Δραπετεύοντας από την Τουρκία

Οι Τούρκοι δημοσιογράφοι –και όχι μόνο– είναι υπό διωγμό και η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα στην οποία πρακτικά μπορούν να καταφύγουν. Οι πρόσφατες καταγγελίες για παράνομες επαναπροωθήσεις Τούρκων στον Έβρο γεννούν ερωτήματα για το ποιοι ήταν αυτοί και ποια στάση πρέπει –και μπορεί– να τηρήσει η χώρα απέναντί τους.
Χρόνος ανάγνωσης: 
10
'
Τούρκοι δημοσιογράφοι διαμαρτύρονται ενάντια στη σύλληψη συναδέλφων τους στην Άγκυρα, Ιούνιος 2016. [Adem Altan/AFP]

Στις 24 Μαΐου το τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων Ανατολή ενημερώνει για τη σύλληψη ενός δημοσιογράφου που συνδέεται με την Τρομοκρατική Οργάνωση Γκιουλέν (FETO), όπως ονομάζει πλέον το καθεστώς Έρντογαν το κίνημα του εξόριστου στις ΗΠΑ ισλαμιστή ηγέτη Φετουλάχ Γκιουλέν.

Το όνομα του δημοσιογράφου: Murat Çapan. Πρόκειται για τον έως τότε καταζητούμενο από τις αρχές αρχισυντάκτη του περιοδικού Nokta, ενός εκ των 200 περίπου Μέσων, η λειτουργία των οποίων τερματίστηκε ύστερα από το περσινό αποτυχημένο πραξικόπημα στην Τουρκία.

Δύο ημέρες πριν τη σύλληψή του, το 14ο Ανώτατο Δικαστήριο Κωνσταντινούπολης είχε καταδικάσει τον Çapan ερήμην του σε 22,5 χρόνια φυλακής. Ένα εξώφυλλο κι ένας τίτλος είδησης ήταν αρκετά, ώστε να κριθεί ένοχος για «συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση» και «υποκίνηση ένοπλης εξέγερσης κατά της τουρκικής κυβέρνησης».

Το δημοσίευμα του πρακτορείου Ανατολή αναφέρει ότι ο Çapan συνελήφθη από συνοριοφύλακες στη βορειοδυτική επαρχία Εντιρνέ, τη στιγμή που προσπαθούσε να διαφύγει στην Ελλάδα με τέσσερις ακόμη υπόπτους για τρομοκρατία. Ως πηγή της πληροφορίας παρουσιάζεται αξιωματούχος της τουρκικής ασφάλειας, που μιλά υπό καθεστώς ανωνυμίας, λόγω των περιορισμών που ισχύουν για την ενημέρωση των δημοσιογράφων από κρατικούς αξιωματούχους.

Η είδηση θα μπορούσε να έχει “περάσει έτσι”, όπως τόσες παρόμοιες –εξάλλου, ήδη τουλάχιστον 264 δημοσιογράφοι βρίσκονται φυλακισμένοι στην Τουρκία, πολλοί εκ των οποίων χωρίς να έχουν καν δικαστεί. Μια άλλη καταγγελία, όμως, βασισμένη σε στοιχεία που διατίθενται επώνυμα αυτή τη φορά, παρουσιάζει μια ιστορία πολύ διαφορετική, εγείροντας σοβαρά ερωτήματα.

Κι αυτό γιατί ο δημοσιογράφος –που σήμερα βρίσκεται ήδη σε φυλακή της Πόλης και η επικοινωνία μαζί του είναι αδύνατη– και οι υπόλοιποι συλληφθέντες εμφανίζονται να έχουν βρεθεί από την άλλη πλευρά των συνόρων, ώρες πριν από την περίφημη σύλληψή τους.

Καταγγελίες και αναβρασμός

Σύμφωνα με την καταγγελία της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕλΕΔΑ), στις 6 η ώρα του ίδιου πρωινού, ο Murat Çapan με δύο φίλους του πέρασαν με βάρκα τον Έβρο. Αποβιβαζόμενοι σε ελληνικό έδαφος, περπάτησαν ως το Διδυμότειχο και έφτασαν στο αστυνομικό τμήμα της πόλης. Εκεί, συνάντησαν μια τουρκική οικογένεια με τρία παιδιά και ζήτησαν να καταθέσουν αίτημα ασύλου.

Το βαν στο οποίο οι αστυνομικοί στη συνέχεια τους επιβίβασαν, όμως, δεν τους οδήγησε στα γραφεία της Ύπατης Αρμοστείας, όπως τους είχαν υποσχεθεί. Βρέθηκαν να συνοδεύονται από πέντε ένοπλους κουκουλοφόρους πίσω στις όχθες του ποταμού. Κι από εκεί, παρά τα παράπονά τους, επιβιβάστηκαν σε ένα φουσκωτό, που τους επέστρεψε στην Τουρκία όπου και εντοπίστηκαν από τις εκεί αρχές.

«Οι δικές μας πηγές επιβεβαιώνουν ότι ο Murat Çapan πράγματι επαναπροωθήθηκε», υπογραμμίζει στο inside story η πρόεδρος της ΕλΕΔΑ, Κλειώ Παπαπαντολέων. «Όλα τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας δείχνουν απολύτως σε αυτήν την κατεύθυνση».

Αριστερά ο Murat Çapan και δεξιά ο συνάδελφός του Cevheri Güven, που συνελήφθη επίσης από τις τουρκικές αρχές.

Λίγες μέρες αργότερα, η ΕλΕΔΑ επιστρέφει με νέα καταγγελία. Γνωστοποιεί μια ακόμη περίπτωση μαζικής επαναπροώθησης εννέα Τούρκων πολιτών που αναζητούσαν διεθνή προστασία στην Ελλάδα, ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό στα 14 άτομα. Αυτή τη φορά μάλιστα, πέραν των ονοματεπωνύμων 8 εκ των 9 ατόμων, η ΕλΕΔΑ υποστηρίζει πως έχει στη διάθεσή της και τον αριθμό της πινακίδας του βαν, που συμμετείχε στην επαναπροώθηση των Τούρκων πολιτών.

Πολύ γρήγορα, το ζήτημα τραβάει την προσοχή εντός και εκτός συνόρων. Είκοσι πέντε βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ καταθέτουν σχετική ερώτηση στη Βουλή και το Ποτάμι καταθέτει φάκελο στον Άρειο Πάγο. Ο Γκι Φέρχοφσταντ στέλνει επιστολή στον Δημήτρη Αβραμόπουλο και ο επίτροπος του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα ανθρώπινα δικαιώματα, Μιλ Μουίζνιεκς, εκφράζει την ανησυχία του. Με το θέμα ασχολούνται ξένοι δημοσιογράφοι.

Τις ίδιες ημέρες, ένας άλλος Τούρκος δημοσιογράφος μιλάει σε ελληνικά Μέσα. Ο Cevheri Güven ήταν συνάδελφος του Çapan στο Nokta, και επίσης καταδικασμένος σε 22,5 χρόνια φυλακής για τα ίδια αδικήματα. Πιο τυχερός, αυτός ξέφυγε από τις αρχές και βρίσκεται με την οικογένειά του ήδη από τον Δεκέμβριο στην Ελλάδα, όπου εξετάζεται το αίτημα ασύλου του.

«Στην Τουρκία κινδυνεύει η ζωή μου, ελπίζω να μη με διώξετε», λέει.

Για τι κατηγορούνται όμως οι δύο άνδρες και γιατί θα έπρεπε η Ελλάδα να τους προστατεύσει;

Η πρώτη δίωξη: απάντηση στις αποκαλύψεις

«Γνωρίζω τον Murat Çapan και τον Cevheri Güven μόνο ως ονόματα και δεν τους έχω συναντήσει ποτέ, καθώς ζούσαν στην Κωνσταντινούπολη ενώ εγώ στην Άγκυρα. Αλλά, όταν άρχισαν εκ νέου την έκδοση του περιοδικού Nokta, έκαναν τεράστια εντύπωση στον χώρο των Μέσων. Ήταν τολμηροί, θαρραλέοι και κάλυπταν θέματα που άλλα Μέσα φοβούνταν να δημοσιεύσουν», λέει στο inside story ο Abdullah Bozkurt.

Η ιστορία του Bozkurt δεν διαφέρει πολύ από αυτήν των δύο δημοσιογράφων. Με περισσότερα από 20 χρόνια εμπειρίας, κάποια εξ αυτών ως ανταποκριτής στα Ηνωμένα Έθνη και την Ουάσινγκτον, ο Bozkurt εργαζόταν στη μεγαλύτερη καθημερινή εφημερίδα της Τουρκίας, Zaman. Όταν τον Μάρτιο του 2016 το καθεστώς έκλεισε την εφημερίδα, ο Bozkurt προχώρησε στην ίδρυση ενός πρακτορείου ειδήσεων.

Όταν οι αρχές έκλεισαν και το πρακτορείο του, λίγους μήνες αργότερα, και άρχισαν να συλλαμβάνουν δημοσιογράφους, έφτασε στο αεροδρόμιο με μία βαλίτσα.

Στη Σουηδία, όπου βρίσκεται σήμερα, ίδρυσε το Stockholm Center for Freedom, το οποίο παρακολουθεί τις παραβιάσεις δικαιωμάτων στην Τουρκία. Μεταξύ άλλων, το παρατηρητήριο καταγράφει τους φυλακισμένους και καταζητούμενους δημοσιογράφους της Τουρκίας, ύποπτους θανάτους και αυτοκτονίες στη χώρα και εξαφανίσεις ανθρώπων με κρατική συμβολή.

«Θυμάμαι αρκετά αποκαλυπτικά δημοσιεύματα που έβγαλαν, τα οποία τράβηξαν την προσοχή μου», συνεχίζει ο Bozkurt. «Για παράδειγμα, μια ιστορία τους ήταν για το πώς η τουρκική κυβέρνηση μετέφερε Λίβυους τζιχαντιστές στη Συρία, οι οποίοι και εφοδιάζονταν μέσω του Κατάρ. Δημοσίευσαν εντυπωσιακές λεπτομέρειες σχετικά, περιλαμβανομένων των διαβατηρίων των τζιχαντιστών. Προφανώς η δημοσίευση εκνεύρισε την κυβέρνηση του Έρντογαν. Αλλά έμοιαζαν να έχουν καλές επαφές με πληροφοριοδότες».

(Οι δύο άνδρες κατά τη στιγμή μίας από τις συλλήψεις τους).

Η ιστορία του αριστερόστροφου περιοδικού Nokta, που ξεκίνησε το 1982 (1983 με το συγκεκριμένο όνομα), είναι πολυτάραχη. Πρώτο σε κυκλοφορία στα τέλη της δεκαετίας του ‘80 και διαχρονικά γνωστό για την ερευνητική του δημοσιογραφία, το –κατά πολλούς γκιουλενικό– περιοδικό τέθηκε εκτός κυκλοφορίας για πρώτη φορά το 2007.

Αιτία αποτέλεσαν δύο περιστατικά κριτικής στις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας, τον Μάρτιο του έτους εκείνου. Αρχικά, το περιοδικό αποκάλυψε ένα απόρρητο έγγραφο που αποδείκνυε ότι ο στρατός είχε κατανεμημένους τους δημοσιογράφους σε δύο λίστες –φιλικά και αρνητικά προσκείμενους στο καθεστώς– με βάση τις οποίες γίνονταν δεκτοί στις συνεντεύξεις Τύπου μόνον οι συμπαθούντες.

Έπειτα, δημοσίευσε αποσπάσματα από το ημερολόγιο ενός πρώην αξιωματικού, στο οποίο περιγράφονταν σχέδια, στα οποία συμμετείχαν και ανώτατα στελέχη του στρατού, για δύο πραξικοπήματα κατά της κυβέρνησης Έρντογαν το 2004. Η υπόθεση έμεινε γνωστή ως Ergenekon.

«Όταν το περιοδικό προέβη στην αποκάλυψη, δέχθηκε πίεση από τους τότε πανίσχυρους αξιωματικούς, που ενορχήστρωσαν ποινικές διώξεις εναντίον του», λέει ο Bozkurt. «Όπως ακριβώς κάνει και ο Έρντογαν σήμερα –και στις δύο περιπτώσεις, το Nokta στοχοποιήθηκε επειδή είπε την αλήθεια. Το περιοδικό τότε έκλεισε και η υπόθεση κατέληξε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Στρασβούργο, το οποίο στην πορεία το δικαίωσε».

Οι δύο υποθέσεις, όμως, ήταν αρκετές ώστε η κυκλοφορία του περιοδικού να παύσει για οχτώ χρόνια, έως τον Μάιο του 2015, οπότε και κυκλοφόρησε ξανά.

Το δεύτερο κλείσιμο: Δίωξη για έναν τίτλο κι ένα εξώφυλλο

Τον Σεπτέμβριο του 2015, ο Έρντογαν βρισκόταν στην κηδεία ενός στρατιώτη που χάθηκε στις συγκρούσεις με Κούρδους αντάρτες, όταν εξέφρασε την εκτίμηση ότι η οικογένεια του νεαρού «θα είναι πολύ χαρούμενη που ο άνθρωπός τους βρίσκεται πια σε έναν τόπο ιερό». Τότε, του ασκήθηκε έντονη κριτική για προεκλογική αξιοποίηση των –εκτεταμένων– θανάτων στρατιωτών.

Το περιοδικό Nokta, που δεν θα μπορούσε να μείνει αμέτοχο, παρουσίασε διαδικτυακά το εξώφυλλο με το οποίο σκόπευε να να κυκλοφορήσει το επόμενο φύλλο: ένας Έρντογαν όλο χαμόγελο πόζαρε για σέλφι, μπροστά από ένα φέρετρο καλυμμένο με την τουρκική σημαία.

(Το εξώφυλλο με τη σέλφι που προκάλεσε την οργή του Ρετζέπ Ταγίπ Έρντογαν).

Η κρατική απόκριση ήταν άμεση: Ξημερώματα, οι αρχές εισέβαλαν στα γραφεία του Nokta στην συνοικία Okmeydani της Πόλης. Στο περιοδικό ασκήθηκε δίωξη για «προσβολή του προέδρου» και «τρομοκρατική προπαγάνδα» και κατασχέθηκαν τα τεύχη. Ο Murat Çapan και ο Cevheri Güven αρχικά προσήχθησαν και αργότερα αφέθηκαν ελεύθεροι υπό όρους.

Οι δύο άνδρες συνελήφθησαν ξανά την επομένη των εκλογών του Νοεμβρίου 2015. Αιτία ήταν ένα νέο εξώφυλλο του Nokta, με τίτλο «Το ξεκίνημα του τουρκικού εμφυλίου πολέμου». Τους αποδόθηκαν κατηγορίες «προσπάθειας οργάνωσης πραξικοπήματος» και «απόπειρας ανατροπής της κυβέρνησης» και κατασχέθηκαν και τότε όλα τα αντίτυπα, περιλαμβανομένων όσων είχαν βρει τη θέση τους στα σημεία πώλησης Τύπου.

(Το εξώφυλλο που κυκλοφόρησε με τίτλο «Το ξεκίνημα του τουρκικού εμφυλίου πολέμου»).

Ο Cevheri Güven περιέγραψε αρκετά “περίεργα” που συνέβησαν στη δίκη του, μεταξύ άλλων την ξαφνική αντακατάσταση του συνόλου των δικαστών, οι οποίοι τον είχαν αθωώσει, και τη σύλληψη του δικηγόρου του. Οι δικαστές αντικαταστάθηκαν με νέους, που τον καταδίκασαν. Προτού προλάβουν όμως οι αρχές να φτάσουν σε αυτόν, είχε πληρώσει έναν παράνομο διακινητή και ταξίδευε για την Ελλάδα.

Προτού κλείσει το Nokta, είχε καλύψει εκτεταμένα το προσφυγικό. «Το φθινόπωρο του 2015 ασχολήθηκα με τη γνωστοποίηση της υπόθεσης της Güliz Vural, μιας δημοσιογράφου του Nokta που συνελήφθη από τις ελληνικές αρχές στη Λέσβο καθώς κάλυπτε την προσφυγική ροή από την Τουρκία», λέει ο Bozkurt. Η Vural είχε ενταχθεί στους πρόσφυγες που προσπαθούσαν να περάσουν το Αιγαίο, ακολουθώντας τους στο ταξίδι τους.

Χρειάστηκαν δύο χρόνια για να απελευθερωθεί τελικά η δημοσιογράφος. «Δεν υπάρχουν όρια στο τι μπορεί να κάνει το καθεστώς Έρντογαν για να σιγάσει τους δημοσιογράφους που του ασκούν κριτική», λέει ο Bozkurt, που είδε τις αρχές να “ενοχλούν” έως και την 79χρονη μητέρα του, όταν έγραψε κάτι κατά του Έρντογαν.

«Τώρα, ο αρχισυντάκτης της έγινε ο ίδιος πρόσφυγας και έφτασε στην Ελλάδα, μόνο και μόνο για να δοθεί παρανόμως πίσω στην Τουρκία. Πόσο μεγάλη διαφορά έκαναν δύο χρόνια: από το να καλύπτει την προσφυγική κρίση στο να γίνει και ο ίδιος πρόσφυγας».

Τι συμβαίνει με τις επαναπροωθήσεις;

Η κρατική αντίδραση στις καταγγελίες για επαναπροωθήσεις Τούρκων πολιτών είναι το λιγότερο αμφίθυμη. Ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς, αφού επικαλέστηκε δική του αναρμοδιότητα, παρουσίασε ουσιαστικά ως έκνομη την πρωτοβουλία του Συνηγόρου του Πολίτη (δηλαδή μιας ανεξάρτητης αρχής) να διεξαγάγει σχετική αυτεπάγγελτη έρευνα.

Κι ενώ η ΕλΕΔΑ στις 12 Ιουνίου καταθέτει πια μηνυτήρια αναφορά, ο μεν αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη Νίκος Τόσκας εξαγγέλλει εσωτερικό έλεγχο στην Αστυνομία, ο δε κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος διαψεύδει λακωνικά τις καταγγελίες: «Η ελληνική κυβέρνηση δεν προχωρά σε επαναπροωθήσεις».

«Με ειλικρίνεια σας λέω ότι δεν έχω καταλάβει ποιος είναι ακριβώς ο έλεγχος που διεξάγεται», σχολιάζει η κα Παπαπαντολέων. «Δεν αντιλαμβάνομαι δηλαδή τι σημαίνει στην πράξη να λες ότι “επαναπροωθήσεις δεν γίνονται” και ταυτόχρονα να ισχυρίζεσαι ότι ελέγχεις αν έχουν γίνει. Τι σημαίνει “ελέγχω”, όταν ταυτόχρονα διακηρύσσεις τη βεβαιότητά σου ότι το ελεγχόμενο δεν υφίσταται; Δεν είναι κάτι καινοφανές για τα ελληνικά δεδομένα, γι΄αυτό άλλωστε δεν είμαι και καθόλου αισιόδοξη», συμπληρώνει, προσθέτοντας πως η ΕλΕΔΑ εξακολουθεί να συλλέγει στοιχεία.

«Όταν υπάρχουν τέτοιες σοβαρές καταγγελίες, η πολιτεία αντί να αρκείται στο να τις απωθεί αμέσως και να τις αποδίδει σε σχέδια συνωμοσίας, πρέπει να διερευνά αν όντως ισχύουν, ώστε να θέσει τους υπαίτιους ενώπιον των πειθαρχικών και ποινικών ευθυνών τους, όπου και να βρίσκονται, όσο ψηλά ή χαμηλά κι αν είναι», σχολιάζει ο Δημήτρης Χριστόπουλος, σήμερα πρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Ο κ. Χριστόπουλος είναι περήφανος για την έντονη κινητοποίηση που προκάλεσε η παρέμβαση της ΕλΕΔΑ. «Αυτό κάνει ένα κράτος που λογοδοτεί για έκνομες πράξεις των λειτουργών του. Αν δεν θέλει να λογοδοτεί, μπορεί να αποδίδει τα πάντα σε σχέδια σκοτεινών δυνάμεων που θέλουν να το αποσταθεροποιήσουν, όπως άκουσα να λέγεται από αναρμόδιο μεν, υπουργό δε».

Στην ερώτηση για το αν υπάρχουν ενδείξεις για περαιτέρω περιστατικά επαναπροώθησης Τούρκων, η Κλειώ Παπαπαντολέων απαντάει θετικά. Ωστόσο, διευκρινίζει: «Εμείς καταγγείλαμε δημόσια, περιστατικά για τα οποία είχαμε επώνυμες καταγγελίες και άδεια να τις αξιοποιήσουμε. Επισημαίνω όμως ότι η οργάνωσή μας δεν θα θέσει σε κίνδυνο κανένα πρόσωπο για να μετατρέψει εκβιαστικά τις ενδείξεις σε αποδείξεις».

Η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας και οι έρευνες που μπήκαν στο αρχείο

Για τον Δημήτρη Χριστόπουλο, ρόλο στις επαναπροωθήσεις έπαιξε και η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας. «Η συμφωνία έχει σφραγίσει την είσοδο από τα νησιά, ενώ ο Έβρος είναι “ανοιχτός”. Είναι ενδεικτικό της ασυναρτησίας της, πως άλλη είναι η νομική κατάσταση του πρόσφυγα που διέρχεται τα σύνορα της Ελλάδας στον Έβρο και άλλη στα νησιά. Νομίζω ότι οι επαναπροωθήσεις στον Έβρο, ελλείψει άλλου μηχανισμού ανάσχεσης αντίστοιχου με αυτόν που έχει επινοηθεί στα νησιά, στέλνουν ένα μήνυμα αποτροπής προς κάθε ενδιαφερόμενο: “μην το δοκιμάσετε”. Αυτή είναι η πολιτική τους χρηστικότητα».

«Αν Τούρκοι αντιφρονούντες καταφέρνουν να διέρχονται τον Έβρο, τότε είναι πιθανό αυτό να ενθαρρύνει κι άλλους να το κάνουν από την Τουρκία προς την Ευρώπη. Και τότε, πέραν του ότι η χώρα θα βρίσκεται κάθε λίγο και λιγάκι με διαρκείς “καυτές πατάτες” αντίστοιχες με αυτήν των οχτώ αξιωματικών, αναγκαστικά θα φανεί και η κυνική ματαιότητα της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, κάτι που θα αναγκάσει και την ΕΕ να επινοήσει νέες μεθόδους αποτροπής».

Ταυτόχρονα, παραμένει ένα ερωτηματικό σχετικά με την ταυτότητα των κουκουλοφόρων που πραγματοποιούν τις επαναπροωθήσεις. Πρόκειται για άνδρες των σωμάτων ασφαλείας ή παραστρατιωτικούς; Λειτουργούν στη βάση άνωθεν εντολών ή πρόκειται για “μεμονωμένα περιστατικά”;

«Καθένας εξ ημών μπορεί να κάνει διάφορες εικασίες», απαντάει η Κλειώ Παπαπαντολέων. «Πάντως αόρατες δυνάμεις δεν είναι. Εάν δεν υλοποιούν κυβερνητική πολιτική, τότε υπάρχουν θύλακες αυτονομημένοι εντός του κρατικού μηχανισμού», προσθέτει.

Αν ισχύει η δεύτερη περίπτωση, ο εσωτερικός έλεγχος που εξήγγειλε ο κ. Τόσκας οφείλει να δώσει απτά αποτελέσματα. «Στην Ελλάδα έχουμε πληρώσει πολύ ακριβά τις αδράνειες του κρατικού μηχανισμού να διερευνήσει έγκαιρα και αξιόπιστα ευθύνες της αστυνομίας και άλλων οργάνων της Πολιτείας. Και πληρώνουμε εξίσου ακριβά το τέρας της συνωμοσιολογίας που έρχεται να τα σκεπάσει όλα», καταλήγει η Κλειώ Παπαπαντολέων.

Πάντως, γεγονός είναι ότι οι εσωτερικοί έλεγχοι της αστυνομίας σπάνια οδηγούν σε αποτελέσματα. Μόλις πριν από λίγες ημέρες, η Εφημερίδα των Συντακτών γνωστοποίησε πως οι αντίστοιχες έρευνες για περιστατικά επαναπροωθήσεων Σύρων προσφύγων τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο του 2015, που είχε καταγγείλει, βρίσκονται πια στο αρχείο.

Όποιες κι αν ήταν οι συνθήκες των επαναπροωθήσεων, εάν ο Murat Çapan και οι υπόλοιποι –τουλάχιστον– 16 πολίτες έχουν παραδοθεί στις τουρκικές αρχές, η Ελλάδα έχει ηθική ευθύνη για αρωγή σε ένα απολυταρχικό καθεστώς που παραβιάζει συστηματικά κάθε ελευθερία.

Και ένας νεαρός δημοσιογράφος πρόκειται να περάσει 22,5 χρόνια φυλακισμένος –για ένα εξώφυλλο και έναν τίτλο.

Εικόνα malichudis
Γεννήθηκε το 1992. Σπούδασε Επικοινωνία και Πολιτισμό στο Πάντειο, όπου συνέχισε με μεταπτυχιακό στις Σπουδές Φύλου και την Ανθρωπολογία. Έχει εργαστεί στην ελληνική έκδοση της The Huffington Post και το Κανάλι Ένα 90,4 FM. Κείμενά του έχουν δημοσιευθεί σε διάφορα Μέσα.

Διαβάστε ακόμα

Σχόλια

Εικόνα Anonymous

Σας πείσαμε; Εμείς σας θέλουμε μαζί μας!
Χωρίς τους υποστηρικτές μας
δεν μπορούμε να υπάρχουμε.