Βραζιλία: το σύστημα «αδειάζει» τον πρόεδρο Μπολσονάρου

Η εξωφρενική στάση του Μπολσονάρου έναντι της πανδημίας τον έχει θέσει σε «πολιτική καραντίνα». Οι κυβερνήτες των πολιτειών τον παρακάμπτουν, οι υπουργοί του τον αγνοούν και τα δικαστήρια ακυρώνουν τα διατάγματά του. Η συστηματική «εκστρατεία ανυπακοής» των συντεταγμένων οργάνων εναντίον του κινδυνεύει να τον αφήσει φιγούρα διακοσμητική.
Χρόνος ανάγνωσης: 
19
'
Βραζιλιανός καλλιτέχνης γκράφιτι ολοκληρώνει έργο με τίτλο «Η μάσκα του Μπολσονάρου ενάντια στον κορονοϊό». [Carl de Souza/AFP]

Η οργή είναι τυφλή. Ιδίως όταν ξεχειλίζει και στρέφεται κατά πάντων. Μια τέτοια τυφλή οργή οδήγησε πολλούς Βραζιλιάνους να ψηφίσουν τον Ζαΐρ Μπολσονάρου στις προεδρικές εκλογές του 2018. Οργή για τα σκάνδαλα του Εργατικού Κόμματος (PT), που είχε κυβερνήσει την χώρα από το 2003 ως το 2016. Οργή για την οικονομική κρίση, που είχε διαδεχθεί μια δεκαετία αλματώδους ανάπτυξης. Οργή των συντηρητικών και των θρησκόληπτων για τις βαθιές αλλαγές νοοτροπίας στην βραζιλιανή κοινωνία. Οργή για το οργανωμένο έγκλημα, που κανείς δεν μπορεί να δαμάσει.

Αυτές τις μέρες που υπάρχει ανάγκη για ξεκάθαρη ενημέρωση κι ανάλυση, το inside story προσφέρει όλα τα άρθρα γύρω από τον Covid-19 ελεύθερα σε όλους τους αναγνώστες.

#ΜένουμεΣπίτι: Ανακαλύψτε πάνω από 2.500 ρεπορτάζ και ιστορίες του inside story.

Σε μια βραζιλιανή εκδοχή του παρ’ ημίν «να καεί, να καεί, το μ... η Βουλή», οι πολίτες της μεγαλύτερης χώρας της Λατινικής Αμερικής επέλεξαν για το ανώτατο αξίωμά της ένα τρολ. Ο Μπολσονάρου δηλώνει ανοικτά νοσταλγός της στρατιωτικής χούντας που κυβέρνησε την Βραζιλία (1964-1985). Είχε γίνει γνωστός για τις συνεχείς μισογυνικές και ομοφοβικές δηλώσεις του και για τις επιθέσεις του κατά των Αφροβραζιλιάνων, των δημοσιογράφων, των δικαιωματιστών, αλλά και για τον ακτιβισμό του υπέρ του δικαιώματος των πολιτών στην οπλοφορία. Σε μία Βραζιλία όπου ο δημόσιος διάλογος και η στάση έναντι των κοινωνικών μειονοτήτων έχουν αλλάξει ριζικά προς το καλύτερο τα τελευταία τριάντα χρόνια, ο Μπολσονάρου φάνταζε σαν κακόγουστο και χοντροκομμένο αστείο. Και όμως, τον εξέλεξαν πρόεδρο, ακριβώς χάρη στην «αντι-συστημική» περσόνα του εικονομάχου που προβάλλει.

Μέχρι την έλευση της πανδημίας στην χώρα των 210 εκατομμυρίων κατοίκων, ο Μπολσονάρου άφηνε εμβρόντητους μονάχα τους αντιπάλους του. Τι κι αν διόρισε στρατηγούς στις θέσεις του αντιπροέδρου και πολλών υπουργών και υφυπουργών; Τι κι αν φρόντισε για την εκκαθάριση των «μαρξιστών» από τα πανεπιστήμια, αλλάζοντας την διαδικασία εκλογής των πρυτάνεων; Τι κι αν ο «γκουρού» του, ο αστρολόγος Ολάβου ντζι Καρβάλιου, πιστεύει ότι η γη είναι επίπεδη; Για τους «μπολσοναρίστας» ο Πρόεδρος παρέμενε ηγέτης εμπιστοσύνης· ήταν θύμα των μέσων ενημέρωσης, που τον έχουν στο στόχαστρο γιατί δεν είναι μαρξιστής και είναι «πραγματικός άνδρας» και όχι ομοφυλόφιλος.

Σήμερα, οι Βραζιλιάνοι συμφιλιώνονται με την γνώση πως η οργή, εκτός από τυφλή, δεν είναι και καθόλου καλός σύμβουλος. Εν μέσω πανδημίας, οι εξωφρενικές δηλώσεις του Μπολσονάρου άρχισαν να τρομοκρατούν πολλούς πρώην οπαδούς του. Το θέαμα ενός μεσήλικα που επιμένει να «κάνει τον «νταή» και να μιλά για «μια γριπούλα» ώθησε πολλούς πολιτικούς του συμμάχους να τον αποκηρύξουν. Οι κυβερνήτες των 27 πολιτειών της Βραζιλίας πήραν την κατάσταση στα χέρια τους, λαμβάνοντας τα μέτρα καραντίνας που εκείνος αρνείται να διατάξει. Βουλευτές και γερουσιαστές που τον είχαν στηρίξει καταγγέλλουν τώρα τον Μπολσονάρου για «εγκληματική ανευθυνότητα». Όταν επιχείρησε να αποπέμψει τον υπουργό Υγείας, Λουίς Ενρίκι Μαντέτα, με την στάση του οποίου διαφωνεί, οι στρατιωτικοί-μέλη της κυβέρνησης εξεγέρθηκαν και ο Μαντέτα παρέμεινε. Έκτοτε οι στρατηγοί-υπουργοί δηλώνουν δημόσια τα ακριβώς αντίθετα από τον πρόεδρο και στην χώρα βασιλεύει η σύγχυση.

Παραγεμίζοντας την κυβέρνησή του με στρατηγούς, σμηναγούς και ναυάρχους, ο Μπολσονάρου πίστευε πως έστηνε μια παγίδα στο πολιτικό σύστημα. Τελικά, έπεσε ο ίδιος μέσα της. Θα οδηγήσει η «πολιτική καραντίνα» του Μπολσονάρου σε μία συνταγματική κλιμάκωση, και ποια θα είναι αυτή; Όλα αυτά θα κριθούν μετά την ύφεση της πανδημίας

Το στράτευμα και η Κερκόπορτα της πολιτικής

Ήδη από την δεκαετία του 1990, ο Μπολσονάρου ήταν γνωστός στην Βραζιλία ως «εκείνος ο εκκεντρικός βουλευτής του Ρίο που καλεί για την επαναφορά της στρατιωτικής διακυβέρνησης». Αλεξιπτωτιστής στα νιάτα του, αποστρατεύθηκε με μόλις τον βαθμό του λοχαγού. «Δεν έκανε καμμία σημαντική καριέρα στο στράτευμα. Μετέπειτα δηλώσεις των ανωτέρων του δείχνουν πως δεν τον έλαβαν ποτέ στα σοβαρά» σημειώνει ο ιστορικός, με ειδίκευση στην στρατιωτική ιστορία, Ροντρίγκου Πάτου Σα-Μότα του Ομοσπονδιακού Πανεπιστημίου της πολιτείας Μίνας Ζζεράις. «Παρά ταύτα, ο Μπολσονάρου επικαλείται το στρατιωτικό του παρελθόν με κάθε ευκαιρία.»

Ανέκαθεν αμφιλεγόμενος και προκλητικός, ο Μπολσονάρου έφτιαξε το όνομά του καπηλευόμενος την δυσαρέσκεια προς το πολιτικό σύστημα, μετά την μεταπολίτευση του 1986. «Επικαλείτο συνεχώς την διαφθορά των πολιτικών και την σπατάλη δημοσίου χρήματος» εξηγεί ο Σά-Μότα. «Οι στρατιωτικοί θα ήταν πιο έντιμοι, πιο αποτελεσματικοί, πιο πατριώτες κυβερνήτες. Θα σταματούσαν την κατρακύλα της χώρας στην αθεΐα, τον μαρξισμό και την ομοφυλοφιλία, προασπίζοντας την οικογένεια, την πίστη και τις παραδοσιακές αξίες και επιβάλλοντας τον νόμο και την τάξη. Παρότι ο Μπολσονάρου αναγκάσθηκε να δηλώσει πίστη στην δημοκρατία, ο θαυμασμός του για την στρατιωτική κυβέρνηση και τις μεθόδους της και η νοσταλγία του για αυτή δεν έχουν αλλάξει στο ελάχιστο» τονίζει ο ιστορικός. Πράγματι, πρόσφατα ο Μπολσονάρου επανέλαβε την θέση του πως «ό,τι έγινε το 1964 δεν αποτελεί πραξικόπημα».

Η ανάθεση σε στρατηγούς καίριων πολιτικών ρόλων υπήρξε προεκλογική υπόσχεση του Μπολσονάρου, που επέλεξε για αντιπρόεδρο τον απόστρατο στρατηγό Χάμιλτον Μοουράου. Μετά την εκλογή του, στελέχωσε πολλές υπουργικές και επιτελικές θέσεις με στρατιωτικούς. Σήμερα αυτοί στελεχώνουν το 36% των επιτελικών θέσεων, ελέγχοντας οκτώ από τα είκοσι δύο υπουργεία της κυβέρνησης. Τον Φεβρουάριο, μάλιστα, ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τον στρατιωτικό παράγοντα στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, αντικαθιστώντας τον ως τότε υπουργό Προεδρίας με τον στρατηγό Βάλτερ Σόουζα Μπράγκα Νέτου.

Δηλωμένος στόχος του Μπολσονάρου, ο οποίος παραιτήθηκε από το κόμμα με το οποίο εξελέγη και είναι πλέον ανεξάρτητος, ήταν να μειώσει την επιρροή των πολιτικών δυνάμεων στην κυβέρνησή του. Ταυτόχρονα, αύξησε εκείνη του στρατεύματος. Δεν μπορούσε να φανταστεί πως η κρίση της πανδημίας θα ωθούσε τους στρατιωτικούς του επιτελείου του να αναλάβουν πρωτοβουλία, συστήνοντας ενιαίο μέτωπο ώστε να τον σαμποτάρουν.

«Μια γριπούλα»: ο πρόεδρος ωθεί τους θεσμούς σε εξέγερση

Το πρώτο περιστατικό Covid-19 σημειώθηκε στην Βραζιλία στις 25 Φεβρουαρίου, από πολίτη που επέστρεψε στο Σάου Πάουλου από την Λομβαρδία. «Σχεδόν οι μισοί από τα είκοσι εκατομμύρια κατοίκων της πόλης του Σάου Πάουλου έχουμε κάποια ιταλική καταγωγή και το πήγαινε-έλα προς την Ιταλία είναι συνεχόμενο» εξηγεί ο ιστορικός Ζουάου-Πάουλου Ντορίγκου. «Παρακολουθούσαμε με ανησυχία τα εκεί τεκταινόμενα και όλοι ξέραμε πως ο ιός θα έφθανε και εδώ.»

Περιστατικά του νέου κορονοϊού άρχισαν να πολλαπλασιάζονται με μεγάλη ταχύτητα, απ’ άκρη σ’ άκρη της αχανούς βραζιλιανής επικράτειας. Το πρώτο διάγγελμα του Μπολσονάρου, στις 6 Μαρτίου, ήταν περιέργως φυσιολογικό: καλούσε σε ενότητα, αποφυγή του πανικού και συμμόρφωση στις οδηγίες των ειδικών. Η ίδια η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, ωστόσο, δεν έλαβε καμμία απόφαση επιβολής μέτρων «κοινωνικής αποστασιοποίησης» (ή «κοινωνικής απομόνωσης», όπως έχει καθιερωθεί στα πορτογαλικά). Στις 10 Μαρτίου, από την Φλόριντα όπου βρισκόταν για να συναντήσει τον Ντόναλντ Τραμπ, ο Μπολσονάρου δήλωνε πως ο κορονοϊός είναι «μύθευμα» των μέσων ενημέρωσης. Δύο ημέρες αργότερα, όμως, ο εκπρόσωπος τύπου του διαγνώσθηκε θετικός στην νόσο Covid-19. Ο πρόεδρος ετέθη υποτίθεται σε καραντίνα και υπεβλήθη σε τεστ.

 

 

Μετά την δήλωση περί «μυθεύματος», ο Μπολσονάρου βάλθηκε να αποξενώσει τους πάντες με φοβερή ταχύτητα. Το επιτελείο του είχε οργανώσει, για τις 15 Μαρτίου, διαδηλώσεις στις μεγαλουπόλεις της Βραζιλίας κατά του Κογκρέσου και του Ανωτάτου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου. «Σύμφωνα με το αφήγημα των ακραίων μπολσοναρίστας, οι δύο αυτοί θεσμοί –που ενσωματώνουν το διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα– δεν αφήνουν τον πρόεδρο να επιτελέσει την σταυροφορία του για την σωτηρία της Βραζιλίας» λέει ο Σα-Μότα. Ο γιος και σύμβουλος του προέδρου, Εντουάρντου Μπολσονάρου,έγραφε στο τουίτερ: «Αν κάποιος έριχνε βόμβα υδρογόνου στο Κογκρέσο, νομίζεις όντως πως ο κόσμος θα έκλαιγε;». Οι μπολσοναρίστας ονόμασαν την ημέρα των διαδηλώσεων «Μέρα του άντε γ...σου», μήνυμα προς τα μέλη του Κογκρέσου και του Ανωτάτου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου.

«Η ιδέα των διαδηλώσεων ενάντια στο Κογκρέσο και την Δικαιοσύνη είναι από μόνη της ανατριχιαστική» σημειώνει ο Μάρκου Αντόνιου Καρβάλιου Τεσσέιρα, καθηγητής δημόσιας διοίκησης στο Ίδρυμα Ζζετούλιου Βάργκας του Σάου Πάουλου. «Το ότι πραγματοποιήθηκαν εν μέσω πανδημίας τις καθιστά και ηλίθιες. Σε κάθε περίπτωση, τόσο το αίτημα των διαδηλωτών (πολλοί φώναζαν ανοικτά για το κλείσιμο του Κογκρέσου και την ανάληψη της διακυβέρνησης από το στράτευμα) όσο και η περιφρόνηση του κινδύνου για την δημόσια υγεία εξόργισαν τον Τύπο και την κοινή γνώμη. Σημαντική μερίδα των πιο μετριοπαθών συμμάχων του προέδρου τον αποκήρυξε την ημέρα εκείνη και έχει κόψει τις γέφυρες επικοινωνίας μαζί του.» Ο ίδιος ο Μπολσονάρου, που είχε υποτίθεται ζητήσει να αναβληθούν οι διαδηλώσεις, παραβίασε την καραντίνα. Εμφανίσθηκε ενώπιον των διαδηλωτών στην πρωτεύουσα Μπραζίλια χωρίς μάσκα ή γάντια και χαιρέτησε ή αγκάλιασε περίπου διακόσιους οπαδούς του.

Οι διαδηλώσεις εξασφάλισαν φυσικά στον Μπολσονάρου την εχθρότητα του Κογκρέσου και της Δικαιοσύνης. Γρήγορα στις τάξεις των αντιπάλων του πέρασαν και οι κυβερνήτες των ομόσπονδων πολιτειών. Καθώς ο πρόεδρος δεν διέτασσε μέτρα «κοινωνικής αποστασιοποίησης», οι κυβερνήτες συμφώνησαν σε συνάντησή τους να τα λάβουν οι ίδιοι σε επίπεδο πολιτείας. Το Σάου Πάουλου ήταν η πρώτη πολιτεία που προχώρησε σε γενική απαγόρευση κυκλοφορίας (24/3), κλείνοντας τα σχολεία και απαγορεύοντας κάθε εργασία μη απαραίτητη για τον ανεφοδιασμό, την περίθαλψη και την επιτήρηση της τάξης. Ακολούθησαν οι περισσότερες πολιτείες.

Σε διάγγελμά του στις 24/3, ο Μπολσονάρου καταφέρθηκε κατά των κυβερνητών και της «πολιτικής καμμένης γης», όπως χαρακτήρισε την απαγόρευση κυκλοφορίας. Κατηγόρησε τα μέσα ενημέρωσης ότι σπέρνουν τον πανικό και έχουν προκαλέσει υστερία. Διαβεβαίωσε πως ο ιός «θα περάσει γρήγορα» και έκανε έκκληση να διασωθούν οι θέσεις εργασίας. «Ο κίνδυνος υφίσταται για τους άνω των 60 ετών», ισχυρίσθηκε, και συνεπώς «δεν υφίσταται λόγος να κλείνουν σχολεία». Δεν παρέλειψε μάλιστα να δηλώσει πως «χάρη στο παρελθόν μου του αθλητή, και να κολλούσα ο ίδιος, δεν θα ανησυχούσα – ή δεν θα αισθανόμουν τίποτε ή θα το βίωνα σαν μια γριπούλα, ένα κρυωματάκι...». Απ’ άκρη σ’ άκρη της χώρας, οι πολίτες υποδέχθηκαν το διάγγελμα με αποδοκιμασίες, χτυπώντας κουζινικά και φωνάζοντας «κάτω ο Μπολσονάρου». Το «πανελάσου», όπως λέγεται η διαμαρτυρία, επαναλαμβάνεται έκτοτε κάθε βράδυ.

Οι πρόεδροι της Βουλής και της Γερουσίας καταδίκασαν το περιεχόμενο του διαγγέλματος ως επικίνδυνο και αντεπιστημονικό. Κυβερνήτες, πρώην σύμμαχοι του Μπολσονάρου, δήλωσαν πως θα λάβουν τα μέτρα που κρίνουν κατάλληλα αγνοώντας τον. Ο Κάρλους Μοϊσές, κυβερνήτης της πολιτείας Σάντα Καταρίνα, όπου ο Μπολσονάρου απέσπασε ποσοστό 80% στον δεύτερο γύρο των προεδρικών, δήλωσε πως θα κρατήσει τον κόσμο στο σπίτι «ό,τι κι αν πει» ο πρόεδρος. Ο κυβερνήτης του Σάου Πάουλου Ζζουάου Ντόρια απείλησε πως θα στραφεί δικαστικά κατά της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, αν αυτή παρεμποδίσει την εφαρμογή της καραντίνας στην πολυπληθέστερη και πλουσιότερη πολιτεία, που φιλοξενεί το ένα πέμπτο του πληθυσμού της χώρας.

Όσο για τον κυβερνήτη της Γκοϊάς Ρονάλντου Καϊάντου, ιατρό και στενό μέχρι πρότινος συνεργάτη του Μπολσονάρου, δήλωσε πως «δεν υπάρχει πλέον περιθώριο συνεννόησης με αυτόν τον άνθρωπο.» Στην «επανάσταση των κυβερνητών» προσχώρησε και ο Βίλσον Βίτζελ του Ρίο, επίσης μέχρι πρότινος στενός σύμμαχος του Μπολσονάρου. «Το ομοσπονδιακό σύστημα βοηθά, την κρίσιμη αυτή στιγμή, να παραμερίσουμε τον Μπολσονάρου» επισημαίνει ο Καραμπεκίρ Ακκογιουνλού, επισκέπτης διδάκτωρ διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Σάου Πάουλου.

Στην μάχη ανάσχεσης του Μπολσονάρου προσχώρησε και το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο. Κάθε προσπάθεια του προέδρου να ανατρέψει το λουκέτο των κυβερνητών σε συγκοινωνίες, επιχειρήσεις και σχολεία απέτυχε, καθώς το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε τα σχετικά προεδρικά διατάγματα. Παράλληλα, κατέστησε γνωστό ότι πρόκειται να ακυρώσει οποιαδήποτε πράξη της εκτελεστικής εξουσίας εκθέτει τον πληθυσμό σε υγειονομικό κίνδυνο. Ενώπιον του δικαστηρίου εκκρεμεί σειρά προσφυγών κατά του Μπολσονάρου από βουλευτές, γερουσιαστές, δικηγορικούς συλλόγους.

«Κάποιοι άρχισαν να αναφέρονται περιπαικτικά στον Μπολσονάρου ως “Βασίλισσα της Αγγλίας”» λέει ο Τεσσέιρα. «Βρίσκεται στην κορυφή του κράτους, αλλά με την στάση του ώθησε τους πάντες σε εξέγερση και απέμεινε, στην πράξη, χωρίς εξουσία και χωρίς περιθώρια κινήσεων.» Ο Ντορίγκου μιλά για «ακέφαλο κράτος» και «πολιτικό και θεσμικό χάος». «Τα ανώτερα κυβερνητικά κλιμάκια υιοθέτησαν την πρακτική της “πολιτικής ανυπακοής”. Εκτελεστική και νομοθετική εξουσία δρουν ανεξάρτητα του προέδρου, ο οποίος αρνείται να “διαπραγματευθεί”. Αρνούμενος να συντονίσει τις ενέργειες των κυβερνητών των πολιτειών, τους εξώθησε να αυτενεργήσουν. Οι κυβερνήτες απέκτησαν άνευ προηγουμένου πρωταγωνιστικό ρόλο. Όσο για την Δικαιοσύνη, έχει επιφορτισθεί με τον ρόλο της προστασίας της δημόσιας υγείας και της συμμόρφωσης στις υποδείξεις των επιστημόνων.»

Παρά την πολιτική του απομόνωση, ο Μπολσονάρου δεν φαίνεται διατεθειμένος να «βάλει νερό στο κρασί του». Συνεχίζει να προκαλεί με δηλώσεις του στιλ «οι Βραζιλιάνοι πρέπει να γίνουν αντικείμενο μελέτης, μπορούν να πηδήξουν στον υπόνομο και δεν τους πιάνει τίποτε» και «ο Θεός είναι Βραζιλιάνος», να καλεί τον πληθυσμό να αντιμετωπίσει τον ιό «σαν άνδρες και όχι σαν παιδιά», εφόσον «όλοι θα πεθάνουμε μια μέρα». Συνεχίζει να παίρνει τους δρόμους χωρίς καμμία προφύλαξη, παροτρύνοντας τους πολίτες να αψηφήσουν την καραντίνα και να επιστρέψουν στις εργασίες τους.

Το σχέδιο του Μπολσονάρου: η μετακύλιση της ευθύνης

Το να θεωρήσει κανείς τον Μπολσονάρου ηλίθιο ή τρελλό είναι γοητευτικό – κάνει τα πάντα να μοιάζουν απλά, ενώ δεν είναι. Ο Μπολσονάρου έχει κτίσει την πολιτική του καριέρα, που τον έφερε μέχρι την κορυφή του κράτους, στην πρόκληση και τις ad hominem επιθέσεις. «Τον θρέφει ο καυγάς, επιζητεί να τραβήξει το ενδιαφέρον, να σοκάρει. Γυρεύει συνεχώς να εντοπίσει τον εχθρό για να του χιμήξει. Γνωρίζει πως αυτό πουλά» εξηγεί ο Τεσσέιρα. «Ενώ τώρα θα έπρεπε να κυβερνά και να αναλαμβάνει ευθύνες, συμπεριφέρεται όπως ακριβώς κατά την προεκλογική του εκστρατεία. Η στάση του έναντι της πανδημίας, όσο παρανοϊκή και αν φαίνεται, στηρίζεται σε πολιτικό σχέδιο. Το εάν αυτό είναι λογικό ή έχει περιθώρια επιτυχίας, βέβαια, είναι άλλη ιστορία.»

Για να συλλάβουμε το σχέδιο του Μπολσονάρου πρέπει να ανατρέξουμε στους λόγους που τον έφεραν στην εξουσία. Την θεαματική εκτίναξη του μέχρι πρότινος γραφικού outsider στην προεδρία έκανε δυνατή η οργή κατά του σύνολου πολιτικού συστήματος. Την οργή είχε προκαλέσει η αποκάλυψη τεράστιων οικονομικών σκανδάλων του Εργατικού Κόμματος σε μία περίοδο σφοδρής ύφεσης και λιτότητας, μετά το 2014. Μία δεκαετία παχιών αγελάδων έληγε άδοξα, ιδίως για το φτωχότερο κομμάτι των Βραζιλιάνων. «Πολλοί πρώην ψηφοφόροι του Εργατικού Κόμματος στράφηκαν στον Μπολσονάρου, είτε για να τιμωρήσουν τον πρώτο είτε γιατί πίστεψαν την υπόσχεσή του πως θα φέρει την ανάπτυξη» σημειώνει ο Τεσσέιρα.

Ο Μπολσονάρου βρήκε στον θυμό και το αίσθημα ανασφάλειας του κόσμου την χρυσή ευκαιρία. Επιστράτευσε τις γνωστές του τακτικές των προσωπικών επιθέσεων και της διασποράς ψευδών ειδήσεων για να ηλεκτρίσει την ατμόσφαιρα. Ο Άγγελος Δορίζας, σύμβουλος πληροφορικής που κατοικεί στο Πόρτου Αλέγκρε, παρατηρεί πως η προεκλογική εκστρατεία του έφερε την βραζιλιανή κοινωνία ενώπιον μιας πρωτόγνωρης πόλωσης. «Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τα έπνιξε ένας οχετός. Κάθε σχόλιο με την παραμικρή πολιτική χροιά γινόταν αφορμή πικρών καυγάδων. Δεν μπορούσες να ανήκεις σε μεσαίο χώρο: ή θα ήσουν με τον Μπολσονάρου ή με το Εργατικό Κόμμα. Γρήγορα οι μεν μπλόκαραν τους δε και σήμερα οι περισσότεροι διαδικτυακά υπάρχουμε σε έναν μικρόκοσμο ομοϊδεατών.» Στην δουλειά, αποφεύγει τις πολιτικές συζητήσεις. «Πολλές φορές είναι προτιμότερο να μην γνωρίζεις τι σκέφτεται ο άλλος.»

Ο Μπολσονάρου κέρδισε τις εκλογές με βασική υπόσχεση την «επιστροφή στην ανάπτυξη». Ελπίζοντας να την επιτύχει, έχει δηλώσει ότι προτίθεται να ανοίξει ολόκληρη την περιοχή του Αμαζονίου στην εκμετάλλευση, ώστε να γίνει «η οικονομική ψυχή της Βραζιλίας». Η πανδημία, ωστόσο, του χάλασε τα όποια σχέδια ανάκαμψης. «Ο Μπολσονάρου γνωρίζει πως η οικονομία θα παραλύσει από τα μέτρα καραντίνας. Γνωρίζει πως για τα εκατομμύρια κατοίκων στις φαβέλες η πραγματικότητα είναι πολύ σκληρή. Απασχολούνται σε “μαύρη” εργασία και εξαρτώνται από το μεροκάματό τους για τις καθημερινές τους ανάγκες. Δεν έχουν οικονομίες και άρα τρόπο επιβίωσης σε ένα σενάριο μακρόχρονης καραντίνας» τονίζει ο Τεσσέιρα. «Πιστεύει πως αν η οικονομία παραλύσει για μήνες, θα ακολουθήσει κοινωνική έκρηξη.»

Είναι πεπεισμένος πως το κόστος της καραντίνας για την κοινωνία της Βραζιλίας θα αποβεί, τελικά, πολύ μεγαλύτερο από εκείνο της πανδημίας. «Επαναλαμβάνει πως οι παράπλευρες απώλειες της θεραπείας δεν πρέπει να αποβούν χειρότερες από την ίδια την ασθένεια. Εμμένει στην θέση “η οικονομία πρώτα” ενώ, κατά την πάγια τακτική του να φορτώνει τα λάθη και τις ευθύνες σε άλλους, θέλει να μετακυλίσει στους κυβερνήτες την ευθύνη για τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας» εξηγεί ο Τεσσέιρα. «Βλέποντας ήδη στην επόμενη μέρα, μετά το τέλος της πανδημίας, έκανε το παν για να τους αναγκάσει να λάβουν εκείνοι τα μέτρα καραντίνας. Τώρα τους εγκαλεί πως δολοφονούν την οικονομία και υποθηκεύουν το μέλλον. Ας χρεωθούν οι κυβερνήτες, το Κογκρέσο και η Δικαιοσύνη την οικονομική καταστροφή.» Ο Μπολσονάρου αναφέρεται στους κυβερνήτες ως «δολοφόνους της εργασίας». Η κατοικία του κυβερνήτη του Σάου Πάουλου φυλάσσεται από την στρατιωτική αστυνομία: δέχθηκε απειλές για την ζωή του εξαιτίας των μέτρων απαγόρευσης κυκλοφορίας και της κριτικής που εξαπέλυσε στον πρόεδρο.

Ο Ντορίγκου θεωρεί την προσπάθεια του Μπολσονάρου να μετακυλίσει την ευθύνη σε άλλους θεσμικούς παράγοντες και εγκληματική και κουτοπόνηρη. «Φάνηκε εντελώς φαιδρός κατά την διάρκεια μιας εθνικής κρίσης χωρίς προηγούμενο. Διέψευσε κάθε ψευδαίσθηση πολλών ψηφοφόρων του ότι είναι ηγέτης. Αφήνοντας την πρωτοβουλία στους κυβερνήτες, το Κογκρέσο και τον υπουργό Yγείας έμεινε απών ο ίδιος στον αγώνα κατά της πανδημίας. Έχασε έτσι σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο. Η φιγούρα του “μετανοημένου μπολσοναρίστα” έχει γίνει κοινωνικό στερεότυπο και η δημοτικότητα του προέδρου έχει πέσει σημαντικά, ιδίως μεταξύ των ευκατάστατων. Οι αποδοκιμασίες του πανελάσου σημαδεύουν πλέον την ώρα του βραδινού σε ολόκληρη την χώρα.» Σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις, ένα 39%-42% των ερωτηθέντων θεωρεί την διαχείριση της κρίσης από τον Μπολσονάρου «καταστροφική», ενώ ένα 33% εξακολουθεί να τον στηρίζει.

«Το ότι ο Μπολσονάρου πέτυχε, εν μέσω πανδημίας, να απομονώσει έτσι τον εαυτό του το λες και κατόρθωμα» λέει ο Ακκογιουνλού. «Συνήθως οι ηγέτες σε τέτοιες περιστάσεις ανασφάλειας βλέπουν τον πληθυσμό να συσπειρώνεται γύρω τους. Παρά τους αλλοπρόσαλλους χειρισμούς του, ο πρόεδρος Τραμπ είδε την δημοτικότητά του να αυξάνεται. Ο Μπολσονάρου, πάλι, αποξένωσε τους θεσμούς και έχασε σημαντικά και σε δημοτικότητα. Δεν έθεσε μόνο το δικό του πολιτικό μέλλον, αλλά και το όλο θεσμικό σύστημα, υπό αμφισβήτηση. Σε μια ομοσπονδιακή δομή όπως της Βραζιλίας, ο πρόεδρος δεν μπορεί να ελέγξει το σύστημα ερήμην των κυβερνητών των πολιτειών.»

Το «λάθος μήνυμα» του Μπολσονάρου, πάντως, βρίσκει πολλούς αποδέκτες. «Υφίσταται μία πολυφωνία, ή, για να το πω σωστότερα, κακοφωνία» λέει ο δρ. Ολάβου Αμαράλ, εργαστηριακός ιατρός στο Πανεπιστήμιο του Ρίο (Ρίου ντζι Ζζανέιρου). «Ο κόσμος βομβαρδίζεται με αντιφατικά μηνύματα και πολλοί δεν ξέρουν ποιον να πιστέψουν». Τις τελευταίες μέρες η εκστρατεία του Μπολσονάρου κατά των μέτρων καραντίνας ώθησε πολλούς πολίτες να παραβιάσουν τα περιοριστικά μέτρα, ιδίως στις φαβέλες του Ρίο και του Σάου Πάουλου. Παρότι οι ασθενείς ξεπέρασαν τις 20.000 και οι νεκροί τους 1000, σε πολλές φτωχές περιφέρειες ο κόσμος, ανήσυχος για την οικονομική του επιβίωση, προτίμησε να ακούσει τον Μπολσονάρου παρά τον υπουργό Yγείας και τους θεσμούς.

Υπουργός Yγείας, ο ήρωας των ημερών

Ο ήρωας τον ημερών στην Βραζιλία δεν είναι άλλος από τον ορθοπεδικό Λουίς Ενρίκι Μαντέτα, στον οποίον ο Μπολσονάρου είχε αναθέσει το υπουργείο Yγείας από τα τέλη του 2018. «Ο ιατρικός κόσμος της χώρας εμπιστεύεται απόλυτα τον Μαντέτα» λέει κατηγορηματικά ο δρ. Αμαράλ. «Αναγνωρισμένος επιστήμων, είναι από τις λίγες σωστές επιλογές του Μπολσονάρου, καθώς στο υπουργικό συμβούλιο έχουν θέση διάφοροι ψυχωσικοί. Ευτυχώς το υπουργείο Yγείας εξ αρχής στελεχώθηκε με κριτήρια επιστημονικά, γύρω από έναν πυρήνα ιατρών, και λειτουργεί σωστά. Από τον υπουργό Yγείας περιμένουμε όλοι να δώσει κατευθύνσεις.»

Από την αρχή της πανδημίας, ο Μαντέτα κάλεσε τον πληθυσμό να μείνει σπίτι. Ο βασικός φόβος, και εδώ, είναι πως αν εξακολουθήσει η διάδοση του ιού με τέτοια ταχύτητα, το σύστημα υγείας θα καταρρεύσει κατά τα τέλη Απριλίου. «Παρά τις ατέλειές του, το Ενιαίο Σύστημα Υγείας (SUS) της Βραζιλίας αποτελεί ένα από τα αρτιότερα συστήματα δημόσιας καθολικής περίθαλψης εντός δομής ομοσπονδιακού κράτους» τονίζει ο δρ. Αμαράλ. «Η ιδιομορφία της Βραζιλίας, πέραν της αχανούς έκτασής της, είναι η ένταση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων. Αυτές επιδρούν και στο SUS: η περίθαλψη, τόσο από πλευράς επάρκειας ιατρών όσο και υποδομών, δεν είναι η ίδια στις γειτονιές των αστών και στις φαβέλες.»

Η περιορισμένη δυνατότητα διεξαγωγής διαγνωστικών εξετάσεων για την νόσο Covid-19 είναι κοινό πρόβλημα όλων των χωρών. «Δεν έχουμε ιδέα για τον ακριβή αριθμό ασθενών. Μέχρι σήμερα, το χειρότερο σενάριο δεν έχει πραγματοποιηθεί. Τώρα βρισκόμαστε εδώ στην αρχή του φθινοπώρου. Καθώς οι θερμοκρασίες θα αρχίσουν να πέφτουν, υπάρχει ανησυχία πως ο ρυθμός μετάδοσης θα αυξηθεί.» Τον κίνδυνο έλλειψης φαρμάκων επισημαίνει η η Ζζοβάνα Κωνσταντινίδου, που εργάζεται στην Γραμματεία Δημόσιας Υγείας της πολιτείας του Σάου Πάουλου. «Η Βραζιλία έχει αποθέματα φαρμάκων ως τον Ιούνιο. Με τις συνθήκες στις οποίες βρεθήκαμε, πρέπει να εισαγάγουμε έγκαιρα φάρμακα από την Ινδία και ιατρικό εξοπλισμό από την Κίνα» εξηγεί.

Ανησυχία όλων είναι πως οι φαβέλες μπορεί να μετατραπούν σε υγειονομική βόμβα. «Στις φαβέλες επικρατεί συνωστισμός. Πολυμελείς οικογένειες στοιβάζονται σε μικροσκοπικές κατοικίες. Πολλές δεν διαθέτουν τρεχούμενο νερό. Ούτε η κοινωνική αποστασιοποίηση είναι δυνατή, ούτε τα στοιχειώδη μέτρα υγιεινής μπορούν να τηρηθούν» λέει ο δρ. Αμαράλ. «Στις φαβέλες δεν γίνεται σωστή αποκομιδή απορριμμάτων και τρέχουν ανοιχτοί υπόνομοι» σημειώνει ο Ντορίγκου. «Αν η κατάσταση είναι δύσκολη υπό κανονικές συνθήκες, κινδυνεύει τώρα να γίνει εφιαλτική

Το κενό εξουσίας και η σύγχυση έδωσε νέο ρόλο στο οργανωμένο έγκλημα: συμμορίες εμπόρων ναρκωτικών έχουν επιβάλει μέτρα καραντίνας σε φαβέλες. «Ακόμη και οι εγκληματίες έχουν καταλάβει τον κίνδυνο, πως μπορεί πληθυσμοί να ξεκληριστούν» λέει ο δρ. Αμαράλ. Ο Ντορίγκου παρατηρεί πως «ακόμη και το οργανωμένο έγκλημα έχει ωριμότερη στάση έναντι της πανδημίας από τον Μπολσονάρου». Εξηγεί πως από τις φαβέλες η επιδημία εύκολα μεταδίδεται στον λοιπό αστικό ιστό. «Υπό κανονικές συνθήκες υφίσταται σημαντική καθημερινή κινητικότητα ανάμεσα στις φαβέλες και τις ευπορότερες συνοικίες. Καθαρίστριες, θυρωροί, οικιακές βοηθοί και πολλοί υπάλληλοι εργάζονται στις δεύτερες αλλά κατοικούν στις πρώτες.»

Οι Βραζιλιάνοι, που γιουχάρουν τον Μπολσονάρου, κρέμονται από τα χείλη του Μαντέτα. Αν η δημοτικότητα του πρώτου περιορίσθηκε στο 33%, εκείνη του υπουργού Υγείας εκτινάχθηκε στο 76%. Το ίδιο υψηλότατο ποσοστό κρίνει την επιβολή μέτρων «κοινωνικής αποστασιοποίησης» ως πρώτη προτεραιότητα. Η συγκέντρωση της προσοχής του Τύπου και της κοινής γνώμης στον Μαντέτα, η δημοτικότητά του και η δημόσια διαφωνία του με τον Μπολσονάρου εξόργισαν τον τελευταίο, που θεωρεί πως ο Μαντέτα τον επισκιάζει. «Θα σώσεις τον κόσμο από την γρίπη (sic) και θα τον πεθάνεις από την πείνα. Κοίτα τι γίνεται στην Βενεζουέλα» του είπε πριν λίγες μέρες. Ταυτόχρονα άφηνε να διαρρεύσει ότι προτίθετο να τον αντικαταστήσει, ενώ προειδοποιούσε πως θα χρησιμοποιήσει ράβδο εναντίον κάθε υπουργού που «θεωρεί πως είναι σταρ». Άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες και για το πρόσωπο του διαδόχου του Μαντέτα.

Οι στρατιωτικοί δείχνουν τα δόντια στο υπουργικό συμβούλιο

Η δηλωμένη πρόθεση του Μπολσονάρου να αποπέμψει τον Μαντέτα ήταν, για το στράτευμα, η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Στην άρνηση των πολιτικών να ακολουθήσουν τις επικίνδυνες φαιδρότητες του προέδρου προστέθηκε ο φόβος του στρατεύματος για επερχόμενη υγειονομική καταστροφή, η οποία θα οδηγήσει σε κοινωνική κατάρρευση. Η τροπή των εξελίξεων, που οδήγησε στην παραμονή του υπουργού Υγείας στην θέση του, δείχνει την αποφασιστικότητα των στρατιωτικών να «βάλουν φρένο» στον Μπολσονάρου.

Στην συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου της 8ης Απριλίου, ο πρόεδρος της Γερουσίας έστειλε στον Μπολσονάρου, εξουσιοδοτηθείς από το Κογκρέσο, το μήνυμα πως μία παραίτηση του Μαντέτα θα έβρισκε αντίθετες τόσο την Βουλή όσο και την Γερουσία. Στην ίδια συνεδρίαση ο υπουργός Προεδρίας, στρατηγός Βάλτερ Σόουζα Μπράγκα Νέτου, εξέφρασε την έντονη αντίθεση σε μία τέτοια εξέλιξη όχι μόνο του ιδίου, αλλά των οκτώ συνολικά στρατιωτικών που είναι μέλη του υπουργικού συμβουλίου. Ο Μπολσονάρου υποχώρησε. «Η μέρα εκείνη ήταν το ρουά ματ των στρατιωτικών κατά του Μπολσονάρου» εξηγεί ο Ντορίγκου. «Πού μας κατήντησε, να ευχαριστούμε το στράτευμα...» λέει η Κωνσταντινίδου.

«Στο υπουργικό συμβούλιο μαίνεται εδώ και μήνες ένας πόλεμος ανάμεσα στους στρατιωτικούς υπουργούς και τους καλούμενους ιδεολόγους – τους ακραίους μπολσοναρίστας» εξηγεί ο Τεσσέιρα. «Οι “ιδεολόγοι” είναι οι οπαδοί του γκουρού του Μπολσονάρου, οπαδού της “επίπεδης γης” Ολάβου ντζι Καρβάλιου. Τους έχουν αποκαλέσει ολαβίστας, καθώς παίρνουν τις οδηγίες τους από εκείνον αλλά και από τους τρεις γιους του Μπολσονάρου. Ο πρώτος είναι γερουσιαστής, ο δεύτερος βουλευτής του Ρίου ντζι Ζζανέιρου και ο τρίτος δημοτικός σύμβουλος της πόλης του Ρίο. Η πανδημία έφερε τα πράγματα στα άκρα και οι στρατιωτικοί δεν προτίθενται να καθίσουν με σταυρωμένα τα χέρια, θεατές στις παλαβομάρες του Μπολσονάρου και των ολαβίστας.»

Ο Ακκογιουνλού, που έχει ειδικευθεί στην μελέτη της ιστορίας της «κηδεμονίας» του στρατεύματος στην πολιτική ζωή χωρών όπως η Τουρκία, η Ινδονησία και η Βραζιλία, μιλά για διάσταση απόψεων μεταξύ του Μπολσονάρου και του στρατεύματος. «Το στράτευμα στοχεύει πρώτα και κύρια στην διατήρηση του υπάρχοντος κοινωνικού καθεστώτος. Οι στρατιωτικοί –εντός αλλά και εκτός κυβέρνησης– είναι πολύ πιο ορθολογιστές από τον Μπολσονάρου και τους ολαβίστας, με τους οποίους βρίσκονται σε διάσταση εδώ και πολλούς μήνες. Ο αντι-συστημικός λαϊκισμός δεν συνάδει με την αποστολή κηδεμονίας που φιλοδοξούν οι στρατιωτικοί να διατηρήσουν επί του συστήματος. Αυτό που τους ανησυχεί ιδιαίτερα είναι μήπως μία οποιαδήποτε καταστροφή –οικονομική, δημόσιας υγείας– οδηγήσει σε ανατροπές. Με τον Μπολσονάρου συμφωνούν απολύτως στις θέσεις του περί “τάξης και ασφάλειας” και μηδαμινής ανοχής στο οργανωμένο έγκλημα, στην τιμωρητική πολιτική. Κατά τα λοιπά, προτιμούν ένα σύστημα ιεραρχίας και σαφών κανόνων και προτιμούν να κηδεμονεύουν την δημοκρατία παρά να την καταλύσουν. Ο Μπολσονάρου τους ήταν χρήσιμος προκειμένου να φύγει το Εργατικό Κόμμα, η ιδεολογία του οποίου τους ανησυχούσε. Σήμερα, φαίνεται πως με τους θεατρινισμούς του τους έχει κάνει να τον θεωρούν πια επικίνδυνο.»

«Είναι προφανής η δυσαρέσκεια της στρατιωτικής ελίτ με τον Μπολσονάρου» τονίζει ο Σα-Μότα. «Ανήσυχες πως θα καταστούν εξαιρετικά αντιδημοφιλείς αν ταυτισθούν με τον Μπολσονάρου και θεωρηθούν καθεστωτικές, όπως εκείνες της Βενεζουέλας, οι ένοπλες δυνάμεις έχουν δώσει οδηγίες στα μέλη τους που συμμετέχουν στην κυβέρνηση να απέχουν από οποιαδήποτε δήλωση μπορεί να θεωρηθεί ακραία.» Ο ιστορικός σημειώνει πως εντός του υπουργικού συμβουλίου οι στρατιωτικοί-υπουργοί ασκούν επιρροή στον Μπολσονάρου με ποικίλους τρόπους. «Επικρατεί μία περίεργη κατάσταση ιεραρχίας. Ο Μπολσονάρου είναι βέβαια ο επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας. Έχει όμως γεμίσει την κυβέρνηση με στρατηγούς, ναυάρχους και σμηνάρχους, όταν ο ίδιος αποστρατεύθηκε ως λοχαγός. Αυτή η διαφορά ιεραρχίας δεν μπορεί να μην τον επηρεάζει, όπως δεν μπορεί να μην επηρεάζει και τον τρόπο με τον οποίο τον αντιμετωπίζουν οι –στρατιωτικώς– ανώτεροί του υπουργοί.» Ο δρ. Αμαράλ εκτιμά πως είναι πλέον ευρέως γνωστό πως το στράτευμα είναι δυσαρεστημένο με τον Μπολσονάρου. «Κατοικώ στην Ούρκα, γειτονιά στρατιωτικών του Ρίο, και μένω δίπλα σε δύο μεγάλες στρατιωτικές βάσεις. Κάθε βράδυ γίνεται χαμός με το πανελάσου από τις κατοικίες των στρατιωτικών. Φροντίζουν να διατρανώνουν την δυσαρέσκειά τους.»

Από την έντονη συζήτηση στο υπουργικό συμβούλιο της 8/4 και εφεξής, οι στρατιωτικοί-μέλη της κυβέρνησης προβαίνουν σε δημόσιες δηλώσεις που «ακυρώνουν» οτιδήποτε λέει ο πρόεδρος. Ο στρατηγός Νέτου ειδικότερα έχει αναλάβει τον συντονισμό των προσπαθειών κατά της πανδημίας σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Συναντάται συνεχώς με τον Μαντέτα και στελέχη του υπουργείου Υγείας, επιθεωρεί νοσοκομεία, παραχωρεί καθημερινά συνέντευξη Τύπου, πάντα με τον Μπολσονάρου απόντα. Ο τύπος δείχνει ευγνωμοσύνη στους Μαντέτα και Νέτου, ενώ κατονομάζει τους ολαβίστας «το συμβούλιο του μίσους». Πράγματι, τις τελευταίες ημέρες οι Μαντέτα και Νέτου έχουν γίνει αμφότεροι στόχος ανώνυμων απειλών, αλλά και λιντσαρίσματος στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. «Γεγονός πάντως είναι πως μαίνεται ένας πόλεμος στην κορυφή της εξουσίας. Είναι το τελευταίο πράγμα που χρειαζόμαστε σε μια πανδημία» λέει ο δρ. Αμαράλ.

So how do you solve a problem like Jair?

Εκτός από το να γιουχάρουν τον πρόεδρο κάθε βράδυ στο πανελάσου, οι Βραζιλιάνοι γνωρίζουν πως δεν μπορούν να κάνουν και πολλά άλλα μέχρι να περάσει η πανδημία. Πληθαίνουν οι εκκλήσεις προς τον Μπολσονάρου να παραιτηθεί και εκείνες που ζητούν την εκκίνηση της διαδικασίας καθαίρεσής του στο Κογκρέσο. Οι ψυχραιμότεροι, ωστόσο, αντιλαμβάνονται πως τίποτε τέτοιο δεν μπορεί να γίνει όσο ακόμη κινδυνεύει η δημόσια υγεία. Πρώτα πρέπει να κερδηθεί ο πόλεμος με την πανδημία και να αντιμετωπισθεί η επερχόμενη οικονομική κρίση.

Tα κόμματα της αριστεράς και του κέντρου, συγκεκριμένα, συμφωνούν μεν ως προς την ανάγκη αποδοκιμασίας του προέδρου με το πανελάσου, διαφωνούν όμως ως προς το πώς πρέπει να κινηθούν εναντίον του. Αριστερά κόμματα μάζευαν υπογραφές ζητώντας «impeachment τώρα». Εκείνα του κέντρου προτιμούν να αφήσουν το ξεκαθάρισμα των πολιτικών λογαριασμών για αργότερα, χωρίς να διευκρινίζουν με σαφήνεια το πότε. Τα κόμματα της αριστεράς τελικά υιοθέτησαν την άποψη πως το πολιτικό κλίμα δεν ευνοεί την έναρξη της διαδικασίας καθαίρεσης (impeachment) του Μπολσονάρου, καθώς μια τέτοια διαδικασία θα αποπροσανατόλιζε από τον αγώνα κατά της πανδημίας. Παράλληλα, σημαντικοί χώροι της κεντροδεξιάς που είχαν στηρίξει τον Μπολσονάρου για να φύγει το Εργατικό Κόμμα έχουν τώρα κόψει κάθε σχέση μαζί του. Η στάση τους απέναντι στην πανδημία ήταν πολύ πιο υπεύθυνη και σοβαρή. «Στον χώρο αυτόν ξεχωρίζουν ιδίως κάποιοι κυβερνήτες, βουλευτές και γερουσιαστές. Η προσέγγισή τους, εν ευθέτω χρόνω, με την κεντροαριστερά και η δημιουργία ενιαίου μετώπου κατά του Μπολσονάρου είναι πολύ πιθανή» εκτιμά ο Τεσσέιρα.

Για τον Ντορίγκου, η ασφαλέστερη λύση είναι η συνέχιση της «πολιτικής καραντίνας» του Μπολσονάρου, και της προσπάθειας κατά της πανδημίας από το Κογκρέσο, το υπουργείο Υγείας και εκείνα που ελέγχουν οι στρατιωτικοί, και σε επίπεδο πολιτειών. Ο Τεσσέιρα συμφωνεί: «Κανείς δεν πρέπει να υποτιμήσει την ικανότητα του Μπολσονάρου να προκαλέσει χάος, αν αισθανθεί ότι απειλείται. Τον στηρίζουν κάποιες ακραίες αλλά πολύ ισχυρές ομάδες – οι οδηγοί φορτηγών που ελέγχουν τις μεταφορές, οι ακραίοι Ευαγγελιστές και κάποιοι παραστρατιωτικοί.»

Χαρακτηριστικά, οι Ευαγγελιστές (που εκπροσωπούν το ένα τέταρτο του πληθυσμού) αρνούνται πεισματικά να κλείσουν τις εκκλησίες τους. Ο φονταμενταλιστής πάστορας Εντζίρ Μασέντου μίλησε για «δοκιμασία από τον διάβολο», που έσπειρε τον φόβογια να κάμψει το φρόνημα των πιστών. Ο Μπολσονάρου με διάταγμα όρισε την ελεύθερη λειτουργία των εκκλησιών, αλλά τα δικαστήρια το ακύρωσαν ως αντιβαίνον στην προστασία της δημόσιας υγείας. Παρά ταύτα, οι ναοί παραβιάζουν τα μέτρα των κατά τόπους κυβερνητών και λειτουργούν. Ευτυχώς, οι περισσότεροι παραμένουν άδειοι.

Και οι Βραζιλιάνοι, όπως όλοι μας, περιμένουν να περάσει το κακό. «Υπάρχει μια ατμόσφαιρα πανικού και κατάθλιψης, ιδίως στον λαϊκό κόσμο» λέει ο Τεσσέιρα. «Κάποιοι φονταμενταλιστές διαδίδουν πως έρχεται το τέλος του κόσμου, άλλοι λένε πως θα πεθάνει τουλάχιστον ένας σε κάθε σπίτι. Και εμείς που δεν δίνουμε σημασία σε αυτά, ανησυχούμε για την επόμενη μέρα και την ενδεχόμενη οικονομική καταστροφή. Ζούμε, εξάλλου, σε μια ακυβέρνητη χώρα...».

Εικόνα massavetas
Σπούδασε νομικά σε Αθήνα και Cambridge. Έζησε νομαδικά με βάση του την Πόλη (2003-2015). Εκεί έγραψε δύο βιβλία για την Κωνσταντινούπολη και ένα για την Μικρά Ασία, ενώ συνεργάσθηκε με ελληνικά και ξένα έντυπα. Σήμερα συνεχίζει την νομαδική του ύπαρξη, με βάση την Αθήνα.

Διαβάστε ακόμα

Σχόλια

Εικόνα Anonymous

Σας πείσαμε; Εμείς σας θέλουμε μαζί μας!
Χωρίς τους υποστηρικτές μας
δεν μπορούμε να υπάρχουμε.