Είναι πρωί, όταν ο πιτσιρικάς μπαίνει σε μια δημόσια υπηρεσία στο Περιστέρι. Δεν θα είναι πάνω από 20 χρονών. Παίρνει τη θέση του στην ουρά, περιμένει υπομονετικά πίσω από τους προηγούμενους, ώσπου έρχεται η σειρά του. Κάνει δυο βήματα προς το γκισέ και λέει στον υπάλληλο πως χρειάζεται ένα έγγραφο, το οποίο θα πιστοποιεί πως δεν έχει απελαθεί ποτέ από την χώρα. «Δείξε μου την άδεια παραμονής σου», απαντάει ο υπάλληλος.
«Έλληνας ποτέ»
«Δεν έχω. Έχω το διαβατήριό μου και την προσωρινή άδεια που μου έχουν δώσει».
«Τότε δεν μπορώ να σου δώσω το έγγραφο».
«Γιατί; Αυτά είναι τα έγγραφα που έχω, αλλά δεν έχω απελαθεί ποτέ».
«Κι εγώ που το ξέρω;».
«Μα, γιατί είμαι Έλληνας. Έχω γεννηθεί εδώ».
«Άκου να σου πω κάτι», λέει ο υπάλληλος. «Έλληνας δεν θα γίνεις ποτέ».
Ο μικρός κάνει επί τόπου μεταβολή και φεύγει από την υπηρεσία.
Η ερώτηση-κουιζ
Μια ερώτηση που η Έλενα θυμάται ότι της έκαναν επαναλαμβανόμενα μικροί και μεγάλοι είναι αυτή: ποιά χώρα νιώθει περισσότερο πατρίδα της, το Ιράν ή την Ελλάδα; Πάντοτε της φαινόταν σαν τρικ, ένα κουίζ που έπρεπε να περάσει.
Ώσπου, φτάνοντας στην 5η δημοτικού, θα βρισκόταν μια συμμαθήτρια που θα απαντούσε με τον κατάλληλο τρόπο: «Δεν υπάρχει λόγος γι'