Το βιβλίο του Μπρυκνέρ ξεκινάει με ένα (ιδεο)λογικό άλμα. Επικαλείται την περιβόητη, πλην μη επιβεβαιωμένη, ρήση του Λένιν «Όταν επικρατήσει ο κομμουνισμός παγκοσμίως, θα φτιάξουμε χρυσές τουαλέτες για όλους», που υποτίθεται ότι αναδεικνύει την περιφρόνηση των μαζών για το «επάρατο χρυσάφι». Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα ο Λένιν εισακούστηκε, όχι όμως από εκείνους στους οποίους απευθυνόταν, όπως παρατηρεί ο Μπρυκνέρ. Η Κιμ Καρντάσιαν και ο Κάνιε Ουέστ ξόδεψαν πάνω από μισό εκατομμύριο δολάρια για να τοποθετήσουν χρυσές τουαλέτες στη βίλα τους στο Λος Άντζελες, αναδεικνύοντας με τη σειρά τους τα αδιέξοδα του καπιταλισμού. Με αυτήν την αφορμή, ο αμφιλεγόμενος Γάλλος διανοούμενος ξεκινάει μια συναρπαστική διαδρομή στην ιστορία του χρήματος, αλλά κυρίως στις αντιλήψεις που διαχρονικά αναπτύχθηκαν γύρω από αυτό. «Είναι χυδαίο και ευγενές, είναι μύθος και πραγματικότητα», γράφει, «χωρίζει και συνδέει τους ανθρώπους, τρομάζει όταν αφθονεί, όπως και όταν λείπει. Είναι ένα αγαθό που κάνει κακό, ένα κακό που ωφελεί».
Η αμφίθυμη σχέση του ανθρώπου με το χρήμα δεν είναι όψιμο φαινόμενο, και όπως αναδεικνύεται από τις παραθέσεις και τις αναλύσεις του Μπρυκνέρ είναι μάλλον συνυφασμένο με την ύπαρξη