![Jenny Holzer, Yellow Floor, 2004. [VBK, Wien. Photo: Attilio Maranzano]](https://insidestory.gr/sites/default/files/styles/article-main/public/field/image/cover-vlachos_0.jpg?itok=rj8qNRbK)
«Το Facebook είναι εκεί που οι άνθρωποι ενημερώνονται καθημερινά. Ελπίζουμε ότι με αυτή την προσπάθεια θα μπορέσουμε να εξηγήσουμε κάποιες από τις επιλογές μας, αλλά και να διερευνήσουμε σκληρά ερωτήματα» έγραφε η πρόσφατη ανακοίνωση. Ένα από τα σκληρά ερωτήματα που έθεσε το Facebook στον εαυτό του ήταν: Ποιος αποφασίζει τι είναι ψευδής είδηση και τι απλώς αμφιλεγόμενος πολιτικός λόγος;
Η ανακοίνωση αυτή έγινε στο πλαίσιο μιας σειράς από κινήσεις που κάνει το Facebook μετά τις επικρίσεις που δέχτηκε για το ρόλο του, έστω απάθειά του, στη διάδοση ψευδών ειδήσεων κατά την προεκλογική καμπάνια στις ΗΠΑ, καθώς είναι πλέον βέβαιο ότι τα fake news συνέβαλαν καταλυτικά στην εκλογή του Τραμπ.
«Μέχρι πρότινος η θέση του Facebook ήταν ότι δεν αποτελεί δημοσιογραφικό οργανισμό» εξηγεί στο inside story ο 36χρονος Ανδρέας Βλάχος, λέκτορας στο Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ και πρωτοπόρος στην καταπολέμηση των ψευδών ειδήσεων με πάνω από μια δεκαετία εμπειρίας στη μηχανική μάθηση. «Η στάση του τώρα αλλάζει. Αναλαμβάνει κάποια ευθύνη, ομολογώντας ότι πρέπει να ενεργοποιηθεί για να καταπολεμήσει τις ψευδείς ειδήσεις. Κάνει κινήσεις, προσπαθεί».
Toν Μάρτιο ο τεχνολογικός κολοσσός εισήγαγε κάποια εργαλεία ελέγχου αληθείας (fact checking) που παραπέμπουν σε αξιόπιστες εξωτερικές πηγές, όπως π.χ. το Associated Press, για την εξακρίβωση πληροφοριών.
Παράλληλα σχεδιάζει να προσλάβει fact checkers που θα ελέγχουν συστηματικά την εγκυρότητα των ειδήσεων που αναρτώνται. Με την ίδια αποφασιστικότητα, απενεργοποίησε 30.000 λογαριασμούς στη Γαλλία που είχαν αναρτήσει ψευδείς ειδήσεις εν όψει των τελευταίων βουλευτικών εκλογών.
To Facebook δεν είναι το μόνο που θέλει να καταπολεμήσει τις ψευδείς ειδήσεις. Το Διεθνές Δίκτυο Fact checking (IFCN) και η μη-κερδοσκοπική πρωτοβουλία First Draft News είναι στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων, ενώ ο ιδρυτής της Wikipedia, Jimmy Wales, ανακοίνωσε τη δημιουργία του Wikitribune, ενός ειδησεογραφικού οργανισμού που θα λειτουργεί με δημοσιογράφους και ψηφιακούς εθελοντές (θα συνεισφέρουν όπως περίπου συμβαίνει και με τα λήμματα της Wikipedia).
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στην Ιταλία υπάρχει το Pagella Politica, στη Σουηδία το Viralgranskaren, στην Ιρλανδία το TheJournal.ie Fact Check, στην Πορτογαλία το Observador Fact Check. Στην Ελλάδα σχετικές πρωτοβουλίες είναι ακόμα σε εμβρυακό στάδιο, αλλά τα Ελληνικά Hoaxes που ενώθηκαν με την Athens Voice, είναι ένα παράδειγμα.
Η Google, τηρώντας πολύ πιο ενεργή στάση σε σχέση με το Facebook, χρηματοδότησε μέσω της Google Digital News Initiative είκοσι σχεδόν πρωτοβουλίες fact checking, όπως τη γαλλική Les Décodeurs, τη νορβηγική Leserkritikk, τη βρετανική Full Fact, και την επίσης βρετανική Factmata, μια start-up που έχει αναπτύξει ένα αυτοματοποιημένο εργαλείο ελέγχου αληθείας. Στην Factmata συμμετέχει ο Ανδρέας Βλάχος.
Πώς λειτουργεί: H Factmata έχει τη μορφή browser plug-in το οποίο ο χρήστης θα μπορεί να εγκαταστήσει στον Chrome. «Η σοβαρή δουλειά γίνεται στους servers μας» εξηγεί ο κ. Βλάχος. «Τo plug-in στέλνει δεδομένα στον server και αυτός κάνει την επεξεργασία. Με τη Factmata δεν χρειάζεται να επισκεφθείς κάποια ιστοσελίδα fact checking. Το πρόγραμμα υπογραμμίζει τα σημεία του κειμένου, σαν τον αυτόματο ορθογραφικό ελέγχο του Word, τα οποία μπορούν να ελεγχθούν εάν είναι αληθινά απλά πατώντας ένα κουμπί».
H Factmata αντλεί δεδομένα από το DataBank της Παγκόσμιας Τράπεζας, την Wikipedia και την Βρετανική Στατιστική Υπηρεσία (ONS). Για παράδειγμα, αν υπάρχει κάποιος γραπτός ισχυρισμός σχετικά με τον καλπάζοντα αριθμό άνεργων εφήβων, o χρήστης πατώντας το κουμπί θα μπορεί να δει τα τελευταία στοιχεία της ONS που θα εμφανίζονται στην οθόνη, πάνω στο επίμαχο κείμενο. Aν κάποιος ισχυριστεί ότι η ανάπτυξη έχει σταματήσει και η οικονομία είναι χάλια, το plug-in θα εμφανίζει τα επίσημα νούμερα ΑΕΠ.
Ο CEO της Factmata, Dhruv Ghulati, εξήγησε στο Μedium: «Καθώς οι χρήστες θα χρησιμοποιούν το εργαλείο για να ελέγξουν την ακρίβεια δηλώσεων (δεχόμενοι σχετικά στοιχεία και νούμερα), το σύστημα θα παρέχει μια “βαθμολογία αλήθειας” δηλώσεων, λαμβάνοντας υπόψη τις ψήφους των χρηστών».
Παραμένουν βέβαια αρκετά ερωτήματα για το πώς θα γίνεται αυτό στην πράξη. Η Factmata σκοπεύει στο μέλλον να συνδυάσει την τεχνητή νοημοσύνη με την ανθρώπινη. Η τεχνητή νοημοσύνη θα χρησιμοποιείται για τον εντοπισμό των ισχυρισμών και των στοιχείων που χρειάζονται έλεγχο, και στη συνέχεια ο έλεγχος θα ανατίθεται σε fact checkers.
Σε κάθε περίπτωση, ο Ανδρέας Βλάχος μας διαβεβαιώνει ότι το plug-in θα είναι διαθέσιμο σε όλους πολύ σύντομα.
«Προπαγάνδα υπήρχε πάντα. Νομίζω όμως ότι δύο στοιχεία έχουν αλλάξει τους κανόνες του παιχνιδιού τα τελευταία χρόνια» μας λέει ο κ. Βλάχος. «Το ένα είναι ότι οι ειδήσεις δεν δημοσιεύονται πια μόνο σε εφημερίδες όπου ο δημοσιογράφος έχει στη διάθεσή του μια μέρα για να κάνει fact checking. Σήμερα το πιο σημαντικό είναι να είσαι το πρώτο ΜΜΕ που θα βγάλει μια είδηση. Αυτό έχει δημιουργήσει αφάνταστη πίεση στους δημοσιογράφους και το πώς κάνουν τη δουλειά τους».
Η άλλη αλλαγή που έχει συντελεστεί είναι ότι το Διαδίκτυο και τα σόσιαλ μίντια έχουν αλλάξει το ποιος είναι ο αγγελιοφόρος ενός μηνύματος. «Μέχρι πρότινος αυτοί που μπορούσαν να μεταδώσουν το μήνυμά τους στις μάζες ήταν οι δημοσιογράφοι και κάποιοι επιφανείς άνθρωποι (πολιτικοί, αθλητές κ.λπ.). Σήμερα, οποιοσδήποτε με ένα λογαριασμό Twitter και μεγάλο αριθμό followers μπορεί να σπείρει προπαγάνδα και να αγγίξει ένα πολύ μεγάλο κοινό με αποτελεσματικότητα».
Ο κ. Βλάχος πιστεύει ότι το fact checking έχει μια ουσιαστική συνεισφορά. «Φτιάξαμε τη Factmata για να κάνουμε κάτι χρήσιμο στην κοινωνία, μια εύχρηστη εφαρμογή που θα μπορεί να τρέξει οποιοσδήποτε. Ταυτόχρονα, το εγχείρημα είναι πολύ δύσκολο για να λυθεί με την πληροφορική και την τεχνητή νοημοσύνη. Οπότε για εμάς έχει ενδιαφέρον το ότι κάνουμε κάτι που προωθεί και την ακαδημαϊκή έρευνα».
Ένα κλασικό ψέμα που κυκλοφόρησε ευρέως στις βρετανικές εκλογές.
Η πολιτική πάντα ενδιέφερε τον Ανδρέα Βλάχο. «Κατά τη διάρκεια συζητήσεων με φίλους και συναδέλφους, πολλές φορές αναφέραμε λάθος αριθμούς, λάθος στοιχεία ή πληροφορίες που είναι σωστές μεν, αλλά εκτός context. Η παραπληροφόρηση δεν είναι προνόμιο των ελληνικών μέσων. Παντού υπάρχει. Παντού στα μέσα μαζικής ενημέρωσης υπάρχουν προκαταλήψεις, υπάρχουν πεποιθήσεις».
Το ίδιο ισχύει και για τη Factmata. Ο αλγόριθμός της έχει τις δικές του προκαταλήψεις. «Για να μάθει ο αλγόριθμος από τα δεδομένα, σημαίνει ότι του έχω δώσει κάποιες κατευθυντήριες γραμμές. Αυτό είναι μια αλγοριθμική προκατάληψη (bias)» εξηγεί. Πιο σημαντικό όμως από την προκατάληψη στον αλγόριθμο είναι η προκατάληψη στα δεδομένα. «Εκπαιδεύω τον αλγόριθμο δείχνοντας του κάποια δεδομένα. Το ότι του έδειξα αυτά τα δεδομένα και όχι κάποια άλλα, είναι κι αυτό ένα bias».
Είναι σημαντικό στην χρήση τέτοιων αυτοματοποιημένων εφαρμογών, όπως η Factmata, να υπάρχει αλγοριθμική λογοδοσία και διαφάνεια. «Μπορεί να διαφωνούμε για το πώς θα λειτουργήσουμε, π.χ. ποιον θα ψηφίσουμε, άλλα είναι σημαντικό να συμφωνήσουμε στα δεδομένα, ότι αυτό συμβαίνει αυτή την στιγμή. Οι λιγότερο παραγωγικές συζητήσεις γίνονται όταν δεν υπάρχει συμφωνία για τα δεδομένα» τονίζει ο κ. Βλάχος.
Πώς όμως συμβιβάζεται ο πρωταρχικός σκοπός του Facebook, δηλαδή να κάνει τον χρήστη να “κλικάρει” όσο το δυνατόν περισσότερο με το γεγονός ότι πλέον έχει γίνει η βασική πλατφόρμα διανομής ειδήσεων;
«Δεν συμβιβάζεται πολύ καλά. Αλλά και οι ειδησεογραφικές ιστοσελίδες, κι εκείνες θέλουν το κλικ. Τουλάχιστον οι δημοσιογραφικοί οργανισμοί διέπονται από διαφορετικούς κανόνες» παρατηρεί ο κ. Βλάχος. Οργανισμοί όπως η Google και το Facebook δεν είναι καθόλου διαφανείς. Πώς θα μπορέσουμε λοιπόν να τους εμπιστευτούμε στην καθημερινότητά μας; «Γιατί η Google προτιμά να κατατάξει τον τάδε σύνδεσμο πάνω από έναν άλλο; Γιατί το Facebook προτιμά να σου δείξει πρώτα αυτή την ιστορία και όχι την άλλη; Αυτά είναι σημαντικά ερωτήματα. Είμαι απαισιόδοξος για το κατά πόσο θα πάρουμε απαντήσεις ποτέ» συνεχίζει ο κ. Βλάχος.
Θεωρεί όμως «βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση» την ψήφιση του Κανονισμού Γενικής Προστασίας Δεδομένων (GDPR) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος θα μπει σε ισχύ το 2018 και υποτίθεται ότι θα επιβάλει ένα νόμιμο «δικαίωμα στην εξήγηση» όλων των αποφάσεων που λαμβάνονται από αλγοριθμικά συστήματα τεχνητής νοημοσύνης. Το δικαίωμα στην εξήγηση θεωρείται ένας ιδανικός μηχανισμός για την ενίσχυση της λογοδοσίας και της διαφάνειας της αυτοματοποιημένης λήψης αποφάσεων.
Ο κ. Βλάχος δεν πιστεύει ότι η Google και το Facebook θα αποκαλύψουν τα μυστικά τους, πώς δηλαδή βγάζουν χρήματα εμφανίζοντας αποτελέσματα με συγκεκριμένη λογική, αλλά «με την ύπαρξη αυτής της νομοθεσίας, μπορεί να ζητήσει κάποιος εξηγήσεις. Γιατί εμφανίζεται το τάδε αποτέλεσμα πρώτα».
Στον αγώνα κατά των ψευδών ειδήσεων, το fact checking βρίσκεται αντιμέτωπο με τη χρήση εξελιγμένων μεθόδων τεχνητής νοημοσύνης για την εξάπλωση διαδικτυακής προπαγάνδας. Τέτοιες μέθοδοι εξασφαλίζουν ότι «τα σωστά μηνύματα φτάνουν στους σωστούς αποδέκτες», όπως για παράδειγμα οι στοχευμένες πολιτικές καμπάνιες της Cambridge Analytica, της εταιρείας μάρκετινγκ που ισχυρίζεται ότι συνέβαλε στη νίκη του Τραμπ.
Η εν λόγω εταιρεία χρησιμοποιεί μεθόδους τεχνητής νοημοσύνης για να βελτιστοποιήσει την προπαγάνδα. «Αν και δεν μπορούμε να αποδείξουμε τίποτα, είναι από τους πιο μπροστά τεχνολογικά» παραδέχεται ο κ. Βλάχος. «Αν έπρεπε να μαντέψω, θα έλεγα πως η δουλειά της Cambridge Analytica είχε περισσότερη επιρροή από το fact checking. Προφανώς και θα ήθελα αυτό να αλλάξει».
Πρόσφατα, ο διευθυντής του Ευρωπαϊκού Παρατηρητήριου Δημοσιογραφίας, Stephan Russ-Mohl, έγραψε: «Όλες οι απόπειρες από ιστοσελίδες fact checking για την αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης τελικά δεν χρησιμεύουν, καθώς δεν είναι σε θέση καν να υπερβούν τα όρια της δικής τους filter bubble».
«Έχει δίκιο» παραδέχεται ο Ανδρέας Βλάχος. «Υπάρχουν πάνω από 100 ιστοσελίδες fact checking αυτή την στιγμή, αλλά δεν έχουμε καταφέρει να γίνουμε γνωστοί σε μεγάλο αριθμό αναγνωστών». O κ. Βλάχος δεν έχει κατασταλάξει ακόμα στο καλύτερο επιχειρηματικό μοντέλο για το fact checking και ποια θα πρέπει να είναι η στάση μας απέναντι στο Facebook. «Νομίζω ότι όλα αυτά τα μοντέλα φτιάχνουν ένα οικοσύστημα. Πρέπει να υποστηριχθούν προσπάθειες και εντός και εκτός των αιθουσών σύνταξης».
Προσπάθειες σαν την Factmata, που δεν είναι ΜΚΟ ή φιλανθρωπικός οργανισμός, αλλά μια start-up, έχουν κι αυτές τους δικούς τους περιορισμούς. Τα 50.000 ευρώ της Google σιγά σιγά εξαντλούνται. «Κάνουμε κινήσεις για να βρούμε επενδυτές» μας λέει ο κ. Βλάχος. Η βιωσιμότητα είναι πρωταρχικός στόχος. «Χρειάζεται να χτίσουμε ένα σωστό επιχειρηματικό μοντέλο».
Σχόλια