτάσει την επόμενη δεκαετία να σημαίνει το αλαζονικό στιλ όπου ο καθένας