«Μόλις μπήκαν οι Γερμανοί, οι αρχαιολόγοι τους, που αποτέλεσαν ιδιαίτερη “στρατιωτική υπηρεσία προστασίας της τέχνης”, απαιτήσανε πρώτα πρώτα να ανοίξουμε αμέσως τα Μουσεία, λέγοντας στην αρχή πως ο πόλεμος τελείωσε πια, ύστερα πως τα αρχαία θα πάθουν κρυμμένα, ύστερα πως στον πόλεμο ίσα-ίσα οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να καταφεύγουν στην τέχνη κλπ. Η επίμονη αντίσταση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας μας, εγλύτωσε τα σπουδαιότερα μουσεία μας από την καταστροφή και τη λεηλασία. Γιατί όπου βρήκαν ευκαιρία τα έκαμαν και τα δύο».
Στις 16 Ιουνίου του 1945, ο διευθυντής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και μία από τις εξέχουσες μορφές της ελληνικής αρχαιολογίας, Χρήστος Καρούζος, μιλάει σε μια συνέντευξή του στο περιοδικό «Ελληνικά Γράμματα» για τις πρωτόγνωρες συνθήκες που αντιμετώπισαν οι Έλληνες αρχαιολόγοι από τα στρατεύματα Κατοχής κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, για την τρομοκρατία που υπέστησαν ώστε να ενδώσουν στις απαιτήσεις των Γερμανών, καθώς και για τις κλοπές αρχαιοτήτων και τις καταστροφές μνημείων.
Ο ίδιος είχε υποβάλει την παραίτησή του από το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο ήδη από την ημέρα που οι κατακτητές εισήλθαν στην Αθήνα. Άλλωστε διευθυντής του τότε ήταν ο Βάλτερ