Γιατί δεν έχει περισσότερα εμβόλια η Ευρώπη;

Η κοινή ευρωπαϊκή επιχείρηση εμβολιασμού για την Covid-19 ξεκίνησε καλύτερα από ό,τι η αντιμετώπιση της πανδημίας τον Μάρτιο. Θα ήταν όλα τέλεια, αν δεν έλειπε κάτι: τα εμβόλια.
Χρόνος ανάγνωσης: 
7
'
Νοσοκόμες στη Λομβαρδία της Ιταλίας εμβολιάζονται ενάντια στην Covid-19 την 27η Δεκεμβρίου 2020. [Piero Cruciatti/Pool/AFP]

Ο υπεύθυνος από την πλευρά της κυβέρνησης Γενικός Γραμματέας Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης, Μάριος Θεμιστοκλέους, είπε κατά την ενημέρωση της 28ης Δεκεμβρίου ότι μετά τις 100.000 δόσεις του εμβολίου Pfizer-BioNTech που θα φτάσουν στη χώρα μας τον Δεκέμβριο, άλλες 84.000 θα έρχονται ανά εβδομάδα του Ιανουαρίου. Αυτές μπορούν να καλύψουν τους υγειονομικούς ως την τρίτη εβδομάδα του μήνα. Μετά, στόχος είναι ο εμβολιασμός να καλύψει τον γενικό πληθυσμό, αρχίζοντας από τους ηλικιωμένους και τις άλλες ευπαθείς ομάδες.

Αυτές τις μέρες που υπάρχει ανάγκη για ξεκάθαρη ενημέρωση κι ανάλυση, το inside story προσφέρει όλα τα άρθρα γύρω από τον Covid-19 ελεύθερα σε όλους τους αναγνώστες.

#ΜένουμεΑσφαλείς: Ανακαλύψτε πάνω από 2.500 ρεπορτάζ και ιστορίες του inside story. Γραφτείτε για έναν μήνα δωρεάν EΔΩ

Όποιος άκουσε προσεκτικά τον κ. Θεμιστοκλέους, που είναι ο «στρατηγός» στην προμήθεια των εμβολίων, αντελήφθη δύο πράγματα:

  1. Η έναρξη εμβολιασμού των ευπαθών ομάδων (που θα ακολουθήσουν τους υγειονομικούς) χωρίς τα εμβόλια και της αμερικανικής Moderna θα είναι δύσκολο να γίνει. Η Moderna θα πάρει άδεια στην Ευρώπη στις αρχές Ιανουαρίου 2021, δεν έχει τα προβλήματα συντήρησης σε βαθιά ψύξη όπως η Pfizer-BioNTech, αλλά δεν έχει επιβεβαιώσει ακόμα τις ποσότητες που θα διαθέσει στην ΕΕ – που έτσι κι αλλιώς θα είναι μειωμένες σε σχέση με της Pfizer-BioNTech. Θυμίζουμε ότι και η Pfizer, αν και ήθελε να παραδώσει μεγαλύτερες ποσότητες, διπλάσιες για την ακρίβεια, βρήκε πρώτες ύλες για τις μισές.
  2. Η έναρξη του εμβολιασμού στον γενικό πληθυσμό (που δεν είναι ούτε υγειονομικοί, ούτε ευπαθείς ομάδες), εξαρτάται απολύτως από το εμβόλιο της Οξφόρδης με την Astra Zeneca. Ο αγγλικός ρυθμιστικός οργανισμός θα το εγκρίνει στις αρχές του 2021 και αυτό πιθανά θα αναγκάσει και την ευρωπαϊκή ρυθμιστική αρχή να τρέξει για να το εγκρίνει, όπως έγινε με το πρώτο εμβόλιο. Το εμβόλιο της Οξφόρδης είναι φθηνότερο, καθώς το πανεπιστήμιο έχει απαιτήσει η εταιρεία να μην βγάλει κέρδος από αυτό, και συνεπώς προσφέρεται για να εμβολιασθούν μεγάλες ομάδες του πληθυσμού. Από την άλλη πλευρά, οι παραγωγοί του έχουν ζητήσει να επιμερισθούν ανάμεσα σε αυτούς και την ΕΕ τα κόστη από νομικές ενέργειες που θα προκύψουν από τυχόν παρενέργειες, κάτι που η Ευρώπη έχει δεχθεί. Η EE έδωσε μια προκαταβολή 336 εκατ. ευρώ στη σουηδική εταιρεία για να διασφαλίσει 400 εκατομμύρια δόσεις τον περασμένο Αύγουστο (έναντι 324 εκατ. που έδωσε στη γαλλική Sanofi, το εμβόλιο της οποίας φαίνεται ότι θα αργήσει πολύ, για 300 εκατομμύρια δόσεις).
Τα συμβόλαια προαγοράς της ΕΕ και οι ισορροπίες

Η Ευρωπαϊκή Ένωση κατηγορήθηκε κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας ότι δεν διέθετε κοινή πολιτική για τις παραγγελίες των μέσων ατομικής προστασίας ενάντια στον νέο κορονοϊό. Αντιδρώντας σε αυτό, αποφάσισε να ασκήσει μια ενεργητική πολιτική σε σχέση με την προαγορά εμβολίων από τις εταιρείες που ρίχτηκαν στη μάχη για την ανάπτυξή τους.

Σύμφωνα με στοιχεία που αποκάλυψε άθελά της η Βελγίδα υφυπουργός Προϋπολογισμού Εύα ντε Μπλίκερ πριν από δέκα μέρες, οι τιμές των συμβολαίων προαγοράς που έχει κάνει η ΕΕ για τα εμβόλια είναι (ανά δόση – σημειώνουμε ότι όλα τα εμβόλια χρειάζονται δύο δόσεις, εκτός από της Johnson&Johnson):

  • Oxford-AstraZeneca: €1,78
  • Johnson & Johnson: $8,50
  • Sanofi-GSK: €7,56
  • Pfizer-BioNTech: €12
  • CureVac: €10
  • Moderna: $18

Σύμφωνα με την ΕΕ, η Ένωση διένειμε τις παραγγελίες της –που έγιναν σε διαφορετικές χρονικές στιγμές– πρακτικά σε όλους τους μεγάλους αλλά και τους «νεοφερμένους» της φαρμακοβιομηχανίας, ως εξής:

  • Astra Zeneca: 400 εκατ. δόσεις
  • Sanofi/GSK: 300 εκατ. δόσεις
  • Johnson&Johnson: 400 εκατ. δόσεις
  • Pfizer-BioNTech: 300 εκατ. δόσεις
  • Curevac: 405 εκατ. δόσεις
  • Moderna: 160 εκατ. δόσεις

Με μια κουβέντα, η Επιτροπή διασφάλισε 2 δισεκατομμύρια δόσεις – ελπίζοντας ότι τα εμβόλια θα αναπτυχθούν και θα λάβουν έγκριση. Μάλιστα, επειδή κινήθηκε νωρίτερα, φαίνεται ότι αγόρασε τα εμβόλια της Pfizer-BioNTech σε τιμές χαμηλότερες από εκείνες των ΗΠΑ, με βάση τις αποκαλύψεις της Βελγίδας υφυπουργού Υγείας ντε Μπλίκερ.

Το πρώτο εμβόλιο τελικά κατασκευάσθηκε στην πόλη του Μάιντς, έδρα της μικρής γερμανικής εταιρείας BioNTech. Η ΕΕ είχε μάλιστα έμμεσα –μέσω απευθείας χρηματοδότησης της γερμανικής κυβέρνησης– και άμεσα –μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων– συμμετοχή στην ανάπτυξή του. Όμως φαίνεται ότι μια μεγαλύτερη παραγγελία του εμβολίου της Pfizer-BioNTech «σκόνταψε» στη γαλλική εμμονή να μείνει ανοιχτή η πόρτα των παραγγελιών της ΕΕ στο εμβόλιο της Sanofi. Σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες που δημοσίευσε το Spiegel, η αμερικανογερμανική συμμαχία Pfizer-BioNTech πρότεινε στην ΕΕ να αγοράσει άλλα 500 εκατ. δόσεις, χωρίς όμως να βρει ευήκοα ώτα.

Επίσημα η ΕΕ δεν απαντά στο ερώτημα γιατί «μοίρασε» έτσι τις παραγγελίες. Ανεπίσημα «τα πράγματα είναι φως φανάρι», είπε ένας ανώτερος υπάλληλος της Επιτροπής που έχει γνώση των συζητήσεων στον γράφοντα. «Οι άνθρωποι που έκαναν τις διαπραγματεύσεις πίστευαν πιο πολύ στη δυνατότητα μεγάλων καθιερωμένων εταιρειών να παράξουν το εμβόλιο, παρά σε μικρότερες εταιρείες όπως η Moderna και η BioNTech». H εξήγηση δεν είναι απόλυτα πειστική, καθώς η ΕΕ στη διανομή της είχε συμφωνήσει τη μεγαλύτερη ποσότητα με την γερμανική CureVac, την εταιρεία που στην αρχή του πρώτου κύματος της πανδημίας τα γερμανικά μέσα μαζικής ενημέρωσης είχαν υποστηρίξει ότι ο πρόεδρος Τραμπ είχε προσπαθήσει να αγοράσει. Γεγονός είναι όμως ότι οι μεγάλες γραφειοκρατίες του δυτικού κόσμου πόνταραν στις εταιρείες που γνώριζαν καλύτερα, κλείνοντας τα εμβόλια. Δεν ήταν αυτός όμως ο μόνος λόγος. Το εμβόλιο της Pfizer-BioNTech κοστίζει 24 ευρώ (οι δύο δόσεις) – είναι πολύ ακριβότερο από εκείνο της Οξφόρδης με την Astra, ενώ ταυτόχρονα υπάρχει το σημαντικό πρόβλημα της τεράστιας λογιστικής επιχείρησης που πρέπει να στηθεί για τη μεταφορά του σε συνθήκες βαθιάς κατάψυξης (-70 βαθμοί Κελσίου). Ρόλο έπαιξε και το γεγονός ότι, σε αντίθεση με τις δεσμεύσεις του CEO της Αλ. Μπουρλά για 100 εκατομμύρια δόσεις το 2020, η Pfizer κατάφερε τελικά να εξασφαλίσει πρώτες ύλες «μόνο» για 50 εκατομμύρια δόσεις.

Εδώ εμβόλια, εκεί εμβόλια, πού είναι τα εμβόλια;

Από τα 2 δισ. δόσεις εμβολίων που εξασφάλισε η Ευρωπαϊκή Ένωση με τα συμβόλαια προαγοράς, άδεια κυκλοφορίας έχουν προς το παρόν τα 300 εκατομμύρια, της Pfizer-BioNTech. Αυτά φτάνουν για τον εμβολιασμό 150 εκατ. Ευρωπαίων. Η ΕΕ έχει 448 εκατομμύρια ανθρώπους.

Για το εμβόλιο που έρχεται δεύτερο στην κούρσα, από την επιχείρηση βιοτεχνολογίας της Βοστώνης Moderna, η διαδικασία επί ευρωπαϊκού εδάφους θα ολοκληρωθεί στις 6 Ιανουαρίου, με την αναμενόμενη έγκριση κυκλοφορίας του από την ευρωπαϊκή ρυθμιστική αρχή. Ήδη η ΕΕ αύξησε τις παραγγελίες της προς την Moderna, από 80 στα 160 εκατομμύρια δόσεις. Καθώς το εμβόλιο αυτό διακινείται πιο εύκολα από το Comirnaty (Pfizer-BioNTech), αφού δεν χρειάζεται βαθιά ψύξη αλλά θερμοκρασία 2 έως 8 βαθμών Κελσίου, θα μπορούσε να είναι μία λύση για πολλές χώρες της ΕΕ. Στη Βαυαρία που βρέθηκα πριν από τα Χριστούγεννα, οι υπεύθυνοι πολιτικής προστασίας στην πόλη Βύρτσμπουργκ μου εξήγησαν ότι χωρίς το εμβόλιο της Moderna δύσκολα θα μπορούσαν να λειτουργήσουν το πρώτο δίμηνο της καμπάνιας το τοπικό εμβολιαστικό κέντρο. «Τα εμβόλια της Pfizer-BioNTech μας φτάνουν μόνο για τους γιατρούς των νοσοκομείων και τους οίκους ευγηρίας, δεν αρκούν για να εμβολιάσουμε τον γενικό πληθυσμό» μου είπε o Κρίστοφ Τσάντερ, ένας συνταξιούχος γιατρός σε τοπική κλινική που ανεκλήθη στην ενεργό υπηρεσία για να αναλάβει την εμβολιαστική καμπάνια. «Έχουμε εμβολιαστικό κέντρο, έχουμε εθελοντές αλλά λείπουν τα εμβόλια». Η κατάσταση του Βύρτσμπουργκ είναι τυπική για την υπόλοιπη Γερμανία αλλά και την Ευρώπη.

Μία λύση θα ήταν η ΕΕ να συμπληρώσει τον αριθμό των εμβολίων που χρειάζεται από τα εμβόλια τρίτων χωρών (πχ Sputnik, κινεζικά). Όμως για να γίνει αυτό θα πρέπει να αξιολογηθούν τα στοιχεία των δοκιμών από τα εμβόλια αυτά, δηλαδή να δοθούν στις εποπτικές αρχές της ΕΕ, κάτι πολιτικά αδύνατο.

Η Ουγγαρία, που θα χρησιμοποιήσει το ρωσικό εμβόλιο, άρχισε τους εμβολιασμούς την περασμένη Κυριακή με το Comirnaty, ενώ η BioNTech επιφυλάχθηκε του δικαιώματός της να εκμεταλλευθεί την πατέντα της στο Comirnaty στην κινέζικη αγορά με την κινέζικη εταιρεία Fossun Pharma (αυτός είναι ο συνεταίρος της στην Κίνα αντί της Pfizer). To να υπάρχουν αρκετά εμβόλια έγκαιρα δεν είναι χωρίς σημασία με βάση την εμπειρία της επιδημίας του 2009. Τότε, η έλλειψη εμβολίων οδήγησε στην έλλειψη ενδιαφέροντος για τον εμβολιασμό. Δεν είναι τυχαίο ότι οι υποδομές και η εμπειρία από εκείνη την καμπάνια απαξιώθηκαν, ενώ τα περισσότερα εμβόλια που έφτασαν στη χώρα μας διοχετεύθηκαν σε τρίτες χώρες. Μόλις πέρυσι έγινε δυνατό να εμβολιασθεί το 70% του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού για τη γρίπη – δέκα ολόκληρα χρόνια μετά την έκρηξη της ασθένειας το 2009.

Οι εθνικές παραγγελίες της Γερμανίας

Οι Γερμανοί βέβαια γνώριζαν εξαρχής ότι κάποια από τα εμβόλια υπήρχε περίπτωση να καθυστερήσουν πολύ ή να μην φτάσουν ποτέ στην αγορά. Καθώς λοιπόν είχαν την οικονομική και διαπραγματευτική δύναμη να το κάνουν (μια μικρή χώρα δεν μπορεί να αγοράσει στις ίδιες τιμές τα εμβόλια), προχώρησαν και σε εθνικές συμφωνίες προαγοράς εμβολίων, ώστε να είναι έγκαιρα καλυμμένοι για το σύνολο του πληθυσμού.

Η γερμανική κυβέρνηση στήριξε το εμβόλιο της Pfizer, όπως και δύο ακόμα, με το συνολικό ποσό των 800 εκατομμυρίων ευρώ, έναντι του δικαιώματος προαγοράς ποσοτήτων. Η αρχική παραγγελία της Μέρκελ ήταν 40 εκατομμύρια δόσεις. Στο τέλος του Δεκεμβρίου ωστόσο είχε αγοράσει 55 εκατομμύρια δόσεις, κυρίως επειδή κάποιες άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είχαν ζητήσει να πάρουν μικρότερες ποσότητες από το πρώτο εμβόλιο. Όμως η γερμανική κυβέρνηση πρόσφατα προχώρησε στη διασφάλιση άλλων 30 εκατομμυρίων δόσεων, σε ένα «καθαρό σημάδι εθνικής πολιτικής», όπως το χαρακτήρισε ο σχολιαστής της δεύτερης γερμανικής τηλεόρασης (ZDF), Τέο Κολ.

Με βάση και τη συμφωνία της με την Moderna, η γερμανική κυβέρνηση έχει διασφαλίσει 136,6 εκατομμύρια δόσεων, δηλαδή μπορεί να εμβολιάσει 68 από τα 83 εκατομμύρια των κατοίκων της χώρας, ενώ η ανοσία της αγέλης διασφαλίζεται με τον εμβολιασμό 56 εκατομμυρίων κατοίκων (70% του συνολικού πληθυσμού). Τεχνικά δηλαδή, ακόμα και αν δεν εγκριθεί κανένα άλλο εμβόλιο, η Γερμανία είναι έτοιμη, εφόσον το επιλέξει ο πληθυσμός της χώρας (ετοιμότητα να εμβολιασθούν δηλώνουν 47 στους 100 κατοίκους). Αντίθετα για πολλές άλλες χώρες, ειδικά για τις μικρότερες της Ένωσης, όπως η Ελλάδα, τα πράγματα είναι αρκετά πιο πολύπλοκα.

Εικόνα telloglou
Σπούδασε νομικά κι από το 1986 εργάζεται σε εφημερίδες και κανάλια ως δημοσιογράφος. Εκπομπές-σταθμοί ήταν «Το μαύρο κουτί» (Mega), «Φάκελοι» (Mega), «Νέοι Φάκελοι» (ΣΚΑΪ), «Ιστορίες» (ΣΚΑΪ), «Special Report» (Ant1).

Διαβάστε ακόμα

Σχόλια

Εικόνα Anonymous

Σας πείσαμε; Εμείς σας θέλουμε μαζί μας!
Χωρίς τους υποστηρικτές μας
δεν μπορούμε να υπάρχουμε.