
Το οξυγόνο της Ξένιας Κουναλάκη
Όταν γράφω βρίσκομαι σε έξαψη, σαν να είμαι ερωτευμένη. Κοκκινίζουν τα μάγουλά μου και χοροπηδάω μπροστά στο πληκτρολόγιο με τις ώρες. Κοιμάμαι λίγο και μου κόβεται η όρεξη. Ξυπνάω μέσα στη νύχτα γιατί σκέφτηκα κάτι. Μια ωραία εικόνα, μια ωραία λέξη, κάτι που θέλω να χώσω στο βιβλίο. Αν δεν σηκωθώ να κρατήσω σημειώσεις, τα έχω ξεχάσει όλα το πρωί.
Όλη μέρα παίζει τρισδιάστατο σινεμά στο μυαλό μου. Χρώματα, μυρωδιές, ήχοι. Βλέπω ένα ζευγάρι στο μετρό, κάνει αντανάκλαση στο μυαλό μου η εικόνα και μεταφράζεται σε λόγια, σε πλοκή. Παρατηρώ τα σώματά τους, τα ρούχα τους, τα νεύματά τους. Αμέσως δημιουργείται μια μικρή ιστορία: «Εκείνος ακουμπάει πάνω της, εκείνη τραβιέται λίγο. Δεν τον θέλει, αλλά η αφοσίωσή του τη συγκινεί». Χαζεύω έξω από το παράθυρο. Μια σκηνή δρόμου. Μια γυναίκα σέρνει μια βαλίτσα. «Αυτός είναι ο ήχος του Αirbnb, ο ήχος της Αθήνας τα τελευταία χρόνια», γράφω. Καμία φορά συνδέω μια σκηνή με μια μυρωδιά. Ένα ξενοδοχείο ημιδιαμονής π.χ. με τόνους χλωρίνης ή φτηνού αρωματικού για να καλυφθούν οι οσμές της ηδονής. Ή μια παραθαλάσσια ταβέρνα με χρωματιστούς μεζέδες σαν παλέτα και σάουντρακ νησιώτικα. Αυτό εννοώ 3D.
Γίνομαι συγγραφέας και αναγνώστης μαζί. Γράφω και μετά