Κυριακή 19 Νοεμβρίου 1948. Μια ομάδα κρατουμένων μεταφέρεται από τις φυλακές Αβέρωφ στο νησάκι Λαζαρέτο, δίπλα στην Κέρκυρα. Το άτυπο εθιμικό δίκαιο της εποχής απαγορεύει τις εκτελέσεις τις Κυριακές, αλλά αυτήν την ημέρα, αυτήν την εποχή, το εθιμικό δίκαιο είναι μια σχετική έννοια.
Ένας από τους κρατούμενους ονομάζεται Νίκος Γόδας. Γεννημένος στο Αϊβαλί, κάτοικος Πειραιά, ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού σε εκείνα τα σχεδόν αυτοσχέδια πρωταθλήματα που γίνονται στην προπολεμική Ελλάδα, είναι παράλληλα και λοχαγός του ΕΛΑΣ. Βρισκόταν στα πολυβολεία στη μάχη της Ηλεκτρικής στο Κερατσίνι, όπως και στη μάχη της Κοκκινιάς, συμμετείχε στα Δεκεμβριανά. Προς το τέλος του Εμφυλίου συλλαμβάνεται στην Αθήνα, μεταφέρεται στην Κέρκυρα, του ζητείται να υπογράψει δήλωση μετανοίας, αρνείται. Η τελευταία του επιθυμία, σύμφωνα με τις διηγήσεις, είναι να φορέσει τη φανέλα του Ολυμπιακού με την οποία και εκτελείται εκείνην την Κυριακή. «Να μου ρίξετε και να με δολοφονήσετε με τη φανέλα του ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥ και να μη μου δέσετε τα μάτια, για να βλέπω τα χρώματα της ομάδας μου πριν από τη χαριστική βολή»1.
Η ιστορία του Νίκου Γόδα παρουσιάζεται στο μουσείο του Ολυμπιακού –με μια μικρή διαφοροποίηση. Παρά τις