Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο
Χρόνος ανάγνωσης:
19'
untitled-2.jpg

Αλεξάνδρεια, η πόλη της μνήμης

Αντλώντας υλικό από ημερολόγια, επιστολές και συνεντεύξεις, ο Μάικλ Χάαγκ ανασυνθέτει στο βιβλίο του «Αλεξάνδρεια, η πόλη της μνήμης» τη χαμένη ζωή της πόλης, των κοσμοπολίτικων κατοίκων της και των λογοτεχνικών μορφών της: του Ε. Μ. Φόρστερ, του Κωνσταντίνου Καβάφη και του Λόρενς Ντάρρελ. Προδημοσιεύουμε τον πρόλογο «Η πρωεύουσα της μνήμης».
Είπες· «Θα πάγω σ’ άλλη γη, θα πάγω σ’ άλλη θάλασσα. Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη από αυτή…
Καινούριους τόπους δεν θα βρεις, δεν θάβρεις άλλες θάλασσες. Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς τους ίδιους.
Κ. Π. Καβάφης, «Η Πόλις»

Τον Οκτώβριο του 1977 ο Λόρενς Ντάρρελ επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια και κατέλυσε στο παλιό, γνώριμο ξενοδοχείο «Σέσιλ» στην Κορνίς –με τους τεράστιους επίχρυσους καθρέφτες στον χώρο υποδοχής να αντανακλούν τους ανεμοδαρμένους φοίνικες απ’ έξω–, ακούγοντας τον θαλασσινό αέρα να σφυρίζει κάτω από την πόρτα του δωματίου του. Ακόμη και στη διάρκεια του πολέμου, η κοσμοπολίτικη Αλεξάνδρεια αποτελούσε ένα φουσκωμένο κύμα στην άμπωτη και οι μέρες των ξένων κοινοτήτων της ήταν μετρημένες. Οι απελάσεις ξεκίνησαν μία δεκαετία αργότερα, και ο Ντάρρελ φοβόταν πως η πουριτανική σοσιαλιστική επανάσταση του Νάσερ είχε καταστρέψει την πόλη όπως τη γνώρισε ο ίδιος.

Ήταν είκοσι εννέα ετών την άνοιξη του 1941 όταν οι Γερμανοί εισέβαλαν στην Ελλάδα κι εκείνος διέφυγε στην Αίγυπτο με τη γυναίκα του, τη Νάνσυ, και την κόρη τους, που ήταν ακόμη μωρό. Τότε, η Αλεξάνδρεια ήταν «πέντε ράτσες, πέντε γλώσσες, μια ντουζίνα δόγματα· πέντε στόλοι που κάνουν ελιγμούς

Ή κάνε εγγραφή εντελώς δωρεάν

Κάνε εγγραφή για να έχεις πρόσβαση σε έως και 5 δωρεάν άρθρα τον μήνα!

Εγγραφή χρήστη