Χθες η προ πολλού αναμενόμενη αρχειοθέτηση της υπόθεσης των παράνομων υποκλοπών στο σκέλος που αφορά την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών και οποιαδήποτε άλλη κρατική υπηρεσία ή Αρχή, ανακοινώθηκε δια της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, Γεωργίας Αδειλίνη.
The article in English
You can find the English translation of the article here.
Η Αδειλίνη πρόλαβε να διαβάσει σε τρεις εργάσιμες ημέρες το πόρισμα των 300 σελίδων που συνέταξε ο Αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Αχιλλέας Ζήσης, ο οποίος διενεργούσε τους τελευταίους εννέα μήνες την προκαταρκτική εξέταση για την υπόθεση, μετά την απροειδοποίητη αφαίρεσή της τον Οκτώβριο του 2023 από τους δύο Εισαγγελείς Πρωτοδικών, Αγγελική Τριανταφύλλου και Κωνσταντίνο Σπυρόπουλο, με απόφαση Αδειλίνη.
Ο Αχιλλέας Ζήσης άρχισε να συντάσσει το νομικό σκέλος του πορίσματός του από τον περασμένο Απρίλιο, δηλαδή όταν ακόμη δεν είχε ολοκληρώσει τις μαρτυρικές καταθέσεις (οι τελευταίες έλαβαν χώρα τον Ιούνιο), ενώ σε κάποιους διαδίκους είχε αναφέρει πριν από μερικές ημέρες ότι θα συνέχιζε τη λήψη καταθέσεων μέχρι και τον Σεπτέμβριο. Τελικά, το πόρισμα κατατέθηκε τέλος Ιουλίου, ενώ η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου αποφάσισε την άσκηση ποινικών διώξεων για το πλημμέλημα της παραβίασης του απορρήτου των επικοινωνιών σε βάρος ορισμένων νόμιμων εκπροσώπων και πραγματικών ιδιοκτητών εταιρειών. Η σχετική κατηγορία θα οδηγηθεί απευθείας στο ακροατήριο για να ελεγχθεί η βασιμότητά της ή όχι. Αυτό σημαίνει ότι δεν πρόκειται να γίνουν άλλες ανακριτικές πράξεις.
Σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση της Αδειλίνη, δεν υπήρξε ελληνική κρατική υπηρεσία που να παρακολουθεί με Predator μεταξύ άλλων πολλούς υπουργούς, τον αρχηγό ΓΕΕΘΑ, στελέχη της αντιπολίτευσης, δημοσιογράφους και επιχειρηματίες – παρά το γεγονός ότι τα λογισμικά αυτά διατίθενται σύμφωνα με την έρευνά μας αποκλειστικά σε κρατικούς «παίκτες». Άρα τίθεται το θέμα: ποιος χρειαζόταν τα προσωπικά δεδομένα και τις επικοινωνίες όλων αυτών; Δεν είναι παράβαση καθήκοντος να μην εντοπιστεί εκείνος ή εκείνοι που βρίσκονταν πίσω από την υποκλοπή προσωπικών δεδομένων και απόρρητων επικοινωνιών τόσο πολλών ανθρώπων, πολλοί από τους οποίους σχετίζονται με την κρατική ασφάλεια της χώρας; Πρόκειται για κατασκοπεία εφόσον –κατά τον Άρειο Πάγο– αυτοί δεν βρίσκονται μέσα στο κράτος.
Εν αρχή ην η Εισαγγελία Πρωτοδικών
Η διερεύνηση της υπόθεσης από την Εισαγγελία Πρωτοδικών ξεκίνησε αυτεπάγγελτα τον Απρίλιο του 2022, αμέσως μετά τα πρώτα δημοσιεύματα του inside story για την παράνομη παγίδευση του κινητού του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη. Ωστόσο οι διαδικασίες δεν κινήθηκαν γρήγορα –όχι απαραίτητα μόνο με ευθύνη των εισαγγελέων στους οποίους ανατέθηκε η υπόθεση– αφήνοντας πολύτιμο χρόνο να κυλήσει υπέρ των εμπλεκομένων και φυσικά της κυβέρνησης, που από την πρώτη στιγμή ήθελε να υποβαθμίσει αυτήν την ενοχλητική για την εικόνα της υπόθεση.
Ανεξαρτήτως του ποιος ευθύνεται –η διστακτικότητα των εισαγγελέων ή σύμφωνα με πηγές του inside story η απροθυμία της αστυνομίας να ερευνήσει πεπραγμένα συναδέλφων τους στην ΕΥΠ και γνώριμων προσώπων στα ανώτατα κλιμάκια της ΕΛΑΣ και της κυβέρνησης– το δια ταύτα είναι:
Η Εισαγγελία Πρωτοδικών ζητά με μεγάλη καθυστέρηση, τον Νοέμβριο του 2022, από την Οικονομική Αστυνομία να προβεί σε έρευνα στην έδρα/κατοικία νομικών και φυσικών προσώπων που σχετίζονται με την υπόθεση, όπως είναι η Intellexa, η Krikel, o Γιάννης Λαβράνος, ο Φέλιξ Μπίτζιος αλλά και ο τότε διευθυντής του γραφείου του Πρωθυπουργού και ανιψιός του Κυριάκου Μητσοτάκη, Γρηγόρης Δημητριάδης. Σε νέο αίτημα της Εισαγγελίας Πρωτοδικών λίγες ημέρες μετά, που απευθύνεται στη Διεύθυνση Ηλεκτρονικού Εγκλήματος και ζητά την συγκρότηση μεικτού κλιμακίου με την Οικονομική Αστυνομία για τις έρευνες αυτές, λείπει από τη λίστα η κατοικία του Γρηγόρη Δημητριάδη.
Η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων στο εμπιστευτικό πόρισμα που παρέδωσε τον Ιούνιο του 2023 στους δύο Εισαγγελείς Πρωτοδικών γράφει ότι «στην παρούσα φάση, η Αρχή δεν διαθέτει στοιχεία, από τα οποία να είναι δυνατή η ταυτοποίηση συγκεκριμένου υπεύθυνου επεξεργασίας (φυσικού ή νομικού προσώπου) για τις δραστηριότητες εγκατάστασης και χρήσης του υπό διερεύνηση κατασκοπευτικού λογισμικού. Συνεπώς, απαιτείται περαιτέρω εξέταση της υπόθεσης».
Ωστόσο ούτε οι Εισαγγελείς Πρωτοδικών, ούτε μετέπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αχιλλέας Ζήσης έδειξαν διάθεση να εξετάσουν όλες τις ενδείξεις που είχε εντοπίσει στο 96σέλιδο πόρισμά της η ΑΠΔΠΧ.
Τι δεν έκαναν Εισαγγελείς και Ζήσης
Τι δεν έκαναν; Ενώ γνώριζαν ήδη από τις αρχές Φεβρουαρίου του 2023 ότι στις 16 Δεκεμβρίου 2021 –την ημέρα δηλαδή που εκδόθηκαν οι δύο έρευνες από Citizen Lab και ΜΕΤΑ για το Predator της Intellexa– δύο Έλληνες υπάλληλοι της εταιρείας πήγαν σε data center που διατηρούσε η Intellexa σε χώρο στο Μαρούσι και αφαίρεσαν απροειδοποίητα servers και άλλο εξοπλισμό, δεν τους κάλεσαν ποτέ σε κατάθεση.
Δύο χρήσιμες ερωτήσεις που θα μπορούσαν να τους κάνουν, αν τους είχαν καλέσει, θα ήταν τι δουλειά εξυπηρετούσαν αυτοί οι servers και πού τους πήγαν. Αν πράγματι ήθελαν να ρίξουν φως, μέχρι και άρση του απορρήτου των επικοινωνιών των δύο εργαζομένων θα μπορούσαν να είχαν κάνει, ώστε να δουν ποιος και γιατί τους έδωσε την εντολή να σπεύσουν στο data center. Επίσης κανείς από τους εισαγγελικούς λειτουργούς δεν απευθύνθηκε στη ΜΕΤΑ (μητρική της facebook), που σε επικοινωνία της με την ΑΠΔΠΧ ανέφερε πως έχει στοιχεία που μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν τους χρήστες «στόχους» και τους λογαριασμούς στο facebook μέσω των οποίων έγινε η στόχευση. Η ΜΕΤΑ αναφέρει ότι για να δοθούν αυτά τα στοιχεία θα πρέπει να γίνει επίσημο αίτημα δικαστικής συνδρομής, κάτι που οι εισαγγελικές αρχές δεν έκαναν ποτέ. Οι εισαγγελικοί λειτουργοί δεν απηύθυναν επίσημο αίτημα ούτε στο Citizen Lab, που έχει στη διάθεσή του χρήσιμες τεχνικές πτυχές της υπόθεσης.
Ο μοναδικός υπάλληλος της Intellexa που κλήθηκε να καταθέσει κατονόμασε τον Μερόμ Χαρπάζ ως τον εδώ επικεφαλής των γραφείων της εταιρείας και τον άνθρωπο που έκανε όλες τις προσλήψεις. Ο Μερόμ Χαρπάζ δεν κλήθηκε ποτέ να καταθέσει. Ο δε εργαζόμενος που έκανε τις τεχνικές παρουσιάσεις των προϊόντων αποκλειστικά σε ξένους πελάτες της εταιρείας (proof of concept) αναφέρει στην κατάθεσή του ότι οι μοναδικοί στους οποίους πουλούσε η Intellexa ήταν κυβερνήσεις και κρατικές υπηρεσίες. Επίσης κατονομάζει τον άμεσο προϊστάμενό του, ο οποίος επίσης δεν κλήθηκε να καταθέσει.
Με καθυστέρηση έγινε και ο έλεγχος της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) στο Κέντρο Τεχνολογικής Υποστήριξης, Ανάπτυξης και Καινοτοµίας (ΚΕΤΥΑΚ) της ΕΥΠ, όπου κατά δημοσιογραφικές πληροφορίες είχε εγκατασταθεί αρχικά το σύστημα του Predator. Kατά τον έλεγχο της ΑΔΑΕ τον Νοέμβριο του 2022, όπως ήταν αναμενόμενο δεν βρέθηκε κανένας εξοπλισμός παρακολούθησης.
Σημαντική ήταν και η αργοπορία που σημειώθηκε στην αντιπαραβολή της λίστας των στόχων του Predator με τον κατάλογο των νόμιμων άρσεων απορρήτου με το πρόσχημα της εθνικής ασφάλειας. Αυτός έγινε τελικά τον Ιούνιο του 2024 από τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, με αρκετά προβληματικό τρόπο. Από τη μία ήταν ο δισταγμός της ΑΔΑΕ να προχωρήσει αυτεπαγγέλτως στον έλεγχο αυτό, πηγαίνοντας στους παρόχους, και από την άλλη η αργοπορημένη παραγγελία της Εισαγγελίας Πρωτοδικών που έφτασε στην ΑΔΑΕ τον Οκτώβριο του 2023, λίγο πριν αφαιρεθεί η δικογραφία από τους δύο εισαγγελείς με απόφαση της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου και αφού είχε γίνει η αντισυνταγματική αντικατάσταση των μελών της ΑΔΑΕ, των οποίων η θητεία είχε λήξει, με άλλα πρόσωπα της αρεσκείας της κυβέρνησης.
Οι εισαγγελικές αρχές δεν ασχολήθηκαν καθόλου με τα πρόσωπα που πλήρωσαν τους σέρβερς που φιλοξενούσαν τις ψευδεπίγραφες ιστοσελίδες (όπως το blogspot.edolio5[.]com, που χρησιμοποιήθηκε 86 φορές με σκοπό να μολύνει συσκευές ή το emvolio-gov[.]gr) και αυτούς που πλήρωσαν για την αποστολή των μολυσμένων SMS με link από αυτές τις κακόβουλες ιστοσελίδες στους στόχους. Τα πρόσωπα αυτά χρησιμοποίησαν μέσα πληρωμής όπως το paypal, προπληρωμένες ηλεκτρονικές κάρτες από τη Viva αλλά και μία προπληρωμένη mastercard που εκδόθηκε από την Εθνική Τράπεζα. Η άρση του απορρήτου των συναλλαγών δεν αποκλείεται να αποκάλυπτε από πού μεταφέρθηκαν τα χρήματα που χρειάστηκαν για να γίνουν οι ηλεκτρονικές πληρωμές.
Και ενώ η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων τονίζει από πέρυσι το καλοκαίρι ότι χρειάζεται περαιτέρω έρευνα, αφού η ίδια έχει εξαντλήσει όλα τα μέσα που είχε στη διάθεσή της, ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου επανέρχεται σε δεύτερο χρόνο στην Αρχή, ρωτώντας αν έχει κάνει άλλα βήματα και ποια είναι αυτά. Σημειωτέον ότι κανείς από την ΑΠΔΠΧ δεν κλήθηκε ως μάρτυρας, ούτε ζητήθηκε η τεχνική βοήθεια της Αρχής για την κατανόηση πολύπλοκων τεχνικών θεμάτων που περιλαμβάνονταν στο πόρισμά της και είχαν να κάνουν με το Predator και τα κανάλια μόλυνσης που χρησιμοποιούσαν οι χειριστές του.
Η σκυτάλη στον Άρειο Πάγο
Ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Αχιλλέας Ζήσης, στην εννεάμηνη έρευνά του για την υπόθεση των υποκλοπών, περιορίστηκε στη λήψη 44 μαρτυρικών καταθέσεων. Η μοναδική διάταξη που εξέδωσε ήταν τον Ιούνιο του 2024 για τη διασταύρωση των στόχων του Predator που είχε ταυτοποιήσει η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα με τις διατάξεις άρσης απορρήτου που είχαν εκδοθεί μόνο από την ΕΥΠ για λόγους εθνικής ασφάλειας – και όχι από την Αντιτρομοκρατική.
Όπως γράψαμε πρόσφατα, οι πραγματογνώμονες που διόρισε ο Αχιλλέας Ζήσης, κάνοντας τη δική τους αριθμητική και αρκετά λογικά άλματα κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το γεγονός πως 27 άτομα από τους τουλάχιστον 87 στόχους είχαν μπει ταυτόχρονα στο στόχαστρο νόμιμης επισύνδεσης από την ΕΥΠ και παράνομης παρακολούθησης μέσω του κατασκοπευτικού λογισμικού Predator, είναι απλή σύμπτωση και πως οι δύο μέθοδοι υποκλοπής επικοινωνιών δεν είχαν καμία συνάφεια μεταξύ τους.
Όπως αναφέρει η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεωργία Αδειλίνη σε ανακοίνωσή της για την αρχειοθέτηση της υπόθεσης στο σκέλος που αφορά την ΕΥΠ και άλλες κρατικές υπηρεσίες και την άσκηση διώξεων για πλημμελήματα παραβίασης απορρήτου σε ιδιώτες, κατά τη διάρκεια της προκαταρκτικής εξέτασης εξετάστηκαν «σχεδόν όλοι οι προτεινόμενοι από τους εγκαλούντες-αναφέροντες μάρτυρες». Αυτό που δεν αναφέρει βέβαια η Αδειλίνη είναι το πόσο επιφανειακή ήταν σε κάποιες περιπτώσεις η εξέταση κομβικών μαρτύρων, αλλά και την παράλειψη άλλων προσώπων με γνώση των γεγονότων.
Στις μαρτυρικές καταθέσεις που έλαβε ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου συγκαταλέγονται αυτές της μέχρι πρότινος εισαγγελέως της ΕΥΠ, Βασιλικής Βλάχου (στόχος του Predator και η ίδια), του πρώην διοικητή της ΕΥΠ Παναγιώτη Κοντολέoντα (κατά του οποίου υπήρχαν μηνυτήριες αναφορές από θύματα παρακολούθησης), του Θεμιστοκλή Δεμίρη (νυν διοικητή), υψηλόβαθμων στελεχών και υπαλλήλων της ΕΥΠ όπως και παλαιότερων διοικητών της Υπηρεσίας (Ρουμπάτης, Δραβίλλας). Καταθέσεις έδωσαν επίσης (νυν και πρώην) υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι και στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας.
Οι καταθέσεις όλων συνοψίζονται στα εξής: αναφορικά με τις νομότυπες επισυνδέσεις, όλα έγιναν by the book και κανείς δεν ξέρει τίποτα για τις παράνομες παρακολουθήσεις με το Predator. Κάποιοι απλώς τυγχάνει να γνωρίζουν κοινωνικά δύο από τους ιδιώτες που σχετίζονται εμμέσως ή αμέσως με το κατασκοπευτικό λογισμικό που εμπορεύεται η εταιρεία Intellexa.
Κάτι που γνώριζαν οι εισαγγελικοί λειτουργοί από τον Ιούλιο του 2023 που δημοσιεύσαμε το σχετικό ρεπορτάζ, ήταν ότι μεταξύ της ΕΥΠ στην Αθήνα και της Επιχειρησιακής Τεχνικής Υπηρεσίας στα Σκόπια κυκλοφορούσε ένα διαβαθμισμένο προσχέδιο μνημονίου συνεργασίας των δύο υπηρεσιών σε θέματα κυβερνοασφάλειας. Την ύπαρξή του παραδέχθηκε εξάλλου και ο Παναγιώτης Κοντολέων κατά την κατάθεσή του στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής. Αυτό το προσχέδιο είχε κοινοποιηθεί τον Μάρτιο του 2022 και στο Γραφείο του Πρωθυπουργού όσο επικεφαλής ήταν ο ανιψιός του Κυριάκου Μητσοτάκη, Γρηγόρης Δημητριάδης. Το προσχέδιο είχε άκρως εμπιστευτικό χαρακτήρα και είχε προκύψει μετά από συναντήσεις του Παναγιώτη Κοντολέοντα και του επικεφαλής της ΟΤΑ, Ζόραν Ανγκελόφσκι.
Όπως είχαμε δημοσιεύσει και στη συνέχεια είχαμε καταθέσει στον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αχιλλέα Ζήση, στο έγγραφο αυτό υπήρχε ένα ψηφιακό ίχνος που είχε αφήσει ένας συνεργάτης της Intellexa, ο Νιρ Μπεν Μοσέ, ο οποίος έκανε συντακτικές διορθώσεις στο αγγλικό κείμενο. Ο Νιρ Μπεν Μοσέ δεν κλήθηκε ποτέ να καταθέσει. Το δε γεγονός ότι ένα απόρρητο έγγραφο που επρόκειτο να υπογράψει ο τότε διοικητής της ΕΥΠ μαζί με τον επικεφαλής της ΟΤΑ και για το οποίο είχε γνώση το πρωθυπουργικό γραφείο είχε περάσει από τα χέρια της Intellexa για διορθώσεις φαίνεται ότι δεν στάθηκε ικανό, ώστε ο Ζήσης να απευθύνει έστω και τυπικά κάποιο σχετικό ερώτημα για αυτό κατά την εξέταση των μαρτύρων Παναγιώτη Κοντολέοντα και Γρηγόρη Δημητριάδη.
Καθ' όλη την εισαγγελική έρευνα, τρανταχτή είναι η απουσία κλήσης σε κατάθεση ως μάρτυρες όλων των –επιβεβαιωμένων από την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων– στόχων και θυμάτων του Predator. Οι μόνοι που κατέθεσαν είναι όσοι το επιδίωξαν από μόνοι τους.
Η πορεία του χρήματος που δεν ακολούθησε κανείς
Στις 23 Οκτωβρίου 2023, την ίδια ημέρα που η υπόθεση αφαιρέθηκε από τους Εισαγγελείς Πρωτοδικών, το Τμήμα Φορολογικής Αστυνόμευσης της Οικονομικής Αστυνομίας παραδίδει τα ευρήματα της προκαταρκτικής εξέτασης που διενέργησε σε τραπεζικούς λογαριασμούς εμπλεκόμενων φυσικών και νομικών προσώπων και την οποίαν είχε ζητήσει από τον Δεκέμβριο του 2022 η Εισαγγελία Πρωτοδικών.
Στο πόρισμα της Οικονομικής Αστυνομίας αποτυπώνεται ότι η Intellexa καταβάλλει σε εταιρεία ενός ισραηλινής καταγωγής Τσέχου υπηκόου 165.494 ευρώ το 2020, 299.905 ευρώ το 2021 και 91.050 ευρώ το 2022. Η συνδεδεμένη με την Intellexa, Apollo Technologies, καταβάλλει σε άλλη εταιρεία του ίδιου προσώπου το 2021 83.300 ευρώ και το 2022 108.200 ευρώ. Μια άλλη εταιρεία του ομίλου, η Feroveno Limited, καταβάλλει σε τρίτη εταιρεία του Τσέχου υπηκόου συνολικά 2.200.000 ευρώ, από τα οποία τα 13.040 ευρώ πάνε κατευθείαν στον ίδιο. Η οικονομική αστυνομία δεν διαπίστωσε ποτέ ποιοι ήταν οι πραγματικοί δικαιούχοι των εταιρειών, για ένα ποσό που μεταξύ του 2020-2022 προσεγγίζει τα 3 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με πληροφορίες του inside story που έχουμε ήδη δημοσιεύσει τον Απρίλιο του 2022 αλλά και πιο πρόσφατα ξένα δημοσιεύματα, το πρόσωπο αυτό σχεδίαζε τις ψευδεπίγραφες ιστοσελίδες που χρησιμοποιήθηκαν για την παγίδευση κινητών τηλεφώνων με το κατασκοπευτικό λογισμικό Predator.
Επίσης ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου δεν ζήτησε δικαστική συνδρομή για το άνοιγμα των λογαριασμών όλων αυτών των συνδεδεμένων με την ελληνική Intellexa AE εταιρειών σε ξένες δικαιοδοσίες, με τις οποίες η ελληνική εταιρεία είχε τακτικές συναλλαγές. Ούτε αξιοποιήθηκε ποτέ (παρότι προσφέρθηκε) η βοήθεια της Αρχής Ξεπλύματος Χρήματος. Σημειώνεται ότι για να στοιχειοθετηθεί κακούργημα θα έπρεπε μεταξύ άλλων να αποδειχθεί ότι υπήρξε οικονομικό όφελος άνω των 120.000 ευρώ από την υποκλοπή προσωπικών δεδομένων.
Η εισαγγελική έρευνα και στις δύο φάσεις της (Εισαγγελείς Πρωτοδικών, Αντεισαγγελέας Αρείου Πάγου) απέφυγε να ασχοληθεί με την αρχική φάση της εγκατάστασης της ισραηλινής εταιρείας στην Αθήνα την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2020. Εκείνη την περίοδο εγκαινιάστηκε το σύστημα παρακολούθησης, με την καταγραφή των συνομιλιών όσων είχαν συναλλαγές με την εταιρεία των φρεγατών Group Naval και όσων ενεπλάκησαν με την αντιπαράθεση με τους Τούρκους στο Αιγαίο τον Αύγουστο του 2020 (υπόθεση Oruc Reis).
Ο προγραμματιστής του Predator που ξέρει τα πάντα αλλά δεν τον ρώτησαν τίποτα
Τον Μάρτιο του 2017 ο Ρότεμ Φάρκας μαζί με άλλους έξι Ισραηλινούς επιχειρηματίες ιδρύει στα Σκόπια τη Cytrox, την εταιρεία που ανέπτυξε το περιβόητο λογισμικό κατασκοπείας Predator. Το 2018 η Cytrox εξαγοράστηκε από την Intellexa, εταιρεία συμφερόντων του Ταλ Ντίλιαν, ενός πρώην διοικητή μίας επίλεκτης τεχνολογικής μονάδας των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων, με τον Ρότεμ Φάρκας να παραμένει στο δυναμικό του ομίλου. Κατά το δεύτερο μισό του 2020 οι επαγγελματικές υποχρεώσεις του Ρότεμ Φάρκας για λογαριασμό της Intellexa τον οδηγούν στην απόφαση να μετακομίσει στο Παλαιό Φάληρο.
Σύμφωνα με όσα είπαν στο inside story άτομα που θέλησαν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους και συναναστράφηκαν τον Ρότεμ Φάρκας τους μήνες που έμεινε στην Ελλάδα, ο ίδιος ισχυριζόταν ότι στη χώρα μας ήρθε μετά από πρόσκληση της ελληνικής κυβέρνησης κι ενώ είχαν συμφωνήσει για τη χρήση του λογισμικού της εταιρείας, ότι είχε συναντηθεί με διάφορους κυβερνητικούς αξιωματούχους και πως είχε λάβει διαβεβαιώσεις από την ελληνική κυβέρνηση ότι θα περνούσαν νόμο για τη νομιμοποίηση της χρήσης του spyware. Το δημοσίευμα αυτό ήταν στη διάθεση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, αλλά ο Ρότεμ Φάρκας δεν κλήθηκε ποτέ να καταθέσει, παρότι όπως φαίνεται από τις δημοσιογραφικές πληροφορίες ήξερε τα πάντα για τα πρώτα βήματα της εταιρείας στην Ελλάδα και τους εδώ συνεργάτες της.
Στην ανακοίνωσή της η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεωργία Αδειλίνη υποστηρίζει ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην οποία υπήρξε τόσο ενδελεχής δικαστική έρευνα για τη χρήση κατασκοπευτικού λογισμικού. Αυτό δεν ισχύει. Παρόμοιες έρευνες έγιναν στην Ισπανία, τη Γαλλία, την Ουγγαρία και πρόσφατα ξανάνοιξε η έρευνα στην Πολωνία, με την αλλαγή της κυβέρνησης και της ηγεσίας της Δικαιοσύνης. Όσο για το επίθετο «ενδελεχής», ίσως μιλάμε άλλη γλώσσα με την Εισαγγελέα.
Ενημέρωση 31ης Ιουλίου 2024: Στο κείμενο προστέθηκαν οι προτάσεις «Ούτε αξιοποιήθηκε ποτέ (παρότι προσφέρθηκε) η βοήθεια της Αρχής Ξεπλύματος Χρήματος» στην υποενότητα Η πορεία του χρήματος που δεν ακολούθησε κανείς και «Οι εισαγγελικοί λειτουργοί δεν απηύθυναν επίσημο αίτημα ούτε στο Citizen Lab, που έχει στη διάθεσή του χρήσιμες τεχνικές πτυχές της υπόθεσης» στην υποενότητα Τι δεν έκαναν Εισαγγελείς και Ζήσης.