«Αν στράφηκα στις ληστείες δεν το έκανα για το χρήμα. Ήταν ζήτημα αρχής, ζήτημα δικαιοσύνης. Προτίμησα να διατηρήσω την ελευθερία μου, την ανεξαρτησία μου, την αξιοπρέπειά μου ως άνθρωπος, παρά να γίνω δημιουργός του πλούτου για το αφεντικό μου. Για να το πω ξεκάθαρα, χωρίς ευφημισμούς, προτίμησα να κλέβω παρά να με κλέβουν». Αυτό το απόσπασμα από την απολογία του Μαριούς Ζακόμπ στη δίκη του 1905 για σωρεία διαρρήξεων και κλοπών, ταιριάζει απόλυτα στον Ασάνε Ντιόπ, τον τηλεοπτικό Λουπέν του Netflix. Ο Ντιόπ, μετανάστης δεύτερης γενιάς από τη Σενεγάλη που ζει στα παρισινά μπανλιέ, μοιράζεται την ίδια περιφρόνηση προς την εργασία αλλά και μία αντίστοιχη ευφυΐα στη παρανομία με τον Ζακόμπ – αντίθετα από τον συνονόματό του, Αρσέν Λουπέν, που έγινε η ποπ εικόνα των Γάλλων ιλλεγκαλιστών.
Όλα άρχισαν σε μία εποχή που ο Νίτσε και ο Στίρνερ είχαν πείσει με τα γραπτά τους ότι «το δικαίωμα στη ζωή δεν το ζητιανεύεις, το αρπάζεις», όπως το έθεσε ο Ζακόμπ – και πως αυτό που εμποδίζει τον αναρχικό να επανακτήσει τα κλεμμένα από την άρχουσα τάξη είναι μία ξεπερασμένη ηθική. Οι ιλλεγκαλιστές αναρχικοί εμφανίζονται στη Γαλλία κυρίως στις αρχές του περασμένου αιώνα. Βαφτίζονται ιλλεγκαλιστές γιατί