![Συνέντευξη τύπου της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την παρουσίαση του περιβαλλοντικού σχεδίου νόμου, 27/02/2020. [Έφη Σκάζα/Eurokinissi]](https://insidestory.gr/sites/default/files/styles/article-main/public/field/image/cehatz5045255.jpg?itok=K6SvjKcf)
Aπό τα συνολικά 130 άρθρα του νομοσχεδίου που κατατέθηκε στη Βουλή την Παρασκευή 24 Απριλίου από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας για τον εκσυγχρονισμό της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, σχεδόν τα 50 δεν τέθηκαν ποτέ σε διαβούλευση στην ιστοσελίδα opengov. Άρα πολίτες και φορείς δεν είχαν τη δυνατότητα να εκφράσουν τις απόψεις τους για το περιεχόμενό τους, παρότι ο νόμος τους αναγνωρίζει τέτοιο δικαίωμα και παρότι τα εν λόγω άρθρα αφορούν σε σημαντικά περιβαλλοντικά και ενεργειακά ζητήματα – από το πλαίσιο εξορύξεων υδρογονανθράκων έως τη συμμετοχή του ελληνικού δημοσίου στον Ανεξάρτητο Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΔΜΗΕ).
Την ανάγκη της διαβούλευσης ως μέσου καλής νομοθέτησης αναγνώρισε εξαρχής η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Λίγο μετά την ορκωμοσία της, ο υπουργός Επικρατείας, Γιώργος Γεραπετρίτης, έφερε ρύθμιση στη Βουλή –στο πλαίσιο του νομοσχεδίου για το Επιτελικό Κράτος– που προέβλεπε η διαβούλευση επί των νομοσχεδίων να διαρκεί τουλάχιστον δύο εβδομάδες, με δυνατότητα περιορισμού σε μία εβδομάδα μόνο στην περίπτωση που συντρέχουν επαρκώς τεκμηριωμένοι λόγοι. (Βέβαια, πολύ σύντομα ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Άδωνις Γεωργιάδης, επρόκειτο να παραβιάσει τον παραπάνω κανόνα, αφού τον περασμένο Σεπτέμβριο το αναπτυξιακό πολυνομοσχέδιο αναρτήθηκε για διαβούλευση μόλις έξι ημέρες, στις οποίες μάλιστα μεσολάβησε και ένα Σαββατοκύριακο)
Ο θεσμός της διαβούλευσης καθιερώθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα με τον ν. 4048/2012, ως ένα μέσο καλής νομοθέτησης. Ανάλογα μέσα είναι η αιτιολογική έκθεση, η οποία εξηγεί τους λόγους για τους οποίους προτείνεται η ψήφιση ενός άρθρου, η ανάλυση συνεπειών ρυθμίσεων, ώστε να εξετάζονται οι συνέπειες από μία νέα ρύθμιση, καθώς και η κωδικοποίηση του δικαίου, ώστε να είναι συγκεντρωμένες όλες οι διατάξεις που ορίζουν ένα συγκεκριμένο ζήτημα, μία πτυχή της ζωής μας. Τα μέσα καλής νομοθέτησης έχουν ως στόχο την παραγωγή καλύτερων νόμων και την αντιμετώπιση της κακονομίας και της πολυνομίας, προβλήματα υπαρκτά στην ελληνική πραγματικότητα. Έτσι, πριν φέρει για ψήφιση ένα νομοσχέδιο, το εκάστοτε αρμόδιο υπουργείο αναρτά το κείμενο του νόμου, ώστε η κοινωνία των πολιτών –από φορείς και οργανώσεις έως μεμονωμένους πολίτες– να μπορεί να εκφράσει τις απόψεις της για τις νέες ρυθμίσεις. Με αυτόν τον τρόπο η κυβέρνηση ακούει πολλές διαφορετικές απόψεις –πολλές από τις οποίες προέρχονται από ειδικούς του κλάδου, τον οποίον φιλοδοξεί να ρυθμίσει το νομοσχέδιο– και με αυτόν τον τρόπο έχει την ευκαιρία να βελτιώσει το περιεχόμενο των ρυθμίσεων και να διορθώσει αστοχίες, προτού το νομοσχέδιο έρθει για επεξεργασία στη Βουλή. Η διαβούλευση ικανοποιεί και την ανάγκη για διαφάνεια στη νομοθετική παραγωγή. Κι αυτό γιατί πολίτες και κοινωνικές ομάδες μπορούν να μάθουν το περιεχόμενο του νομοσχεδίου πολύ πριν ψηφιστεί και άρα έχουν τη δυνατότητα να ασκήσουν πίεση προς την κατεύθυνση που θεωρούν σωστή. Με άλλα λόγια, η διαβούλευση είναι ένα όπλο για να ασκούν οι πολίτες τα δικαιώματά τους, να συμμετέχουν πιο ενεργά στη δημοκρατία. |
Ενώ όμως η διάρκεια της διαβούλευσης τηρήθηκε κανονικά στην περίπτωση του περιβαλλοντικού νομοσχεδίου (αναρτήθηκε στις 4 Μαρτίου και η διαβούλευση έκλεισε στις 18 Μαρτίου), το πρόβλημα που προκύπτει είναι ότι, ενώ το αναρτημένο στην πλατφόρμα opengov σχέδιο νόμου περιελάμβανε 66 άρθρα, αυτό που κατατέθηκε τελικά στη Βουλή, με τίτλο «Εκσυγχρονισμός περιβαλλοντικής νομοθεσίας, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών 2018/844 και 2019/692 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και λοιπές διατάξεις», περιελάμβανε 130 άρθρα.
Εδώ βέβαια θα πρέπει να σημειώσουμε πως αυτό δεν σημαίνει ότι τα άρθρα που δεν αναρτήθηκαν στη διαβούλευση είναι 64, όπως φαίνεται από τη διαφορά στον αριθμό (130-66=64). Κι αυτό γιατί στο τελικό κείμενο που κατατέθηκε στη Βουλή προστέθηκαν οι διατάξεις για την ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών 2019/692 και 2018/844, οι οποίες αναρτήθηκαν χωριστά για διαβούλευση, από το απόγευμα της 11ης έως το πρωί της 18ης Μαρτίου. Μάλιστα, στην εν λόγω διαβούλευση ο κ. Χατζηδάκης είχε αναφέρει ότι οι συγκεκριμένες διατάξεις επρόκειτο να «ενσωματωθούν στο υπό κατάθεση νομοσχέδιο του υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας που ήδη έχει τεθεί σε δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση». Βέβαια, από τις παραπάνω ημερομηνίες προκύπτει ότι η διαβούλευση για τις διατάξεις ενσωμάτωσης των Οδηγιών διάρκεσε λιγότερο από μία εβδομάδα.
Σε κάθε περίπτωση, και αφού λάβαμε υπόψη τις ευρωπαϊκές οδηγίες, διαπιστώσαμε ότι συνολικά δεν τέθηκαν σε διαβούλευση 48 από τα 130 άρθρα του τελικού νομοσχεδίου, δηλαδή πάνω από το 36%.
Συγκεντρώσαμε μερικά από τα σημαντικά ζητήματα που ρυθμίζονται από τα άρθρα που δεν αναρτήθηκαν ποτέ στη διαβούλευση:
- Εγκαταστάσεις σε μεταλλευτικούς χώρους με τη διαδικασία της γνωστοποίησης: Στο άρθρο 119 προβλέπεται ότι η τοποθέτηση σε μεταλλευτικούς χώρους ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων υποστηρικτικών της εξόρυξης, βοηθητικών εγκαταστάσεων, χώρων απόθεσης εξορυκτικών αποβλήτων, καθώς και εγκαταστάσεων επεξεργασίας υδάτων, «υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης», άρα όχι αδειοδότησης.
- Δικαιώματα διέλευσης για έρευνα υδρογονανθράκων: Το άρθρο 110 αναφέρει ότι «για τη διενέργεια των σεισμικών ή άλλων γεωφυσικών και γεωλογικών ερευνών» που προβλέπονται στις συμβάσεις έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων που συνάπτει το ελληνικό δημόσιο, η ανάδοχος εταιρεία «δύναται να χρησιμοποιεί εκτάσεις που ανήκουν στο Δημόσιο, στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και στα νομικά πρόσωπα αυτών, για το χρονικό διάστημα διενέργειας των παραπάνω ερευνών. Για την ανωτέρω προσωρινή χρήση δεν απαιτείται η λήψη οποιασδήποτε άδειας, έγκρισης ή συναίνεσης από τα παραπάνω πρόσωπα υπό την ιδιότητά τους ως κυρίων, νομέων ή κατόχων των εκτάσεων αυτών».
- Παρατάσεις προθεσμιών υλοποίησης έργων ΑΠΕ: Το άρθρο 122 προβλέπει ότι παρατείνεται για τέσσερις μήνες η διάρκεια ισχύος των αδειών εγκατάστασης και των οριστικών προσφορών σύνδεσης σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) ή Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης (ΣΗΘΥΑ), οι οποίες λήγουν από την 1η Ιανουαρίου 2021 μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου 2021.
- Πρόβλεψη Λιγνιτικού Τέλους: Το άρθρο 104 προβλέπει ότι, από την 1η Ιανουαρίου 2019 επιβάλλεται υπέρ των Περιφερειών Δυτικής Μακεδονίας και Πελοποννήσου και σε βάρος των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση λιγνίτη που κατέχουν ή τους έχουν παραχωρηθεί με οποιονδήποτε τρόπο δικαιώματα έρευνας και εκμετάλλευσης λιγνίτη επί λιγνιτοφόρων περιοχών εντός της Ελληνικής Επικράτειας, ειδικό τέλος ύψους 1,40 ευρώ ανά μεγαβατώρα (€/MWh) παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη. Τα κονδύλια που προκύπτουν από την επιβολή του παραπάνω τέλους χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση έργων υποδομής, ανάπτυξης και προστασίας του περιβάλλοντος και έργων μετεγκατάστασης οικισμών των Περιφερειακών Ενοτήτων Αρκαδίας, Κοζάνης και Φλώρινας.
- Συμμετοχή Ελληνικού Δημοσίου στον Ανεξάρτητο Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΔΜΗΕ): Στο άρθρο 115 προβλέπεται ότι το ελληνικό δημόσιο «δύναται να περιορίζει την άμεση ή/και έμμεση συμμετοχή αυτού ή νομικών προσώπων που ελέγχει άμεσα ή έμμεσα στο εκάστοτε μετοχικό κεφάλαιο» της εταιρείας ΑΔΜΗΕ (Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας).
Στις 30 Μαρτίου 2020, 23 περιβαλλοντικές οργανώσεις έστειλαν επιστολή προς τον κ. Χατζηδάκη, όπου σημείωσαν ότι «δεδομένου ότι η Βουλή λειτουργεί με περιορισμό στις ακροάσεις φορέων και με μειωμένη βουλευτική παρουσία στις συνεδριάσεις της ολομέλειας και των επιτροπών, θεωρούμε απαράδεκτη την κατάθεση προς ψήφιση νομοσχεδίων που αλλάζουν άρδην την περιβαλλοντική νομοθεσία της χώρας». Λίγες ημέρες αργότερα, στις 9 Απριλίου, πραγματοποιήθηκε τηλεδιάσκεψη 20 περιβαλλοντικών οργανώσεων με τον κ. Χατζηδάκη, τον υφυπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Δημήτρη Οικονόμου, και τον Γενικό Γραμματέα Φυσικού Περιβάλλοντος και Υδάτων, Κωνσταντίνο Αραβώση. Μετά το τέλος της τηλεδιάσκεψης, τρεις περιβαλλοντικές οργανώσεις –η Ορνιθολογική, η Ελληνική Εταιρεία Προστασίας της Φύσης και η Καλλιστώ– είπαν ότι «δεν δόθηκε νέο κείμενο το οποίο να μπορεί να αξιολογηθεί και επομένως επί του τροποποιημένου νομοσχεδίου οι περιβαλλοντικές οργανώσεις θα τοποθετηθούν όταν θα έχουν την ευκαιρία να το μελετήσουν». Τελικά το νομοσχέδιο κατατέθηκε στη Βουλή 20 ημέρες αργότερα, με πολλές νέες διατάξεις.
Μετά την κατάθεση του νομοσχεδίου, η WWF έστειλε επιστολή προς τους βουλευτές, όπου ανέφερε ότι «το νομοσχέδιο είναι πολύ διαφορετικό από αυτό που δόθηκε σε δημόσια διαβούλευση, διπλάσιο σχεδόν σε μέγεθος και αριθμό άρθρων, καθώς έχουν προστεθεί σωρηδόν διατάξεις για τη διευκόλυνση των εξορύξεων υδρογονανθράκων, χωροθετικές τακτοποιήσεις για μια σειρά από έργα, ενσωμάτωση δύο οδηγιών της ΕΕ, ακόμα και “φωτογραφικές” ρυθμίσεις ατομικού χαρακτήρα. Τα νομοσχέδια σαρωτικών αλλαγών σε πολλά θέματα, πεδία πολιτικής και επίπεδα παρέμβασης δεν αποτελούν δείγματα καλής νομοθέτησης. Ειδικά σε σχέση με το περιβάλλον, προκαλούν μια χαοτική κατάσταση που αποδυναμώνει τις προοπτικές καλής διακυβέρνησης και υποσκελίζουν την υποχρέωση της πολιτείας για αποτελεσματική διαφύλαξη του περιβάλλοντος ως κορυφαίου κοινωνικού αγαθού».
Για το περιεχόμενο των διατάξεων του νομοσχεδίου, το οποίο μέχρι σήμερα βρίσκεται για επεξεργασία στη Διαρκή Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου, θα επανέλθουμε με σχετικό ρεπορτάζ τις επόμενες ημέρες.
Σχόλια