Στις 3 Μαΐου του 1967 τριάντα μέλη του κόμματος των Μαύρων Πανθήρων, εικοσιτέσσερις άντρες και έξι γυναίκες εισέβαλαν στο κτίριο του Πολιτικού Καπιτωλίου στο Σακραμέντο. Οι μαύροι ακτιβιστές ήταν οπλισμένοι με δωδεκάρες καραμπίνες και σαρανταπεντάρια πιστόλια. Ήταν απολύτως νόμιμοι σύμφωνα με τη νομοθεσία της Καλιφόρνια, καθώς δεν απαγορευόταν η οπλοφορία και τα όπλα τους δεν στρέφονταν εναντίον κάποιου συγκεκριμένου ατόμου.
Με αυτήν την –στην ουσία ειρηνική– εισβολή οι Μαύροι Πάνθηρες ήθελαν να διαμαρτυρηθούν για την προσπάθεια κάποιων μελών του νομοθετικού σώματος που ανήκαν στους Ρεπουμπλικανούς να καταθέσουν ένα νομοσχέδιο για τον έλεγχο των όπλων. Από τη μία οι οπλισμένοι Μαύροι Πάνθηρες είχαν δίκιο. Η απόφασή τους να φέρουν εμφανώς όπλα προκαλούσε φόβο στη ρατσιστική αστυνομία της εποχής και ενθάρρυνε τους μαύρους να παλέψουν για τα δικαιώματά τους. Όπως εξηγεί και ο συγγραφέας Πολ Όστερ, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το Κόμμα των Μαύρων Πανθήρων γεννήθηκε και έδρασε σε μία βίαιη εποχή, όπου οι ΗΠΑ έμοιαζαν να βρίσκονται στο χείλος ενός εμφυλίου.
Όμως αυτή η ενέργεια μπορεί να σκόρπισε περηφάνια στις γειτονιές των μαύρων αλλά, κάτω από εντελώς απροσδόκητες περιστάσεις, γιγάντωσε