Το 1969 ένας ποδοσφαιρικός αγώνας μεταξύ των εθνικών ομάδων της Ονδούρας και του Σαλβαδόρ για τα προκριματικά του Παγκόσμιου Κυπέλλου εξελίχθηκε σε μια γενικευμένη σύρραξη των οπαδών των δύο ομάδων και στη συνέχεια σε πόλεμο μεταξύ των δύο χωρών, που διάρκεσε 100 ώρες. Το συμβάν κωδικοποιήθηκε στη σύγχρονη ιστοριογραφία ως «Πόλεμος του Ποδοσφαίρου».
Λίγο πιο κοντά μας γεωγραφικά και χρονικά, στο γήπεδο Μαξιμίρ του Ζάγκρεμπ, για πολλά χρόνια υπήρχε η επιγραφή: «Για τους οπαδούς του συλλόγου, οι οποίοι ξεκίνησαν τον πόλεμο με τη Σερβία, σε αυτό το μέρος στις 13 Μαΐου 1990». Ακριβώς! Το «ματς της δεκαετίας», όπως χαρακτηρίστηκε, ανάμεσα στη Ντιναμό Ζάγκρεμπ και τον Ερυθρό Αστέρα Βελιγραδίου δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Οι Σέρβοι οπαδοί, υπό την καθοδήγηση του διαβόητου παραστρατιωτικού Αρκάν, επιτέθηκαν στους Κροάτες και το γήπεδο μετατράπηκε σε αληθινό πεδίο μάχης. Ήταν το πρελούδιο ενός αιματηρού εμφύλιου πολέμου, που το αποτύπωμά του παραμένει ενεργό στο κατακερματισμένο σώμα των Βαλκανίων.
Πρόκειται για δύο από τις πιο χαρακτηριστικές στιγμές κατά τις οποίες τα διάτρητα στεγανά μεταξύ κερκίδας και πολιτικής κατέρρευσαν εντελώς, φανερώνοντας μια αλληλοτροφοδοτούμενη σχέση: στις