
«Παράδεισος, κόλαση, καθαρτήριο». Οι τρεις παραπάνω λέξεις-μεταφυσικοί προορισμοί ακούγονται αρκετές φορές στην ταινία της Ευαγγελίας Κρανιώτη. Παρότι δε, αναφέρονται στην πόλη του Ρίο ντε Τζανέιρο θα μπορούσαν κάλλιστα να περιγράψουν και την εμπειρία του να παρακολουθείς αυτό το σπάνιας οπτικοακουστικής δύναμης ντοκιμαντέρ. Μια εμπειρία που αποδεικνύεται άλλοτε μαγευτική και άλλοτε επώδυνη, βασικά όμως λυτρωτική. Συνοδοιπόρος και ξεναγός μας μέσα από τις καθηλωτικές εικόνες και τους ήχους είναι η εμβληματική τρανσέξουαλ Λουάνα Μουνίζ (1961-2017), η κοινωνική και πολιτική δράση της οποίας την είχε καταστήσει σύμβολο της πόλης. Ο θάνατός της, λίγο καιρό έπειτα από το τέλος των γυρισμάτων, βύθισε στο πένθος ολόκληρες συνοικίες και φαβέλες και, υποχρεωτικά, προίκισε την ταινία με μία επιπλέον διάσταση.
Η δεύτερη οδηγός μας είναι η Κλαρίσε Λισπέκτορ (1920-1977), η σπουδαία Βραζιλιάνα συγγραφέας, μία από τις σημαντικότερες εκπροσώπους του μοντερνισμού. Κάποιοι τολμούν να τη συγκρίνουν με τον Κάφκα και τον Τζόις, άλλοι ανακαλύπτουν συγγένειες στο έργο της με εκείνο της Βιρτζίνια Γουλφ, του Μπόρχες ή του Ρεμπό. Το βέβαιο είναι ότι η Λισπέκτορ με την υπνωτική και ποιητική γραφή της κατάφερε να περιγράψει όσο ελάχιστοι συγγραφείς τόσο τη γυναίκα όσο και την ανθρώπινη υπαρξιακή αγωνία. Στην Ελλάδα τη γνωρίζουμε μέσα από τα βιβλία Η ώρα του αστεριού (μετ. Μάριος Χατζηπροκοπίου, εκδ. Αντίποδες) και Κοντά στην άγρια πλευρά (μετ. Αμαλία Ρούβαλη, εκδ. Τυπωθήτω). Στο Obscuro Barroco το μεγαλύτερο μέρος της αφήγησης στήνεται πάνω στο βιβλίο της Água Viva, αποσπάσματα του οποίου διαβάζει η Μουνίζ.
Η γεννημένη στην Αθήνα Ευαγγελία Κρανιώτη, ζει τα τελευταία χρόνια στη Γαλλία, όπου έχει γίνει γνωστή κυρίως ως φωτογράφος. Με το Ρίο και την ιδιαίτερη αύρα του συναντήθηκε για πρώτη φορά στο προηγούμενο ντοκιμαντέρ της, το Exotica, Erotica, Etc. που ακολουθούσε για πολλούς μήνες και για χιλιάδες ναυτικά μίλια τις διαδρομές των ανθρώπων της θάλασσας. Ήταν ένα πρότζεκτ που ίδια χαρακτηρίζει ως «μια δήλωση αγάπης στους αγνοημένους άνδρες και γυναίκες, που βιώνουν τη μοναξιά ταξιδεύοντας μέσα από επικίνδυνους θαλάσσιους δρόμους ή παραμένοντας σε ξένους τόπους και με τον τρόπο τους συμβάλλουν ουσιαστικά στην λειτουργία των κοινωνιών μας».
Κάπως έτσι γνώρισε το Ρίο, συγκλονίστηκε από την ομορφιά, την ασχήμια και την πολυπλοκότητά του και αποφάσισε να αφιερωθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα στη μοναδική αυτή μεγαλούπολη και στους ανθρώπους της. Η συνάντησή της με την Λουάνα Μουνίζ έγινε στην πορεία, όταν θέλησε να κινηματογραφήσει ένα επικίνδυνο σημείο της πόλης το οποίο η τελευταία κατά κάποιο τρόπο ήλεγχε και προστάτευε. Πολύ σύντομα, η Κρανιώτη ένιωσε ότι η φιγούρα της Μουνίζ –παράξενη και διαρκώς μεταβαλλόμενη μέσα από τις μεταμφιέσεις της– ταυτίζεται με την ψυχή της «σκοτεινής μπαρόκ» μεγαλούπολης. Αναπτύχθηκε ανάμεσά τους μια βαθιά ανθρώπινη επαφή που οδήγησε τελικά στο να τοποθετηθεί η Μουνίζ στο επίκεντρο της ταινίας και να γίνει το συνδετικό υλικό που ενώνει τα επιμέρους κομμάτια της.
Το Obscuro Barroco έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο τμήμα του Πανοράματος της 68ης Berlinale και απέσπασε το βραβείο της Επιτροπής των φετινών Teddy Awards. «Το εντυπωσιακό και μοναδικό όραμα της δημιουργού σε γοητεύει μέσω της αξιοσημείωτης φωτογραφίας και του ηχητικού σχεδιασμού, καθιστώντας το μοναδικά ποιητικό και οικείο, ένα εξαιρετικό καλλιτεχνικό επίτευγμα», αναφέρει στο σκεπτικό της βράβευσης.
Είναι δομημένο πάνω σε τρεις άξονες. Το πρώτο μέρος ξεκινά με τις υγρές και σκοτεινές εικόνες της άγριας φύσης που περιβάλλει την πόλη. Η προέλευση του Ρίο και των κατοίκων του, ο ανιμισμός, η θρησκευτική πίστη, η μεταφυσική, όλα εκείνα τα ασαφή και μυστηριώδη που χτίζουν τον χαρακτήρα ενός τόπου. «Φτάνω στην πραγματικότητα μέσα από το όνειρο» λέει η Μουνίζ και με τον τρόπο αυτό μπαίνουμε στον ιστό της πόλης, νιώθουμε τους ρυθμούς της, αισθανόμαστε την ανάσα της και γινόμαστε μάρτυρες του αναμφισβήτητου μεγαλείου της.
Ακολουθεί η έκσταση. Το καρναβάλι, η φαντασμαγορία, οι εκκωφαντικές μουσικές, τα αδιανόητα πλήθη, οι επαφές των σωμάτων, οι μυρωδιές, το σεξ και μαζί μια υπαρξιακή αναζήτηση, μια αναζήτηση σεξουαλικών και όχι μόνο ταυτοτήτων οι οποίες διαρκώς αμφισβητούνται και αλλάζουν. «Κανείς δεν μπορεί να μπει στο ίδιο Ρίο δύο φορές» ακούμε κάποια στιγμή την πρωταγωνίστρια να παραφράζει τον Ηράκλειτο. Είναι μια πόλη που λατρεύει τα μασκαρέματα και επινοεί ξανά και ξανά τον εαυτό της, φτάνοντας σε νέες μορφές και κατασκευές.
Ο τρίτος άξονας της ταινίας είναι καθαρά πολιτικός. Η σοκαριστική φτώχεια, η απίστευτη κοινωνική ανισότητα, η κρατική διαφθορά, το οργανωμένο έγκλημα, η αστυνομική βία, οι αμέτρητοι βιασμοί… Είναι το βαρύ αποτύπωμα της αποικιοκρατίας, αλλά και της πατριαρχίας κάτω από το οποίο βρίσκεται μεγάλο μέρος του πληθυσμού και σίγουρα μειονότητες όπως είναι η ΛΟΑΤ κοινότητα. Η αδικία οδηγεί σε αντίδραση. Σε εξεγέρσεις, διαδηλώσεις, συγκρούσεις με τους πάνοπλους αστυνομικούς και άγρια καταστολή. Παραδόξως, μέσα σε όλο αυτό το βίαιο οικοσύστημα, σύντομα ξεπετάγεται η ελπίδα, η επιθυμία και η ασυγκράτητη χαρά της ζωής. «Δεν είμαι παρά ένα εργοστάσιο ονείρων» λέει η Λουάνα Μουνίζ ως σύμβολο του Ρίο ντε Τζανέιρο. «Πεθαίνω και γεννιέμαι ξανά. Διαρκώς επινοώ και μεταφράζω τον εαυτό μου. Πόλη παραδεισένια, πόλη κολασμένη, πόλη καθαρτήρια».
Το Obscuro Barroco θα προβληθεί στις 25/4, στις 19.30, στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών, στις 26/4-2/5 (εκτός από Δευτέρα 30/4), στις 22.15, και στις 29/4, στις 16.30, στον κινηματογράφο Δαναό, στις 25/4, στις 21.00 στην αίθουσα Σταύρος Τορνές στη Θεσσαλονίκη, στις 25/4, στις 21.30, στον κινηματογράφο Πάνθεον στην Πάτρα και στις 25/4, στις 22.00, στο CineCinema της Αμαλιάδας.
Ως συνδρομητής του inside story πληρώνεις μειωμένο εισιτήριο (3 αντί για 6 ευρώ) στην προβολή την Τετάρτης 25 Απριλίου, στις 19.30 στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών.
Σχόλια