«Άφησα το ποδόσφαιρο και σε μία νύχτα δεν μπορούσα να περπατήσω. Έβρεξα το κρεβάτι μου, παρότι το μπάνιο ήταν μόλις τρία μέτρα μακριά. Ήταν ξημερώματα και ήξερα ότι αν σταθώ όρθιος το πόδι μου θα με πεθάνει. Πήγα στον γιατρό και του ζήτησα να μου ακρωτηριάσει τα πόδια. Με κοίταξε και μου είπε ότι ήμουν τρελός. Δεν μπορούσα να το αντέξω άλλο, ήταν αφόρητος ο πόνος».
Ο Γκαμπριέλ Μπατιστούτα υπήρξε ένας από τους πιο μαγικούς και ρομαντικούς παίχτες που πέρασαν από τα ποδοσφαιρικά γρασίδια ακολουθώντας μια παραμυθένια οδό από τις φτωχογειτονιές της Αργεντινής στη λίστα των πρώτων σκόρερ του Καμπιονάτο. Λατρεύτηκε σαν θεός από τους οπαδούς της ιταλικής Φιορεντίνα και της Αλμπισελέστε (Εθνική Αργεντινής). Ωστόσο, το σώμα του –το σημείο που αντικατοπτρίζει την πιο απαράγραπτα δική μας υλική αλήθεια– λειτούργησε στο τέλος ως μια επώδυνη υπόμνηση της γήινης υπόστασής του. Με μια συγκλονιστική και αφτιασίδωτη εξομολόγηση –εφάμιλλη της ποδοσφαιρικής του παρουσίας– επέλεξε να σπάσει το ταμπού της αγέρωχης αρρενωπότητας, να γρατζουνίσει λίγο την εικόνα του, να εκθέσει το σωματικό του τραύμα και μέσα από την αποκάλυψη της προσωπικής του εμπειρίας να φωτίσει μία από τις πιο αθέατες γωνιές του