
Ο θαυμαστός μποέμ υφασματέμπορος Φίλιππος Κουτσίνας
«Λοιπόν, Μπολιβάρ. Σε χαιρετώ, αλβανιστί με το δεξί χέρι στην καρδιά και τη θερμή παλάμη μου στο οιονδήποτε χώμα που πατώ. Μπολιβάρ, είσαι ωραίος σαν Έλληνας!». Η αυθόρμητη ενθουσιώδης χειρόγραφη επιστολή του Παναγιώτη Τέτση, σταλμένη από το Περίπτερο της Καλών Τεχνών στη Μύκονο το 1947, απευθύνεται στον άνθρωπο που στα σπίτια του –πινακοθήκες έργων τέχνης και εντευκτήρια διανοούμενων και καλλιτεχνών– ο Τσαρούχης αποστόμωνε με τη γνώριμη ευφράδεια τον Κώστα Ταχτσή, με παροιμιώδεις φράσεις όπως το αλησμόνητο «Υπάρχουν συγγνώμες πιο ειδεχθείς από το έγκλημα», και το Πάσχα του ’82 ο Μάνος Χατζιδάκις, παίζοντας τάβλι με τον Μίνω Αργυράκη, ενεπνεύσθη την Πορνογραφία του.

Η θερμή επιστολή χαρακτηρίζει «Μπολιβάρ» τον άνδρα που, βρίσκοντας ένα εγκαταλελειμμένο γαϊδουράκι στην πλατεία Κολωνακίου, αντί να προσπεράσει, το πήρε μαζί του μέσα στο Βυζαντινό, για να πιούνε ποτό. Και, τελικά, η σουρεαλιστική στιχομυθία του με τον αστυνομικό που εμφανίστηκε για να επιβάλει την τάξη αντικρίζοντας το πολύ περίεργο συμβάν, κατέληξε σε συλλογή αφηγημάτων, με την υπογραφή του Φρέντυ Γερμανού.
Ο Φίλιππος Κουτσίνας, περί ου ο λόγος, δεν ήταν απλώς ο γόνος μιας μεγάλης οικογένειας Θεσσαλών