Ας πούμε πως με λένε Περσεφόνη. Δεν έχω πρόβλημα να μιλήσω επωνύμως, κι ας διαφωνήσουν πολλοί με όσα πω. Έχω άποψη για όσα έχω ζήσει και δεν κάνω πια εκπτώσεις για κανέναν. Δεν κρύβομαι από την κριτική. Θέλω μονάχα ν’ αποφύγω τον κίνδυνο. Εκείνους που με έδιωξαν από την Συρία και που –ποιος ξέρει;– μπορεί να με ακολουθούν κι εδώ, κι εμένα και τον γιο μου. Περσεφόνη, λοιπόν, για την ώρα.
Στο Χαλέπι έζησα είκοσι έξι χρόνια. Εκεί, στο σπίτι μου, έζησα τα τρία πρώτα χρόνια του πολέμου. Ελεύθερη πολιορκημένη. Η παραμονή μου, από μόνη της, ήταν μια πράξη αντίστασης σε αυτούς που βάλθηκαν να καταστρέψουν την Συρία, να την κάνουν κομμάτια. Δεν με έδιωξε ούτε ο φόβος, ούτε οι στερήσεις, ούτε οι συνεχείς βομβαρδισμοί από τους τζιχαντιστές, ούτε η στενοχώρια να βλέπω την πόλη που αγαπώ να κονιορτοποιείται. Οι απειλές, οι συνεχείς, ανώνυμες απειλές, με έφεραν στον δύσβατο δρόμο του ξεριζωμού στα μέσα του 2014. Στην αγκαλιά των φίλων στη Θεσσαλονίκη κι από κει στην Αθήνα, που έμοιαζε πιο ξένη από ξένη χώρα στα μάτια μου.
Η αρχή μιας νέας ζωής
Γεννήθηκα το 1959 σε ένα συνηθισμένο πειραιώτικο σπίτι κοντά στη θάλασσα, από πατέρα ναυτικό, βέρο πειραιώτη, και μάνα με ρίζα μικρασιάτικη. Από μικρή