O Steve Dillon ήταν παιδί, μόνο 16 ετών, όταν πρωτομπήκε επαγγελματικά στα κόμικς, παρέμεινε παιδί που έπαιζε με τα cool toys του μέχρι τον αιφνίδιο θάνατό του το Σάββατο στη Νέα Υόρκη όπου είχε παραμείνει μετά το Comic Con.
Ανάμεσα στις δύο παιδικές ηλικίες απλώνεται μια παραγωγικότατη καριέρα που συνέβαλε όσο λίγες στην εξάπλωση και εδραίωση του Βρετανικού Κύματος που μεταμόρφωσε το τοπίο των αμερικάνικων κόμικς στα μέσα της δεκαετίας του ’80, οδηγώντας το μέσο –τι ειρωνεία!– στην ενηλικίωση. Ένα κύμα που εμπεριείχε ονόματα όπως ο Alan Moore (Watchmen, V for Vendetta, From Hell), ο Neil Gaiman (The Sandman) και ο Garth Ennis, με τον οποίο ο Dillon συνυπέγραψε τα εμβληματικότερα έργα του, φώτισαν καινούργιες οδούς στην τέχνη των κόμικς, φτάνοντας το μέσο στα όριά του και μετά ξεπερνώντας τα με άνεση, «embigenning it» όπως θα ’λεγε κι ο Gaiman.
Και το έκαναν όχι αφομοιώνοντας την ουσία τους σε american friendly προσαρμογές, αλλά διατηρώντας ακέραια και βροντοφωνάζουσα την εθνική τους ταυτότητα. Εξάγοντας τόση “αγγλίλα” που ένιωθες την μπύρα να στάζει από τις σελίδες.
Η πρώτη του δουλειά, είπαμε, σε ηλικία 16 ετών, ήταν για το περιοδικό The Incredible Hulk Weekly της Marvel UK, για