Η κατανάλωση μελιού αυξάνεται με σταθερούς ρυθμούς σε όλον τον δυτικό κόσμο, αλλά η ντόπια παραγωγή δεν επαρκεί για να καλύψει τη ζήτηση. Ειδικά στην Ευρώπη, η ζήτηση υπερβαίνει την παραγωγή των κρατών κατά 50-60% σε ετήσια βάση, με πρόδηλη συνέπεια την αναγκαιότητα εισαγωγής μελιού από τρίτες χώρες. Βασικότερος εξαγωγέας είναι η Κίνα, που παρά την παγκόσμια κρίση και τη μείωση των μελισσοσμηνών, αυξάνει σταθερά την παραγωγή της. Την τελευταία δεκαπενταετία παράγει 90% περισσότερο μέλι, όταν οι κυψέλες έχουν αυξηθεί μόλις κατά 20%.
Πώς τα καταφέρνουν οι Κινέζοι; Μα παράγοντας μέλι που δεν είναι ακριβώς μέλι: προσθέτουν δηλαδή διάφορες τεχνητές γλυκαντικές ουσίες και αρώματα, αναμειγνύουν μέλια διαφόρων τύπων ή συλλέγουν ανώριμο μέλι το οποίο στη συνέχεια αποξηραίνουν τεχνητά. Στα παραπάνω να προσθέσουμε τις καταγγελίες για αθρόα χρήση αντιβιοτικών στις κυψέλες, αλλά και φυτοφαρμάκων στις καλλιέργειες όπου τρυγούν οι μέλισσες – σε αντίθεση με την ΕΕ, που τηρεί ένα πολύ αυστηρό πλαίσιο σχετικά με τη χρήση αντιβιοτικών και απαγορεύει την οποιαδήποτε χρήση τους στις μέλισσες.
Οι τεχνικές τους βελτιώνονται διαρκώς προκειμένου να μην εντοπίζονται από τις ελεγκτικές αρχές, ενώ δεν